Το αίνιγμα του Molyneux
"Υπέθεσε έναν άνθρωπο γεννημένο τυφλό, και τώρα ενήλικο, και μαθημένο μέσω της αφής του να διακρίνει μεταξύ ενός κύβου και μιας σφαίρας του ίδιου μετάλλου και σχεδόν του ίδιου μεγέθους, έτσι ώστε να μπορεί να καταλάβει όταν αγγίζει το ένα και το άλλο ποιος είναι ο κύβος και ποια η σφαίρα. Υπέθεσε μετά τον κύβο και τη σφαίρα να έχουν τοποθετηθεί σε ένα τραπέζι και ο τυφλός να μπορεί να δει. Ερωτώ, εάν μέσω της όρασης, πριν να τα αγγίξει, θα μπορούσε τώρα να διακρίνει και να πει, ποιο είναι η σφαίρα και ποιος ο κύβος; Στο οποίο, ο ακριβής και σκεπτόμενος απαντάει: «Όχι, διότι αν και απέκτησε την εμπειρία του πώς μια σφαίρα και πώς ένας κύβος επηρεάζει την αφή του, ωστόσο δεν έχει ακόμα αποκτήσει την εμπειρία, ώστε ότι επηρεάζει την αφή του να πρέπει να επηρεάζει την όρασή του με τον ίδιο τρόπο."
Στο ερώτημα απάντησε ο Locke στο An Essay Concerning Human Understanding:
"Συμφωνώ με αυτόν τον σκεπτόμενο κύριο, τον οποίο είμαι περήφανος να καλώ φίλο μου, στην απάντησή του σ' αυτό το πρόβλημα και είμαι της γνώμης ότι ο τυφλός άνθρωπος, με την πρώτη ματιά δε θα μπορούσε με σιγουριά να καταλάβει ποια θα ήταν η σφαίρα και ποιος ο κύβος, ενώ μονάχα θα τα έβλεπε. Αν και θα μπορούσε άψογα να τα κατονομάσει μέσω της αφής του και σίγουρα να τα διακρίνει από τη διαφορά της ψηλάφησης της μορφής τους."
Για τους φιλοσόφους της εποχής, το να απαντήσουν την ερώτηση του Molyneux θα έλυνε μια θεμελιώδη αμφιβολία σχετικά με τον ανθρώπινο νου. Οι εμπειριστές πίστευαν ότι γεννιόμαστε σαν λευκοί πίνακες και ότι γινόμαστε το σύνολο των αποκτημένων εμπειριών μας, ενώ σύμφωνα με άλλες απόψεις οι νόες μας είναι ήδη γεμάτοι με ιδέες που περιμένουν να ενεργοποιηθούν μέσω της όρασης, της ακοής και της αφής. Θεωρούσαν πώς εάν ένας τυφλός αποκτούσε ξαφνικά ξανά την όρασή του και μπορούσε με μιας να διακρίνει τον κύβο από τη σφαίρα, αυτό θα σήμαινε ότι η γνώση είναι κατά κάποιον τρόπο εγγενής. Και αυτή η διαφωνία αναφορικά με το έμφυτο ή επίκτητο (το γεννιέσαι ή γίνεσαι) συνεχίζεται πλέον στις έρευνες της νευροεπιστήμης.
«Η ομορφιά του αινίγματος του Molyneux είναι ότι επίσης σχετίζεται με το πώς σχηματίζονται αναπαραστάσεις στον εγκέφαλο» είπε ο Pawan Sinha, καθηγητής στο MIT της Βοστόνης και κύριος σχεδιαστής της επιστημονικής έρευνας. «Σχηματίζουν οι διαφορετικές αισθήσεις την ίδια κοινή αναπαράσταση, ή πρόκειται για ανεξάρτητες αναπαραστάσεις στις οποίες δε μπορεί κανείς να έχει πρόσβαση παρόλο που έχουν σχηματιστεί από μια άλλη αίσθηση;»
Πρόσφατες έρευνες έχουν προτείνει ότι οι νοητικές εικόνες που αποκτούμε μέσω της όρασης και της αφής δημιουργούν στην πραγματικότητα μια κοινή δεξαμενή από εντυπώσεις που μπορούν να ενεργοποιηθούν και να ανακτηθούν από τη μία ή την άλλη αίσθηση. Αλλά μέχρι τώρα κανείς δεν είχε μπορέσει να σχεδιάσει ένα καθοριστικό πείραμα.
