Λειτουργοί της Μαγείας: Θεραπευτές και Μάντεις

 


Πλήθος στοιχεία μαρτυρούν ότι οι μοναχοί μελετούσαν ιατρική μέσα στα μοναστήρια, και έκαναν ό,τι μπορούσαν για να αφομοιώσουν και να μεταβιβάσουν στην εποχή τους τις ιατρικές γνώσεις της αρχαιότητας. Όταν ο Κασσιόδωρος (487 - 583) παρουσίασε ένα πρόγραμμα μαθημάτων για μοναχούς, πρότεινε σαν βιβλιο­γραφία ένα βοτανολόγιο του Διοσκουρίδη, έργα του Ιπποκράτη, του Γαληνού και άλλων Ελλήνων και Λατίνων συγγραφέων που ασχολούνταν με την ιατρική. Οι μοναχοί ήταν αυτοί που στους πρώτους αιώνες του Μεσαίωνα αντέγραψαν τα χειρόγραφα αυ­τών και άλλων κλασικών συγγραφέων. Αυτό δε σημαίνει ότι οι μο­ναχοί εκπαιδεύονταν για να γίνουν γιατροί. Οι ιατρικές γνώσεις ήταν ένα μικρό κομμάτι της γενικής μόρφωσης που έπρεπε να έχουν, ένα τμήμα της κληρονομιάς της αρχαιότητας. Κάθε μονα­στήρι έπρεπε να έχει ένα αναρρωτήριο για τα άρρωστα και ηλι­κιωμένα μέλη του, και εκεί κυρίως οι μοναχοί έθεταν σε εφαρμογή τις γνώσεις που είχαν αποκτήσει. Πρόσφεραν επίσης τις υπηρε­σίες τους σε άπορους, ταξιδιώτες και προσκυνητές που τύχαινε να επισκεφτούν το μοναστήρι τους. Σε πολλές περιπτώσεις η ανάγκη για την περίθαλψη ατόμων που δεν ζούσαν στο μοναστή­ρι οδήγησε στην ανάπτυξη μιας πρώιμης μορφής νοσοκομείων, ξεχωριστά από τα θεραπευτήρια των μοναχών. Γύρω στα 940, για παράδειγμα, ένα τέτοιο νοσοκομείο ιδρύθηκε στο Flixton του Yorkshire. Ορισμένοι μάλιστα μοναχοί είχαν τέτοια κατάρτιση, ώστε ήταν περιζήτητοι και έξω από τα μοναστήρια από μη κληρι­κούς ασθενείς, ακόμα και από άτομα που ανήκαν στη βασιλική οικογένεια.

Μπορούμε να πούμε ότι οι μοναχοί χρησιμοποιούσαν μαγικές θεραπείες ή καλύτερα αυτό που οι μεταγενέστεροι συγγραφείς αποκάλεσαν μαγεία, στο βαθμό που η κλασική ιατρική συμπεριλάμβανε μαγικά στοιχεία ή στο βαθμό που υιοθετούσαν νέες μορ­φές ιατρικής μαγείας από την κουλτούρα της εποχής τους. Οι ίδι­οι οι μοναχοί των πρώτων μεσαιωνικών χρόνων αρνούνταν ότι αυτό που έκαναν είχε σχέση με τις μαγικές τέχνες. Αντίθετα, χρησιμοποιούσαν ανεπιφύλακτα το μανδραγόρα, για τις μυστηριώδεις θεραπευτικές του ιδιότητες, και άλλα μάγια για να διώ­ξουν τα "έλφα" που προκαλούσαν αρρώστιες.

Οι μοναχοί δεν ήταν οι μόνοι θεραπευτές κατά τον πρώιμο Με­σαίωνα. Υπήρχαν επίσης και πρακτικοί γιατροί που δεν ανήκαν στον κλήρο, τους οποίους στην Αγγλία αποκαλούσαν "βδέλλες" αλλά δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα γι' αυτούς. Προφανώς ορι­σμένοι από αυτούς ήταν πλανόδιοι. Είχαν λάβει κάποια εκπαίδευ­ση, περισσότερο πρακτική παρά θεωρητική, μαθητεύοντας πιθα­νώς κοντά σε έμπειρους θεραπευτές. Ίσως και αυτοί να είχαν πρόσβαση στα ιατρικά συγγράμματα της αρχαιότητας, μολονότι δεν είχαν σπουδάσει στα μοναστήρια και οι γνώσεις τους πρέπει να βασίζονταν κυρίως στην παραδοσιακή ιατρική και την άτυπη παρατήρηση. Αν και είναι δύσκολο να κάνουμε συγκρίσεις, φαίνε­ται ότι χρησιμοποιούσαν πιο συχνά από τους μοναχούς μορφές ιατρικής που οι κατοπινοί συγγραφείς θα χαρακτήριζαν μαγικές.

