Η απίστευτη ιστορία αυτών των δύο πράσινων παιδιών ακούστηκε αρχικά από δύο μεσαιωνικούς αγγλικούς χρονογράφους.
Και αυτή η ιστορία έχει ως εξής: . Μια ημέρα κατά τη διάρκεια της βασιλείας του βασιλιά Stephen περίπου το 1134 - 1135 μ.Χ, δύο παιδιά βρέθηκαν εγκατελειμένα, μέσα σε μεγάλα κοιλώματα που τα χρησιμοποιούσαν για να παγιδεύουν τους λύκους κοντά σε κάτι ορυχεία στο χωριό Woolpit, στο Suffolk της Αγγλίας. Τα παιδιά φαινόντουσαν περίεργα διότι ήταν πράσινα και μιλούσαν, μια παράξενη και άγνωστη για τους κατοίκους του χωριού γλώσσα. Τα παρέλαβε ο Sir Richard de Calne, και προθυμοποιήθηκε να τα έχει υπό την προστασία του, αλλά τα παιδιά μόλις έφτασαν εκεί έκλαιγαν συνέχεια και έντονα.
Προσπάθησαν να τα ταίσουν ψωμί και κάποια άλλα τρόφιμα αλλά αρνήθηκαν τα πάντα ακόμα κι αν ήταν εξαιρετικά πεινασμένα. Τους έδωσαν φασόλια που είχαν κοπεί πρόσφατα μαζί με τον μίσχο τους και ξεκίνησαν να τρώνε. Όμως τα παιδιά σταμάτησαν να τρώνε για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Το αγόρι μετά από πολύ καιρό αρρώστησε βαριά και ζώντας εξαιρετικά ανθυγιεινά και πέθανε μέσα σε ένα έτος από την μέρα που είχε βρεθεί. Αλλά το κορίτσι μεγάλωσε και πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του στην περιοχή ζώντας μια φυσιολογική ζωή. Με το χρόνο το πράσινο χρώμα εξασθένισε και μεταμορφώθηκε σαν έναν οποιοδήποτε κανονικό άνθρωπο.
Η κοπέλα έζησε πολλά χρόνια, παντρεύτηκε έναν άντρα από την περιοχή που ζούσε, από τότε ποτέ δεν δέχτηκε να δώσει περαιτέρω πληροφορίες για την καταγωγή της, και το πώς βρέθηκε στην περιοχή παρά μόνο ότι είχε προέλθει από ένα μέρος αποκαλούμενο ST στο οποίο ήταν μόνιμα τα πάντα σκοτεινά. Ήταν ένα μέρος όπου δεν υπήρχε ήλιος, παρά μόνο ένα μόνιμο μουντό λυκόφως. Είπε ότι ακολουθούσαν τα κοπάδια τους (πιθανώς πράσινων προβάτων ή κάτι τέτοιο) όταν μπήκαν σε ένα υπόγειο πέρασμα και σκόνταψαν έξω, από την άλλη πλευρά, στο φωτεινό μέρος του ήλιου στο Woolpit.
Ίσως και χωρίς να μπορούμε να το μάθουμε ποτέ όλη αυτή η περίεργη ιστορία να συσχετίζεται με τις θεωρίες της Κούφιας Γης.
Και αυτή η ιστορία έχει ως εξής: . Μια ημέρα κατά τη διάρκεια της βασιλείας του βασιλιά Stephen περίπου το 1134 - 1135 μ.Χ, δύο παιδιά βρέθηκαν εγκατελειμένα, μέσα σε μεγάλα κοιλώματα που τα χρησιμοποιούσαν για να παγιδεύουν τους λύκους κοντά σε κάτι ορυχεία στο χωριό Woolpit, στο Suffolk της Αγγλίας. Τα παιδιά φαινόντουσαν περίεργα διότι ήταν πράσινα και μιλούσαν, μια παράξενη και άγνωστη για τους κατοίκους του χωριού γλώσσα. Τα παρέλαβε ο Sir Richard de Calne, και προθυμοποιήθηκε να τα έχει υπό την προστασία του, αλλά τα παιδιά μόλις έφτασαν εκεί έκλαιγαν συνέχεια και έντονα.
Προσπάθησαν να τα ταίσουν ψωμί και κάποια άλλα τρόφιμα αλλά αρνήθηκαν τα πάντα ακόμα κι αν ήταν εξαιρετικά πεινασμένα. Τους έδωσαν φασόλια που είχαν κοπεί πρόσφατα μαζί με τον μίσχο τους και ξεκίνησαν να τρώνε. Όμως τα παιδιά σταμάτησαν να τρώνε για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Το αγόρι μετά από πολύ καιρό αρρώστησε βαριά και ζώντας εξαιρετικά ανθυγιεινά και πέθανε μέσα σε ένα έτος από την μέρα που είχε βρεθεί. Αλλά το κορίτσι μεγάλωσε και πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του στην περιοχή ζώντας μια φυσιολογική ζωή. Με το χρόνο το πράσινο χρώμα εξασθένισε και μεταμορφώθηκε σαν έναν οποιοδήποτε κανονικό άνθρωπο.
Η κοπέλα έζησε πολλά χρόνια, παντρεύτηκε έναν άντρα από την περιοχή που ζούσε, από τότε ποτέ δεν δέχτηκε να δώσει περαιτέρω πληροφορίες για την καταγωγή της, και το πώς βρέθηκε στην περιοχή παρά μόνο ότι είχε προέλθει από ένα μέρος αποκαλούμενο ST στο οποίο ήταν μόνιμα τα πάντα σκοτεινά. Ήταν ένα μέρος όπου δεν υπήρχε ήλιος, παρά μόνο ένα μόνιμο μουντό λυκόφως. Είπε ότι ακολουθούσαν τα κοπάδια τους (πιθανώς πράσινων προβάτων ή κάτι τέτοιο) όταν μπήκαν σε ένα υπόγειο πέρασμα και σκόνταψαν έξω, από την άλλη πλευρά, στο φωτεινό μέρος του ήλιου στο Woolpit.
Ίσως και χωρίς να μπορούμε να το μάθουμε ποτέ όλη αυτή η περίεργη ιστορία να συσχετίζεται με τις θεωρίες της Κούφιας Γης.