Το πρόβλημα ήταν το να βρεθούν ερευνητικά υποκείμενα. Θα έπρεπε να είναι εκ γενετής τυφλά άτομα και στη συνέχεια να ανέκτησαν την όρασή τους αλλά σε ηλικία που να μπορούν να συμμετάσχουν στην έρευνα. Οι περισσότερες περιπτώσεις ιάσιμης εκ γενετής τύφλωσης ωστόσο, αναγνωρίζεται και θεραπεύεται από τη νηπιακή ηλικία. Είναι λοιπόν σπάνιο να βρεθούν άτομα κατάλληλα για την έρευνα, τουλάχιστον για τις πλούσιες χώρες.
Έτσι, το 2003 ο Sinha οργάνωσε ένα πρόγραμμα στην Ινδία σε συνεργασία με το φιλανθρωπικό Νοσοκομείο Shroff Charity Eye στο Νέο Δελχί. Ανάμεσα στους πολλούς ασθενείς που αντιμετώπισε, βρήκε πέντε άτομα, τέσσερα αγόρια και ένα κορίτσι, με ηλικίες από οκτώ έως δεκαεπτά, που πληρούσαν τα κριτήρια για εγχείρηση η οποία σχεδόν αμέσως θα τους έφερνε από την πλήρη τύφλωση στην πλήρη ικανότητα όρασης.
Μετά από την αφαίρεση των επιδέσμων οι ερευνητές έπρεπε να διαπιστώσουν ότι οι εθελοντές μπορούσαν να δουν καλά. Χρησιμοποιώντας αντικείμενα που έμοιαζαν με τουβλάκια τύπου Lego, έλεγξαν την ικανότητα οπτικής διάκρισης μεταξύ όμοιων σχημάτων. Τα υποκείμενα πέτυχαν σε ποσοστό περίπου εκατό τοις εκατό. Πέτυχαν σχεδόν τόσο καλά όσο και όταν έπρεπε να καταλάβουν τη διαφορά μονάχα μέσω της αφής, σύμφωνα με την έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Nature Neuroscience.
Για το σημαντικό τεστ ωστόσο, στο οποίο τα παιδιά αρχικά άγγιζαν ένα αντικείμενο και στη συνέχεια προσπαθούσαν να διακρίνουν οπτικά μεταξύ του ίδιου αντικειμένου και ενός παρόμοιου, τα αποτελέσματα ήταν μόλις καλύτερα από το να είχαν απλώς μαντέψει. «Δεν μπορούσαν να σχηματίσουν τη σύνδεση», είπε ο Yuri Ostrovsky, επίσης ερευνητής στο MIT και συνεργάτης ερευνητής στην εν λόγω έρευνα. «Το συμπέρασμα είναι πως δε φαίνεται να υπάρχει διαθέσιμη κάποια δια-αισθητική (δηλαδή από τη μία αίσθηση στην άλλη) αναπαράσταση για να κάνει το έργο της διάκρισης», δήλωσε.
Έτσι, η απάντηση στην ερώτηση του Molyneux φαίνεται να είναι «όχι»: Οι απτικές πληροφορίες που συλλέγουν οι τυφλοί και που τους επιτρέπουν να διακρίνουν ένα φλιτζάνι από ένα βάζο δεν είναι προσβάσιμες μέσω της όρασης. Τουλάχιστον, όχι με την πρώτη.
«Από μια νευροεπιστημονική άποψη, το πιο ενδιαφέρον εύρημα είναι η ταχύτητα με την οποία αυτή η ανικανότητα αντισταθμίστηκε,» είπε ο Richard Held, επίτιμος καθηγητής στο MIT και επικεφαλής ερευνητής της μελέτης. «Γίνεται μέσα σε περίπου μια βδομάδα και αυτό είναι πολύ γρήγορο. Μας εξέπληξε», δήλωσε.
Τα συνολικά αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι πιο «πλαστικός» ή εύπλαστος, για περισσότερο διάστημα στην παιδική ηλικία από αυτό που θεωρούνταν, είπαν οι ερευνητές. Σύμφωνα με τον Sinha, αυτό αντικρούει το δόγμα των «κρίσιμων περιόδων», σύμφωνα με το οποίο εάν ένα παιδί έχει αποστερηθεί την όραση τα πρώτα τρία ή τέσσερα χρόνια της ζωής του, δε θα μπορέσει να επανακτήσει μεγάλο μέρος της.