Όσα είπαμε για τους μοναχούς ισχύουν και για τον επισκοπι­κό κλήρο — τουλάχιστον για εκείνους τους ιερείς που είχαν λά­βει κάποια συστηματική εκπαίδευση. Σύμφωνα με τον Rabanus Maurus όλοι οι κληρικοί έπρεπε να έχουν γνώσεις ιατρικής, αλ­λά η πραγματικότητα ήταν πολύ διαφορετική: μόνο ένα μικρό κομμάτι του κλήρου κατάφερνε να αποκτήσει έστω και υποτυ­πώδη μόρφωση. Φαίνεται ότι, τουλάχιστον ως το δέκατο τρίτο αιώνα, οι κληρικοί των αγροτικών περιοχών ήταν αυτοί που πρωτοστάτησαν στην καθιέρωση κάθε είδους τελετουργιών συ­ντρέχοντας πρόθυμα τους κατοίκους των ενοριών τους στις διάφορες υποθέσεις τους με τελετές και άλλα μέσα, συχνά δι­κής τους επινόησης. Προέρχονταν κυρίως από οικογένειες χω­ρικών και, πέρα από κάποιες γνώσεις λατινικής, η μόρφωσή τους ήταν συνήθως υποτυπώδης. Η εκπαίδευσή τους, όπως και των πρακτικών θεραπευτών, ήταν κυρίως ένα είδος μαθητείας. Οι επίσκοποι, μετά το δέκατο τρίτο αιώνα, προσπάθησαν να διορθώσουν την κατάσταση: επιχείρησαν να επιβάλουν αυστη­ρότερα κριτήρια για την εκπαίδευση του τοπικού κλήρου και να εξαλείψουν τη χρήση μαγικών και δεισιδαιμονιών τελετουρ­γιών. Δεν κατάφεραν όμως σοβαρά πράγματα, καθώς πάλευαν ενάντια σε βαθιά ριζωμένα έθιμα.

Αν και οι ιερείς των ενοριών είχαν κάποιες γνώσεις ιατρικής, δεν ασχολούνταν και τόσο με την ιαματική μαγεία. Το είδος των καθηκόντων που ήταν πιθανό να έχει ο ιερέας ενός χωριού, φαί­νεται καθαρά από μια τελετή του δωδέκατου αιώνα για τα άγονα χωράφια. Η τελετή διαρκεί μια ολόκληρη ημέρα, αρχίζοντας πριν την ανατολή του ήλιου με το σκάψιμο της άγονης γης σε τέσσε­ρα σημεία της. Ο ιερέας της ενορίας πρέπει να ραντίσει αυτά τα τέσσερα σημεία με αγιασμό, λάδι, γάλα και μέλι, κομμάτια από δέντρα και βότανα, ενώ απαγγέλλει στα λατινικά τα λόγια που εί­πε ο Θεός στον Αδάμ και την Εύα, "Να είστε καρπεροί και να πολλαπλασιαστείτε και να γεμίσετε τη γη" (Γέννεση 1, 28), συνοδευόμενα από άλλες προσευχές. Ύστερα, αυτό το αγιασμένο χώμα μεταφέρεται στην εκκλησία, όπου ο ιερέας ψέλνει τέσσε­ρις λειτουργίες. Πριν τη δύση ήλιου, το ευλογημένο χώμα μετα­φέρεται πίσω στα χωράφια, όπου, ενισχυμένο μετά από την ολοήμερη τελετουργία, σκορπίζεται για να φέρει γονιμότητα σ' όλη την άκαρπη γη. Οι απλοϊκές τελετές αυτού του είδους μπο­ρεί να μην έχουν σχέση με τη μαγεία και να διατηρούν ανόθευτο το θρησκευτικό τους χαρακτήρα, αλλά δυνατότητα συνδυασμού αυτών των δύο είναι πάντοτε παρούσα.

Εκτός από τους λαϊκούς θεραπευτές και τους παπάδες των ενο­ριών που είχαν μόνο μια υποτυπώδη παιδεία, υπήρχαν και άλλοι πρακτικοί γιατροί με ακόμα λιγότερα τυπικά προσόντα. Στις περισ­σότερες κοινωνίες συναντούμε πρακτικούς θεραπευτές και μά­ντεις που αναγνωρίζονται σαν "ειδικοί" από τους πελάτες τους και όχι από κάποιες αρχές και διορισμένους δασκάλους. Διάφοροι άν­θρωποι μπορούν να πάρουν αυτή τη θέση μέσα σε μια κοινωνία. Οι σύγχρονοι μελετητές των λαϊκών παραδόσεων ανακάλυψαν πως η άσκηση της παραδοσιακής ιατρικής δεν ακολουθεί παντού στην Ευρώπη τους ίδιους κανόνες. Σε ορισμένες περιοχές οι θεραπευ­τές είναι στην πλειοψηφία τους γυναίκες, σε άλλες άντρες. Σε με­ρικές περιπτώσεις τα μυστικά της θεραπείας μπορούν να μεταδο­θούν μόνο από γυναίκες σε γυναίκες ή από άντρες σε άντρες, ενώ σε άλλες περιοχές το φύλο πρέπει να αλλάζει σε κάθε μετα­βίβαση. Σε κάποια μέρη πάλι πιστεύουν ότι οι θεραπευτές κατέ­χουν κληρονομικές δυνάμεις, και ότι, αν τα μάγια περάσουν σε άτομα που δεν έχουν αυτά τα χαρίσματα, χάνουν την ισχύ τους — ενώ αλλού οι δυνάμεις αυτές δεν είναι κληρονομικές, αλλά αποκτούνται με συγκεκριμένες διαδικασίες. Δεν έχουμε στοιχεία από συστηματική παρατήρηση για τη μεσαιωνική Ευρώπη, αλλά κι εκεί­νη την εποχή η κατάσταση δε θα ήταν λιγότερο σύνθετη.

Όπως είναι δύσκολο να ορίσουμε, γενικά, τι είδους άτομα γίνο­νταν πρακτικοί θεραπευτές, είναι επίσης μάταιο να γενικεύσουμε τις παρατηρήσεις μας σχετικά με τις τεχνικές που χρησιμοποιού­σαν. Μπορούμε, ωστόσο, να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα από την ιστορία της Matteuccia Francisci, μιας γυναίκας από το Todi, που δικάστηκε το 1428 για χρήση διάφορων μαγικών τεχνι­κών. Μάθαινε τους ανθρώπους να γιατρεύουν παίρνοντας ένα κόκαλο από αβάπτιστο μωρό και πηγαίνοντάς το σ' ένα σταυρο­δρόμι. Εκεί το έθαβαν, έλεγαν διάφορα μαγικά λόγια και προσευ­χές καθημερινά και για εννιά ημέρες. Ήξερε πώς να "λύνει" τις κατάρες. Κάποτε ένας άντρας βρήκε ένα φτερό στο μαξιλάρι του και υποπτεύθηκε πως κάποιος προσπαθούσε να του κάνει μάγια. Το πήγε στη Matteuccia και εκείνη, αφού έλυσε τα μάγια λέγοντας ένα ξόρκι, είπε στον πελάτη της να πάρει το φτερό στο σπίτι του και να το κάψει. Η Matteuccia μπορούσε επίσης να απαλλάξει κά­ποιον από μια αρρώστια μεταφέροντάς τη σ' έναν άλλο άνθρωπο. Αυτό έγινε στην περίπτωση ενός ανάπηρου πελάτη της: έφτιαξε ένα ποτό από τριάντα διαφορετικά βότανα, ισχυροποίησε τη δρά­ση του μ' ένα ξόρκι κι έπειτα το σκόρπισε στο δρόμο έτσι ώστε η αναπηρία να περάσει τώρα από τον πελάτη της σε κάποιον ανύ­ποπτο διαβάτη. Έδωσε επίσης μια αντισυλληπτική συνταγή στην ερωμένη κάποιου παπά: θα έπρεπε να πάρει στάχτες από την κα­μένη οπλή ενός θηλυκού μουλαριού, να τις ανακατέψει με κρασί και να πιει το μείγμα. Αλλά η ειδικότητα της Matteuccia ήταν η ερωτική μαγεία. Απάγγελλε ξόρκια πάνω από βότανα και τα έδινε ύστερα στις πελάτισσές της σαν ερωτικά φίλτρα. Έδινε στις γυ­ναίκες υγρά παρασκευάσματα για τα μαλλιά και το πρόσωπο τους, που μπορούσαν να κάνουν τους άντρες να τις αγαπήσουν. Όταν η ερωμένη ενός παπά παραπονέθηκε πως αυτός δεν κοιμόταν πια μαζί της και πως την έδερνε, η Matteuccia πήρε ένα κέρινο εί­δωλο που συμβόλιζε την καρδιά του παπά, το έριξε στη φωτιά και έβαλε την πελάτισσά της να απαγγείλει κάποια λόγια. Μετά την τελετή αυτή το πάθος του ιερέα για τη γυναίκα αναζωπυρώθηκε και της ήταν πάλι πιστός.

Η Matteuccia ήταν προφανώς επαγγελματίας. Η φήμη της είχε απλωθεί και έξω από την πόλη και πλήθος πελάτες έρχονταν σ' αυτή για να πετύχουν κάθε λογής μαγικά με αντάλλαγμα χρήμα­τα. Δεν ήταν βέβαια όλοι οι λαϊκοί θεραπευτές τόσο τολμηροί όσο αυτή. Άλλοι φοβόνταν να χρησιμοποιήσουν απροκάλυπτα μα­γικές τεχνικές και άλλοι είχαν περισσότερους ηθικούς ενδοια­σμούς όσον αφορά τους σκοπούς που εξυπηρετούσαν. Όμως υπήρχαν και άλλοι, ακόμα πιο ριψοκίνδυνοι από αυτή, για παρά­δειγμα, οι ανεπίσημοι εξορκιστές, που αναλάμβαναν τη θεραπεία όσων είχαν καταλάβει οι δαίμονες. Ο Θεολόγος Ιωάννης της Φρανκφούρτης δεν ανεχόταν αυτόν τον υπερβολικό ζήλο όσων καταγίνονταν με την εκδίωξη δαιμόνων. Οι λαϊκοί εξορκιστές, σχολιάζει, εκμεταλλεύονται ανθρώπους που υποφέρουν από κά­ποια φυσική ασθένεια και προσπαθούν να τους γιατρέψουν με βάρβαρες ιεροτελεστίες βασανίζοντάς τους με κρύο νερό, στραγγαλίζοντάς τους και δέρνοντάς τους με βίτσες. Αν τα θύ­ματά τους δεν έχουν χάσει ήδη τα λογικά τους, μετά από αυτή τη μεταχείριση καταλήγουν σίγουρα στην τρέλα. Έχουμε στοιχεία για έναν τέτοιο εξορκιστή που κατοικούσε σε μια περιοχή κοντά στη Φλωρεντία και ανταγωνιζόταν τον τοπικό κλήρο. Χρησιμοποι­ώντας παράξενες τελετές με ένα καντήλι και ξόρκια, κατάφερε να γιατρέψει ένα δεκάχρονο κορίτσι, αν και το παιδί καταπονήθη­κε πολύ από τη σκληρή δοκιμασία του εξορκισμού.

Εκτός από τους θεραπευτές, υπήρχαν και οι μάντεις [diviners ή fortune-tellers]. Χωρίς αμφιβολία αυτές οι κατηγορίες επικαλύ­πτονταν και υπήρχαν σίγουρα μοναχοί και ιερείς που ασχολού­νταν παράλληλα και με τη μαντική. Υπάρχουν εγχειρίδια μαντι­κής που γράφτηκαν από μοναχούς — είτε για άλλους μοναχούς είτε για λαϊκούς — αν και συχνά η ταυτότητα του συγγραφέα ή του αναγνωστικού κοινού είναι δύσκολο να καθοριστεί. Όταν η δούκισσα του Γκλόσεστερ στα 1441 θέλησε να βεβαιωθεί για την καλή τύχη του συζύγου της, ένα από τα άτομα στα οποία κατέ­φυγε ήταν η Margery Jourdemayne, γνωστή "μάγισσα" που φη­μιζόταν για τις μαντικές της ικανότητες. Μαζί με δυο διακεκρι­μένους επιστήμονες από την Οξφόρδη, έναν αστρολόγο και ένα γιατρό, η Μάρτζερι πρόσφερε τις υπηρεσίες της στη δού- κισσα προβλέποντας το μέλλον του δούκα και κάνοντας εικονι­κή μαγεία για να εξασφαλίσει τη διαδοχή του στο θρόνο. Αυτό, τουλάχιστον, ισχυρίστηκαν οι συνήγοροι τους όταν η τριάδα οδηγήθηκε στο δικαστήριο. Το αν έκαναν κι άλλες μαγικές τελε­τές, είναι, άγνωστο.

