Αν το σύνορο ανάμεσα στη φυσική
μαγεία και τη θρησκεία είναι ασαφές στην περίπτωση των φαρμακευτικών βοτάνων,
είναι ακόμα δυσκολότερο να διακρίνουμε το μαγικό από το θρησκευτικό στοιχείο
στους λεκτικούς τύπους θεραπείας. Εδώ διακρίνουμε τρεις βασικές κατηγορίες: α)
τις προσευχές, που έχουν τη μορφή έκκλησης και απευθύνονται στο Θεό, το Χριστό,
την Παναγία ή κάποιον άγιο, β) τις ευλογίες, που έχουν τη μορφή ευχών και
απευθύνονται στους ασθενείς, και γ) τις εκκλήσεις ή εξορκισμούς, που έχουν τη
μορφή εντολών και απευθύνονται στην ίδια την αρρώστια ή τον ιό, ή το δαίμονα,
το έλφα ή σ' όποιον άλλο παράγοντα θεωρούσαν υπεύθυνο γι' αυτή. Ο όρος
"εξορκισμός" χρησιμοποιείται ειδικά για μια μακροσκελή ιεροτελεστία
που στρέφεται ρητά ενάντια στους δαίμονες, αλλά η διάκριση από τις εκκλήσεις
δεν είναι πάντοτε σαφής.
Είναι φανερό, ακόμα και από το
βιβλίο του Wolfsthurn, ότι οι μαγικές πρακτικές περιλαμβάνουν συχνά απαγγελία
προσευχών. Πρόκειται συνήθως για αποσπάσματα από τη χριστιανική λειτουργία,
που αποσυνδέονται από το γενικό πλαίσιο όπου ανήκουν και χρησιμοποιούνται με
εντελώς διαφορετική σημασία. Χρησιμοποιούνται επίσης οι καθιερωμένες προσευχές
που ήταν γνωστές σ' όλη τη χριστιανική κοινωνία: η Κυριακή Προσευχή, ο
Χαιρετισμός της Θεοτόκου, κάποτε και το Πιστεύω. Για να προστατέψει κανείς τα
ζωντανά του από το κακό, πρέπει κάθε βράδυ να ψέλνει — κάνοντας κύκλο γύρω
τους — τη φράση "Άγιος, Άγιος, Άγιος" από τη θεία λειτουργία. Αν
αυτές οι προσευχές χρησιμοποιούνταν μόνες τους, δεν θα υπήρχε λόγος να τις
χαρακτηρίσουμε μαγικές. Αν ένα ξόρκι για τον πονόδοντο αρχίζει με έκκληση στην
"Κυρά του Φεγγαριού", τότε πρόκειται χωρίς αμφιβολία για ένα
παγανιστικό κατάλοιπο, όμως στις περισσότερες περιπτώσεις οι προσευχές που
χρησιμοποιούνταν είναι καθαρά χριστιανικές. Συχνά τα εγχειρίδια συνιστούν την
τριπλή επανάληψη των προσευχών, και μολονότι θα μπορούσαμε να αποδώσουμε μαγική
σημασία σ' αυτό το στοιχείο, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι ο αριθμός τρία
συμβόλιζε την Αγία Τριάδα — η επανάληψη λοιπόν μπορεί να είχε καθαρά
θρησκευτικό χαρακτήρα. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι προσευχές συνδέονται με
μαγικά έθιμα ή ταμπού, όπως σ' ένα χειρόγραφο του δωδέκατου αιώνα, προφανώς
από τη Γερμανία, που προτείνει μια προσευχή η οποία πρέπει να γραφεί σε
τέσσερις όστιες. Ο ασθενής, ξυπόλητος, τρώει τις όστιες και έπειτα λέει άλλη
μια προσευχή. Όταν οι προσευχές συμπληρώνονται με τέτοια μαγικά στοιχεία,
αποκτούν μαγικό χαρακτήρα — όχι εξαιτίας των προθέσεων που έχουν, αλλά εξαιτίας
της έμφασης που δίνεται στην τήρηση κάποιων τύπων χωρίς συμβατικό θρησκευτικό
περιεχόμενο.
Το ίδιο ισχύει και για τις
ευλογίες, που έχουν τη γενική μορφή "Ο Θεός να σ' ευλογεί" ή "Ο
Θεός να σε γιατρέψει...". Αν χρησιμοποιούνταν μόνες τους, θα ήταν καθαρά
θρησκευτικές και όχι μαγικές. Ο θρησκευτικός χαρακτήρας αυτών των συνταγών
γίνεται απόλυτα σαφής όταν τα εγχειρίδια συνιστούν την απαγγελία κι άλλων
προσευχών, αφού κάποιος έχει ήδη γιατρευτεί. Σ' αυτή την περίπτωση οι προσευχές
δεν έχουν άμεσο πρακτικό αποτέλεσμα. Εκφράζουν απλώς την ευγνωμοσύνη στο Θεό
και τους αγίους του. Με λίγα λόγια, μπορεί οι προσευχές και οι ευλογίες να
υποβοηθούν τη μαγεία και να ενσωματώνονται σε μαγικές τελετές, αλλά το
περιεχόμενό τους δεν είναι μαγικό.
Οι εκκλήσεις είναι πιο
προβληματικές και απαιτούν λεπτομερέστερη έρευνα. Μερικές φορές πρόκειται για
απλές εντολές που επαναλαμβάνονται τρεις φορές. Ένα σύντομο αγγλοσαξονικό ξόρκι
είναι αυτό: "Πέταξε, διάβολε. Ο Χριστός σε καταδιώκει. Όταν γεννιέται ο
Χριστός ο πόνος φεύγει". Μια γερμανική έκκληση, που απευθύνεται σ' ένα
μικρόβιο, το διατάζει να "εξέλθει" από το μυελό του αρρώστου και να
περάσει στις φλέβες του, έπειτα από τις φλέβες να περάσει στη σάρκα και ούτω
καθεξής, ώσπου να εγκαταλείψει εντελώς το σώμα. Την ίδια αντίληψη για την προοδευτική
εξασθένηση της αρρώστιας βρίσκουμε και σ' ένα ξόρκι για μια κύστη:
Ας αναλωθείς σαν το κάρβουνο στην
πυροστιά. Ας συρρικνωθείς σαν την κουτσουλιά πάνω στον τοίχο. Ας εξατμιστείς
σαν το νερό μέσα στον κάδο. