Η Βίβλος είναι γεμάτη από ιστορίες καταπληκτικών γεγονότων.
Στις περισσότερες περιπτώσεις πρόκειται για θαύματα που έγιναν με τη δύναμη
του Θεού, όπως η θαυμαστή Έξοδος από την αιχμαλωσία, οι θεραπείες των αρρώστων,
ή η Ανάσταση. Ορισμένα κείμενα, ωστόσο, αναφέρονται σε κάποια μαγικά θαύματα
πίσω από τα οποία κρύβονται άλλες δυνάμεις κι όχι η δύναμη του Θεού. Ακόμα και
οι ιστορίες των θαυμάτων θυμίζουν μαγεία στις εξωτερικές λεπτομέρειές τους,
έστω κι αν η αιτία γι' αυτά τα θαύματα δεν είναι μαγική.
Όπου η Παλαιά Διαθήκη αναφέρεται ρητά στη μαγεία, είναι για
να την καταδικάσει. Οι συγγραφείς της Βίβλου δείχνουν μερικές φορές τη θέση
τους άμεσα, όπως στο απόσπασμα από την Έξοδο (22, 18) "Δεν θα επιτρέψεις σε μια μάγισσα να ζει". Το κείμενο
αυτό μνημονεύουν συχνά οι μεσαιωνικοί συγγραφείς. Αλλού το ίδιο θέμα θίγεται
μέσα από ιστορίες που μιλούν για την τιμωρία που επιβάλλεται σε όσους
ανακατεύονται με τη μαγεία. Ο βασιλιάς Σαούλ που είχε εξορίσει από το βασίλειό
του όλους όσους ασχολούνταν με τις απόκρυφες τέχνες, ζήτησε, παρ' όλ' αυτά, τη
συμβουλή της "μάγισσας" του Έντορ, πριν δώσει μάχη ενάντια στους
Φιλισταίους (1 Σαμουήλ, 28). Αυτή η γυναίκα κάλεσε το πνεύμα του προφήτη Σαμουήλ κι αυτό
εμφανίστηκε απρόθυμα για να προαναγγείλει ότι ο Σαούλ θα
ηττηθεί στη μάχη και θα θανατωθεί πληρώνοντας για τα αδικήματα που είχε
διαπράξει. Οι χριστιανοί ερμηνευτές, από την εποχή του Ιππόλυτου ακόμα (170 -
236), ήταν σίγουροι πως το πνεύμα που παρουσιάστηκε στο Σαούλ δεν ήταν το
φάντασμα του Σαμουήλ, αλλά απλώς ένας δαίμονας που παρίστανε τον προφήτη.
Το πιο σημαντικό στερεότυπο παράδειγμα από τη βιβλική, αλλά
και μεταγενέστερη θρησκευτική λογοτεχνία, είναι η ιστορία των αναμετρήσεων
ανάμεσα στους μάγους και τους ανθρώπους του Θεού, για το ποιος μπορεί να κάνει
το πιο μεγάλο θαύμα. Στην Έξοδο (7, 8 - 13), ο Ααρών εντυπωσιάζει το Φαραώ με
τη δύναμή του, όταν ρίχνοντας κάτω το ραβδί του το μεταμορφώνει σε φίδι. Οι
μάγοι του Φαραώ κάνουν το ίδιο "χρησιμοποιώντας τις μυστικές τους
τέχνες". Πετούν κάτω τα ραβδιά τους και όλα γίνονται φίδια. Αλλά, για να
δείξει την ανώτερη δύναμη των Εβραίων και του Θεού τους, η ράβδος του Ααρών
καταβροχθίζει στη συνέχεια τις ράβδους των μάγων. Όταν πάλι ο προφήτης Ηλίας
συναντά τους παγανιστές ιερείς του Βάαλ, βγαίνει νικητής στο διαγωνισμό
θαυματουργίας που κάνουν πάνω στο όρος Κάρ- μηλος (Βασιλείς 18). Στη λογοτεχνία
του Μεσαίωνα, όμως, με θέμα τη μαγεία τονίζεται περισσότερο η ιστορία των μάγων
του Φαραώ· ο Ισίδωρος της Σεβίλλης και άλλοι συγγραφείς παραθέτουν αυτή την
ιστορία σαν απόδειξη πως τα θαύματα του Θεού είναι ανώτερα από τη μαγεία του
διαβόλου.
Η Καινή Διαθήκη παρουσιάζει ένα κλασικό παράδειγμα κάποιου
σατανικού μάγου, του Σίμωνα Μάγου από τη Σαμάρεια (Πράξεις των Αποστόλων, 8, 9
-24). Ο Σίμωνας είχε εντυπωσιάσει τον κόσμο με τα θαύματα που έκανε.
Αντιμέτωπος, όμως, με την ανώτερη δύναμη των χριστιανών Αποστόλων, τους
πρόσφερε χρήματα για να γίνει κι αυτός μέτοχος αυτής της δύναμης, αλλά ο Απόστολος
Πέτρος, εξαγριωμένος από αυτή την προσφορά, τόνισε πως αυτού του είδους η
δύναμη δεν μπορεί να εξαγοραστεί. Κατά τα δεύτερο και τρίτο αιώνα οι χριστιανοί
συγγραφείς έδωσαν υπερβολική σημασία σ' αυτή την απλή ιστορία, μεταμορφώνοντας
το Σίμωνα Μάγο μέσα από εκτεταμένα σχόλια και αναλύσεις σε υποκινητή αίρεσης
και αντίπαλο του Πέτρου. (Επειδή και ο Πέτρος λεγόταν Σίμωνας, τα δύο πρόσωπα
συνδυάστηκαν στη μνήμη των μελετητών σαν αντίπαλοι: ο Σίμωνας Μάγος ενάντια στο
Σίμωνα Πέτρο). Οι αποκρυφιστικές Πράξεις του Πέτρου, ένα είδος αφήγησης
που φιλοδοξεί να είναι ένας απολογισμός των πράξεων του αποστόλου που δεν
αναφέρονται στη Βίβλο, περιγράφουν διεξοδικά ένα διαγωνισμό θαυματουργίας. Ο
Σίμωνας Μάγος προσποιείται ότι επαναφέρει στη ζωή έναν πεθαμένο, επιστρατεύοντας
την πονηριά του. Το αποτέλεσμα προκαλεί μόνο μερικές αδύναμες κινήσεις στο
σώμα του νεκρού. Αντιθέτως, ο Πέτρος καταφέρνει να ξαναδώσει τη ζωή στον
άνθρωπο, Απογοητευμένος τότε και εγκαταλελειμμένος από τους οπαδούς του, ο
μάγος αναγγέλλει πως θ' ανεβεί στον ουρανό να βρει το Θεό. Όταν ανυψώνεται
όμως, οι προσευχές του Πέτρου τον ξαναρί- χνουν στη γη και, τραυματισμένος από
την πτώση, μετά από λίγο πεθαίνει. Μια παρόμοια εκδοχή αυτής της ιστορίας, η
οποία παρέμεινε δημοφιλής στη μεσαιωνική κουλτούρα και έφτασε ως εμάς
ενσωματωμένη σ' ένα σημαντικό για την εποχή του έργο του δέκατου τρίτου αιώνα,
με τον τίτλο Χρυσός Θρύλος, διευκρινίζει πως όταν ο Σίμωνας ανυψώνεται
στον αέρα, είναι οι δαίμονες που τον σηκώνουν ψηλά, ενώ αυτό που κάνει ο
Πέτρος είναι πως απλώς τους διώχνει κι έτσι τα μάγια τους διαλύονται.
Ένα άλλο κείμενο της Καινής Διαθήκης, που παρουσιάζει τη
μαγεία από ένα τελείως διαφορετικό πρίσμα, είναι η ιστορία των μάγων [magi] που ήλθαν να
τιμήσουν το νεογέννητο Χριστό (Ματθ. 2, 1-12). Το Ευαγγέλιο παρουσιάζει τους μάγους σαν αξιο- σέβαστα
πρόσωπα, ενώ σύμφωνα με το μεσαιωνικό μύθο πρόκειται για βασιλιάδες. Οι
υπερασπιστές της μαγείας μπόρεσαν έτσι να υποστηρίξουν πως οι μαγικές τέχνες
είχαν αναγνωρισμένη και αξιοσέβαστη θέση στην κοινωνία της εποχής, αφού οι
μάγοι ήταν ανάμεσα στους πρώτους που τίμησαν το Χριστό. Μια αντίδραση σ' αυτό
το επιχείρημα, η οποία παρουσιάστηκε για πρώτη φορά τον δεύτερο αιώνα, ήταν η
εξής: σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη, ορισμένες μορφές μαγείας ήταν νόμιμες, η
Καινή Διαθήκη, όμως, τα άλλαξε όλα αυτά: οι μάγοι είχαν δηλώσει την υποταγή
τους στο Χριστό κι αυτό συμβόλιζε την παραίτηση της μαγείας μπροστά στη δύναμη
του Χριστού.