Οι δραστηριότητες των λαϊκών θεραπευτών συνδέονται με την αύξηση του αριθμού των γιατρών που είχαν πανεπιστημιακά δι­πλώματα, γύρω στο δωδέκατο αιώνα. Βέβαια μπορούσε κανείς και παλαιότερα να αποκτήσει πανεπιστημιακή μόρφωση στην ια­τρική — από το δέκατο κιόλας αιώνα λειτουργούσε στο Σαλέρνο ιατρική σχολή. Η ανάπτυξη των πανεπιστημίων κατά το δέκατο τρίτο αιώνα έκανε δυνατή μια πιο συστηματική ιατρική εκπαίδευ­ση, η οποία ενσωματώθηκε στο πρόγραμμα σπουδών της σχολα­στικής παιδείας που εμφανίστηκε αργότερα. Μετά την πολύχρο­νη παρακολούθηση μιας σειράς μαθημάτων και τη συμμετοχή σε εξετάσεις, μπορούσε κανείς να αναγνωριστεί, τυπικά πλέον, για­τρός. Ίσως θα περίμενε κανείς ότι η άνθηση του ιατρικού επαγ­γέλματος είχε σαν συνέπεια την κατάργηση των μαγικών τεχνι­κών. Αυτό όμως δε συνέβη. Παρότι τα συγγράμματα εξακολου­θούσαν να είναι η βάση της ιατρικής εκπαίδευσης, η διάκριση ανά­μεσα στην ιατρική και τη μαγεία παρέμεινε το ίδιο ασαφής όσο και στην αρχαιότητα.

Οι πρακτικοί θεραπευτές της παλιάς σχολής εξακολουθούσαν να έχουν ζήτηση, κυρίως στα φτωχά λαϊκά στρώματα, που δεν εί­χαν την οικονομική δυνατότητα να συμβουλευτούν γιατρούς με πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Η διαμάχη δεν άργησε να ξεσπάσει; οι γιατροί που είχαν επίσημα διπλώματα άρχισαν να αμφισβητούν το δικαίωμα των άλλων θεραπευτών να εξασκούν την τέχνη τους. Οι συγγραφείς ιατρικών έργων, εμποτισμένοι με την τυπική ιατρι­κή θεωρία, εξαπέλυαν πύρινους λόγους ενάντια σε εκείνους που είχαν μόνο μια εμπειρική γνώση των θεραπευτικών τεχνών. Στα μέσα του δέκατου τέταρτου αιώνα, οι πάπες υποστήριξαν τις προσπάθειες των γιατρών να απαγορεύσουν σε αμόρφωτους πρακτικούς θεραπευτές την παροχή ιατρικής βοήθειας σε ασθε­νείς. Το 1420, Άγγλοι γιατροί προσπάθησαν να περάσουν ένα νό­μο στο Κοινοβούλιο που να απαγορεύει την άσκηση της ιατρικής χωρίς πανεπιστημιακή εκπαίδευση, και ιδιαίτερα την ανάμειξη των γυναικών σε οποιαδήποτε μορφή ιατρικής θεραπείας. Παρ' όλα αυτά οι προσπάθειές τους αποδείχτηκαν μάταιες. Η διάκριση ανάμεσα στους γιατρούς και τους χειρουργούς δεν ήταν πάντοτε το ίδιο σαφής μέσα στη μεσαιωνική κουλτούρα. Συχνά οι όροι εναλλάσσονταν. Όταν όμως η ιατρική έγινε αντικείμενο μελέτης στα πανεπιστήμια, η βρόμικη δουλειά της χειρουργικής δεν περιλήφθηκε αρχικά στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα πολλών σχολών. Έτσι πρόβαλε μια πιο σαφής διάκριση: γιατροί ονομάζονταν όσοι είχαν πανεπιστημιακή μόρφωση και ασχολούνταν με την παθολο­γία [internal medicine], ενώ οι χειρουργοί είχαν διπλώματα με μι­κρότερο κύρος και "πετσόκοβαν" τους ανθρώπους. Από το δέκα­το τρίτο αιώνα και στο εξής οι γιατροί έκαναν ό,τι μπορούσαν για να ισχυροποιήσουν την προνομιακή θέση και το κύρος τους απέ­ναντι στους χειρουργούς (και τους φαρμακοποιούς επίσης). Και οι χειρουργοί, από την πλευρά τους, προσπάθησαν να καταξιω­θούν επαγγελματικά ιδρύοντας δικές τους σχολές.

Ακόμα πιο χαμηλά στην κοινωνική κλίμακα βρίσκονταν οι κουρείς-χειρουργοί, οι οποίοι δεν κούρευαν απλά τους πελάτες τους αλλά έκαναν επίσης αφαιμάξεις και άλλες ιατρικές επεμβάσεις ή θεραπείες ρουτίνας. Η μεσαιωνική ιατρική βασιζόταν κατά μεγάλο μέρος στην αντίληψη πως οι χυμοί του σώματος πρέπει να διατη­ρούνται σε μια ορισμένη ισορροπία. Έτσι, οι τακτικές αφαιμάξεις ήταν η συνηθέστερη ιατρική θεραπεία για να ανακουφίζονται οι άνθρωποι από το πλεονάζον αίμα. Αυτές οι εγχειρήσεις μπορεί να ήταν συνηθισμένες και επουσιώδεις, όμως, και σ' αυτή την πε­ρίπτωση έπρεπε να έχει κανείς κάποιες γνώσεις για το πώς θα τρυπήσει το δέρμα, πόσο αίμα θα τραβήξει και πώς θα σταματήσει τη ροή. Η αποφυγή μόλυνσης δεν ήταν ακόμα αντικείμενο συστη­ματικής μελέτης, αλλά οι ειδικευμένοι κουρείς-χειρουργοί θα πρέ­πει να γνώριζαν ότι υπάρχουν ορισμένες ημέρες του μήνα, ή του χρόνου, κατά τις οποίες δεν πρέπει να γίνει αφαίμαξη στον ασθε­νή και προφανώς μπορούσαν να σταθμίσουν την επικινδυνότητα των επεμβάσεών τους.

Οι χειρουργοί και οι κουρείς-χειρουργοί ήταν ίσως λιγότερο επιρρεπείς στη μαγεία απ' όσο άλλοι θεραπευτές. Η "χειρωνακτι­κή" προσέγγιση της υγείας δεν τους άφηνε περιθώρια να καταφύ­γουν σε άλλες εξεζητημένες θεραπείες που κυριαρχούσαν στην παθολογία. Όμως δεν ήταν εντελώς ανεπηρέαστοι από τη γοη­τεία της μαγείας. Ο αρχιεπίσκοπος της Φλωρεντίας, Αντωνίνος Πιερότζι (πέθανε το 1459) αναφέρει στην αυτοβιογραφία του ότι επισκέφτηκε κάποτε έναν κουρέα-χειρουργό της περιοχής και, ενώ αυτός τον περιποιόταν, ο κληρικός τον ρώτησε πώς είχε αποκτήσει γνώσεις ιατρικής χωρίς να γνωρίζει λατινικά. Ο κουρέ- ας-χειρουργός απάντησε με αφέλεια ότι κάποιος μοναχός του εί­χε δώσει ένα βιβλίο και από κει έμαθε όλα όσα χρειαζόταν να ξέ­ρει. Ο αρχιεπίσκοπος του ζήτησε τότε να δει το βιβλίο και ο κου­ρέας τού το έδειξε πρόθυμα. Ο Αντωνίνος διαπίστωσε έκπληκτος ότι το χειρόγραφο ήταν γεμάτο με ξόρκια "και σημεία και πράγμα­τα που είχαν σχέση με τις δυνάμεις του κακού και τις μαγικές τέ­χνες". Δεν ξέρουμε πώς θα πρέπει να ερμηνεύσουμε αυτόν το χαρακτηρισμό. Θα μπορούσε κάλλιστα να ταιριάζει σε μια συλλο­γή κειμένων, όπως αυτή του εγχειριδίου του Μονάχου, αν και ο μπαρμπέρης-χειρουργός δεν θα μπορούσε να βρει πολλές πλη­ροφορίες σχετικές με τη δουλειά του σ' ένα τέτοιο βιβλίο. Το πι­θανότερο είναι ότι το χειρόγραφο περιείχε συνταγές παρόμοιες με εκείνες του εγχειριδίου του Μονάχου, οπότε σ' αυτήν την πε­ρίπτωση η αντίδραση του αρχιεπισκόπου ήταν υπερβολική.

Τα ιατρικά εγχειρίδια της μεσαιωνικής Ευρώπης περιείχαν συχνά πληροφορίες για θέματα γυναικολογίας και μαιευτικής, πράγμα που σημαίνει ότι οι γενικοί πρακτικοί γιατροί (για να χρησιμοποιή­σουμε τη σύγχρονη ορολογία) πιθανόν να ασχολούνταν και με αυτές τις περιπτώσεις. Για βοήθεια στη γέννα, όμως, οι περισσό­τεροι άνθρωποι δεν απευθύνονταν σε γιατρούς, αλλά σε μαμές. Και αυτές επίσης μπορεί να χρησιμοποιούσαν μεθόδους που χα­ρακτηρίζονταν μαγικές: πολλά στοιχεία αποκαλύπτουν τη χρήση διάφορων ειδών φυλαχτών για τη γέννα ενός παιδιού και οι μαμές θα πρέπει να ήξεραν και να χρησιμοποιούσαν αυτές τις τεχνικές. Στους επόμενους αιώνες του Μεσαίωνα, όταν το κύρος του ιατρι­κού επαγγέλματος είχε αυξηθεί σημαντικά και αναγνωρίστηκε πλέον η ανάγκη για το νομικό έλεγχο και την κατοχύρωσή του, οι μαμές σε διάφορα μέρη της Ευρώπης δεν μπορούσαν να εξα­σκούν την τέχνη τους χωρίς επίσημη άδεια. Παρ' όλα αυτά, η εκ­παίδευσή τους παρέμεινε περισσότερο πρακτική παρά θεωρητική και αναμφίβολα πολλοί άνθρωποι με ανώτερη μόρφωση θα τις θε­ωρούσαν αφελείς και αγράμματες. Δεν είναι, λοιπόν, παράξενο που αυτή η χωρίς γόητρο καριέρα παραχωρήθηκε στις γυναίκες και που αυτή ήταν ουσιαστικά η μόνη ιατρική φροντίδα που μπο­ρούσαν να παρέχουν οι γυναίκες εκείνη την εποχή.