Βέβαια, μπορούσε πάντοτε κανείς να αντιτάξει ότι και ο
ίδιος ο Χριστός και οι μαθητές του εξασκούσαν τη μαγεία. Πράγματι, αυτό ήταν
συνηθισμένο θέμα στην αντιπαράθεση χριστιανών και παγανιστών από το δεύτερο
κιόλας αιώνα. Ο παγανιστής συγγραφέας Κέλσος (δεύτερος αιώνας) υποστήριξε πως ο
Ιησούς είχε μάθει τις μαγικές τέχνες στην Αίγυπτο. Γνώριζε μεθόδους για να
"διώχνει μακριά" την αρρώστια, να δημιουργεί την ψευδαίσθηση της
τροφής και να κάνει άψυχα πράγματα να μοιάζουν και να κινούνται σαν ζωντανά. Ο
ισχυρισμός αυτός βασίστηκε σε στοιχεία από τα Ευαγγέλια. Όταν η δύναμη του
Ιησού αρκεί για να θεραπεύσει μια γυναίκα, η οποία απλώς αγγίζει μια πτυχή του
χιτώνα του, και όταν έπειτα ο Χριστός αναφωνεί "Κάποιος με άγγιξε, γιατί
νιώθω πως αυτή η δύναμη πέρασε από μπροστά μου", θα μπορούσε κανείς ν'
αναρωτηθεί τί είδους δύναμη είναι αυτή (Λουκ. 9, 43-8). Όταν γιατρεύει κάποιον κωφάλαλο βάζοντας απλώς τα δάχτυλά
του στα αυτιά του ανθρώπου, φτύνοντας και αγγίζοντας τη γλώσσα του (Μάρκ. 7, 32-4)
ή όταν θεραπεύει έναν τυφλό άντρα αλείφοντάς
του τα μάτια με πηλό που φτιάχνει με το ίδιο του το σάλιο (Ιω. 9, 6-7),
αυτές οι τεχνικές μπορούν εύκολα να θεωρηθούν
μαγικές. Αλλού, ιδιαίτερα στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου, ο Χριστός παρουσιάζεται
να θεραπεύει τους ανθρώπους χωρίς τη χρήση αυτών των μεθόδων, μόνο με το λόγο
του, με μια απλή εντολή όπως, "να είσαι καθαρός", "σήκω και
προχώρα" ή "σήκω όρθιος πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι
σου". Κι όμως, αυτή η απουσία μαγικών τελετουργιών δεν διέλυσε τις
υποψίες για τη σχέση του Χριστού με τη μαγεία. Ορισμένοι μάλιστα Εβραίοι
πολέμιοι της νέας θρησκείας ισχυρίστηκαν πως ο Χριστός ήταν μάγος, ακριβώς
επειδή ο λόγος του είχε τόση δύναμη.
Για τους χριστιανούς των πρώτων χρόνων του χριστιανισμού,
τα θαύματα του Χριστού ήταν σημαντικά, όχι μόνο καθαυτά, αλλά και για το
ευρύτερο θρησκευτικό τους νόημα. Ορισμένες φορές ο Ιησούς θεράπευε ανθρώπους
και έλεγε πως το έκανε αυτό εξαιτίας της πίστης τους. Η θεραπεία του σώματος
ήταν συνδεδεμένη με την πνευματική κάθαρση: ο Χριστός γιάτρευε και την ψυχή και
το σώμα. Τα θαύματα, επομένως, έχουν στενή σχέση με τις βασικές επιδιώξεις του
Ευαγγελίου, το δυνάμωμα της πίστης και το κήρυγμα της μετάνοιας. Έχουν επίσης
εσχατολογική σημασία. Είναι μέρος της θρησκευτικής διαμάχης ανάμεσα στο
βασίλειο του Θεού και το αντίπαλο βασίλειο του Σατανά. Τα παραδειγματικά
θαύματα, ιδιαίτερα στη Σύνοψη των Ευαγγελίων, είναι οι εξορκισμοί. Αλλά ακόμη
και η θεραπεία των φυσικών ασθενειών μπορεί να θεωρηθεί σαν μια μορφή πάλης με
τις δυνάμεις του κακού ή τους δαίμονες. Όταν ο Ιησούς αναγκάζει τους δαίμονες
να εγκαταλείψουν το σώμα ενός ανθρώπου ή τους στερεί τη δύναμή τους, δίνει μια
νικηφόρα μάχη στο όνομα της δύναμης του Θεού στον κόσμο. Όπως λέει σε κάποιο
σημείο, "Εάν με το Πνεύμα του Θεού ξορκίζω τους δαίμονες, τότε έφτασε για
σένα η βασιλεία του Θεού" (Ματθ. 12, 28. Λουκ. 11, 30). Επιπλέον,
ένας παγανιστής ή ένας Εβραίος μπορούσε να αντιτάξει πως, όποια κι αν ήταν η
συμβολική δύναμη του Ευαγγελίου, η μαγεία είναι πάντοτε μαγεία. Θα μπορούσε
κανείς να θεωρήσει ότι και η μεταμόρφωση του Απουλήιου σε γάιδαρο έχει επίσης
και συμβολικό νόημα, αλλά αυτό δεν την απαλλάσσει από την κατηγορία της
μαγείας.
Συνειδητοποιώντας πως οι τεχνικές και η ευρύτερη σημασία
των θαυμάτων δεν έπαιζαν καθοριστικό ρόλο σ' αυτή τη διαμάχη, οι πρώτοι
χριστιανοί προσπαθούσαν να αποδείξουν ή θεωρούσαν δεδομένο ένα βασικό,
αποφασιστικής σημασίας, στοιχείο: ότι η μαγεία ήταν έργο των δαιμόνων, ενώ τα
θαύματα ήταν έργο του Θεού. Αυτή η θέση, βέβαια, οδηγούσε στο συμπέρασμα πως ο
Θεός των χριστιανών ήταν αληθινός, ενώ των παγανιστών ψεύτικος — αυτό ακριβώς που υποστήριζαν και οι χριστιανοί. Αυτός ο
ισχυρισμός είχε και μια κοινωνική διάσταση· αντίθετα από τους παγανιστές και
τους Εβραίους, οι χριστιανοί δεν είχαν εθνική ομοιογένεια και έτσι επέβαλαν
και ισχυροποίησαν την ταυτότητα της ομάδας τους όχι μόνο χρησιμοποιώντας
μυστηριώδεις ιεροτελεστίες (όπως οι μυστηριακές θρησκείες), αλλά επίσης
δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην υπεροχή του Θεού τους και στη διδασκαλία τους
γι' Αυτόν. Και οι Εβραίοι, επίσης, υπερασπίζονταν την ανωτερότητα της θρησκείας
τους, ισχυριζόμενοι ότι ο δικός τους Θεός δεν ήταν απλώς ένας από τους πολλούς
θεούς της εποχής εκείνης, αλλά ήταν κυρίως οι χριστιανοί εκείνοι που
υποστήριζαν με σθένος αυτό το σημείο. Γι' αυτούς ο Θεός ήταν πρώτα απ' όλα μια
αλήθεια και, δεύτερο, ο μοναδικός λόγος για την ύπαρξή τους σαν ομάδα. Μια
σαφής συνέπεια αυτού του δόγματος ήταν η αυστηρή διάκριση σύμφωνα με την οποία
οι παγανιστές έκαναν μαγεία, ενώ ο Χριστός έκανε θαύματα. Ίσως αυτά τα δύο
φαίνονται να είναι το ίδιο πράγμα, αλλά όπως ένας σκύλος διαφέρει από ένα λύκο
και ένα ήμερο περιστέρι διαφέρει από ένα άγριο, "έτσι και ό,τι επιτελείται
με τη δύναμη του Θεού δε μοιάζει σε τίποτα με ό,τι γίνεται με τη μαγεία".
Αν τα Ευαγγέλια παρουσίαζαν προβλήματα ερμηνείας, οι
Πράξεις των Αποστόλων, ασφαλώς, δημιούργησαν ακόμα περισσότερα. Η ίδια η Βίβλος
περιέχει ιστορίες όπου η δύναμη των Αποστόλων μοιάζει πολύ με αυτή της μαγείας.
Τα άτομα που παραβιάζουν τον κώδικα της νεαρής χριστιανικής κοινότητας
βρίσκονται ξαφνικά νεκρά. Η σκιά του
Πέτρου έχει τη δύναμη να θεραπεύει και το ίδιο
συμβαίνει και με τα μαντίλια ή τις ποδιές που αυτός αγγίζει. Οι Απόστολοι ξεπερνούν τη δύναμη των άλλων μάγων σε
αρκετές περιπτώσεις και όταν οι μάγοι στην Έφεσο
προσχωρούν στο χριστιανισμό, παραδίνουν τα μαγικά τους βιβλία στην πυρά. Πράγματι αυτό το βιβλίο παρουσιάζει τους Αποστόλους να
διεξάγουν μια συστηματική εκστρατεία ενάντια σε αυτό που θεωρούσαν μαγεία. Από
την άποψη των παγανιστών και των Εβραίων, όμως, οι Απόστολοι δεν ήταν παρά
κάτοχοι μιας ανώτερης μορφής μαγείας. Εδώ, πάλι, το μοναδικό αντεπιχείρημα των
χριστιανών ήταν πως ο χριστιανικός Θεός ήταν η μόνη αληθινή θεότητα και όποια
κι αν ήσαν τα επιτεύγματα των Αποστόλων — ακόμη κι όταν εξωτερικά έδιναν την εντύπωση της μαγείας — ήταν στην πραγματικότητα μια εκδήλωση της δύναμης του Θεού
που λειτουργούσε δια μέσου αυτών.