Σε κάποιες περιπτώσεις, η σχέση της μαιευτικής με τη μαγεία δεν περιοριζόταν μόνο σε ξόρκια ή φυλαχτά. Στις αρχές του δέ­κατου τέταρτου αιώνα, στο Παρίσι, μια γυναίκα που ονομαζόταν Perrette εργαζόταν ως διπλωματούχος μαμή με πελάτισσες ακό­μα και από την αριστοκρατία. Παραβλέποντας τους όποιους κιν­δύνους ανέλαβε να γιατρέψει κάποιον ευγενή από λέπρα χρησι­μοποιώντας ανορθόδοξες μεθόδους: με αντάλλαγμα κάποιο χρη­ματικό ποσό είχε σχεδιάσει να πάρει το σώμα ενός βρέφους που γεννήθηκε νεκρό και να χρησιμοποιήσει το λίπος του για να πα­ρασκευάσει μια αλοιφή. Μετά από πολλούς δισταγμούς κατάφερε να εξασφαλίσει το απαραίτητο πτώμα, αλλά το μόνο που κατάφε- ρε ήταν να βρεθεί στη φυλακή με την κατηγορία της μαγείας. Τε­λικά, οι φίλοι της ζήτησαν από το βασιλιά χάρη κι έτσι γλίτωσε την καταδίκη.

Υπήρχαν όμως και άλλοι, εντελώς αγύρτες, οι οποίοι παινεύο­νταν για εντελώς ανύπαρκτα προσόντα. Ένας τέτοιος τσαρλα­τάνος, το 1382 στο Λονδίνο, θέλοντας να γιατρέψει μια γυναίκα της έδωσε ένα κομμάτι περγαμηνής που περιείχε μια προσευχή, η οποία, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, είχε μαγική δύναμη. Ένας άλλος, νωρίτερα τον ίδιο αιώνα, έκανε εισαγωγή χαλασμέ­νου κρέατος λύκων για τη θεραπευτική του αξία. Και στις δύο πε­ριπτώσεις οι αρχές επισήμαναν πως οι κατηγορούμενοι δεν ήταν γιατροί ή χειρουργοί. Εκτός από τις ανορθόδοξες μεθόδους θε­ραπείας που χρησιμοποιούσαν, κηρύχθηκαν ένοχοι πλαστοπρο­σωπίας.

Πολύ σύντομα οι γιατροί είχαν ν' αντιμετωπίσουν όχι μόνο τον ανταγωνισμό των παλαιότερων πρακτικών θεραπευτών, αλλά και ενός νέου είδους "επαγγελματιών": τους πλανόδιους επαίτες μοναχούς που είχαν γνώσεις ιατρικής. Οι ορδές των επαιτών (ή "ζητιάνων") οι οποίοι ήταν μέλη μοναχικών ταγμάτων, όπως οι Φραγκισκανοί και οι Δομινικανοί, εμφανίστηκαν το δέκατο τρίτο αιώνα. Διακρίνονταν για τα κηρύγματά τους και άλλες θρησκευτι­κές υπηρεσίες που πρόσφεραν, κυρίως στις πόλεις, και είχαν τε­ράστια επιρροή στον κόσμο. Πολλοί από αυτούς φοιτούσαν σε πανεπιστήμια και σύντομα διέπρεπαν ως λόγιοι. Όσοι είχαν ακο­λουθήσει ένα ελεύθερο πρόγραμμα σπουδών συνήθως είχαν κάποιες πολύ γενικές και επιπόλαιες γνώσεις ιατρικής, ενώ άλ­λοι ασχολούνταν πιο ειδικά μ' αυτή, αν και δεν τους επιτρεπόταν να αποκτήσουν ιατρικά διπλώματα. Υπάρχουν στοιχεία για Δομι­νικανούς και Φραγκισκανούς που παρείχαν ιατρική φροντίδα σε αρρώστους, ιδιαίτερα σε όσους δεν είχαν οικονομική δυνατότη­τα να συμβουλευτούν κάποιον επαγγελματία γιατρό. Μια ιατρική πραγματεία που αποδίδεται σε κάποιον μοναχό Ράντολφ (ή άλ­λοτε μοναχό Ρόλαντ), απευθύνεται κυρίως σ' αυτούς που θα ήθελαν "να βοηθήσουν τους φτωχούς ανθρώπους του λαού που, όταν αρρωσταίνουν, δεν έχουν τις γνώσεις για να βοηθήσουν τον εαυτό τους, ή τη δυνατότητα να συμβουλευτούν κάποιο για­τρό". Αντλώντας στοιχεία από τις πιο έγκυρες πηγές της επο­χής, ο συγγραφέας εκθέτει συστηματικά όλες τις βασικές αρχές της ιατρικής.

Τέλος, υπήρχαν και οι άσχετοι: άνθρωποι σαν το συγγραφέα του εγχειριδίου του Wolfsthurn, οι οποίοι, μολονότι δεν είχαν κα­μιά εμπειρία σε ιατρικά θέματα, κατέφευγαν αδίστακτα σε μαγικές τεχνικές, κατάλληλες για την αντιμετώπιση προβλημάτων της κα­θημερινής ζωής. Κατά το δέκατο τέταρτο και το δέκατο πέμπτο αιώνα, η μείωση του αναλφαβητισμού των λαϊκών τάξεων και η διάδοση της χρήσης του χαρτιού για την παραγωγή βιβλίων (αντί της περγαμηνής που ήταν ακριβότερη) συντέλεσαν ώστε να πλημμυρίσουν οι ευρωπαϊκές πόλεις με λαϊκά αναγνώσματα κάθε είδους. Ιατρικά συγγράμματα δίδασκαν στους ανθρώπους να για­τρεύονται μόνοι τους: πώς να κάνουν αφαιμάξεις, πώς να εξετά­ζουν τα ούρα τους, ποια βότανα να χρησιμοποιούν για να θερα­πεύσουν τις αδιαθεσίες τους. Τα βιβλία με μαγικά ξόρκια γνώρι­σαν άνθηση εκείνη την εποχή. Εγχειρίδια μαντικής, που ήταν γνωστά μόνο στους κύκλους των μοναχών και των κληρικών, άρ­χισαν τώρα να χρησιμοποιούνται πλατιά και από τις λαϊκές τά­ξεις. Όλο αυτό το υλικό, καθώς και άλλα κείμενα, που στο παρελ­θόν κυκλοφορούσαν μόνο στα λατινικά, άρχισαν να μεταφράζο­νται σε διάφορες ευρωπαϊκές γλώσσες. Ο όψιμος Μεσαίωνας δεν ήταν μόνο η εποχή που γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση η λαϊκή εκ­παίδευση. Ήταν επίσης το απόγειο της μαγείας. Κανένας δε χρει­αζόταν πλέον να είναι ειδικός. Ο καθένας μπορούσε να μάθει τις μαγικές τέχνες και τελικά πολλοί επιδόθηκαν σ' αυτές.

Αυτοί, λοιπόν, είναι τα πρόσωπα του δράματος [dramatis personae], οι χαρακτήρες που θα δούμε στη σκηνή της ευρωπαϊ­κής μαγείας. Είναι μια ανομοιογενής παρέα και η αλληλεπίδραση των μελών της ήταν απρόβλεπτη. Όμως, είναι βέβαιο ότι σχεδόν καμιά μορφή μαγείας δεν ήταν αποκλειστικό προνόμιο κάποιας από αυτές τις ομάδες. Ο Φλωρεντινός κουρέας-χειρουργός διδά­χτηκε τη μαγεία από ένα βιβλίο που του έδωσε κάποιος μοναχός. Η Margery Jourdemayne συνεργαζόταν με κληρικούς στις από­κρυφες τέχνες. Οι επαγγελματίες ζήλευαν τους μη επαγγελματίες, οι οποίοι επωφελούνταν από το έργο των πρώτων αυτοσχε­διάζοντας με βάση τις πληροφορίες που έπαιρναν από εγχειρίδια εκλαϊκευμένης ιατρικής. Το πνεύμα της εποχής δεν ήταν παντού το ίδιο, αλλά οι διαφορές που υπήρχαν — κοινωνικές, επαγγελ­ματικές και γεωγραφικές — μεταβάλλονταν γρήγορα.

Delete this element to display blogger navbar

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
 
Powered by alito v2 2013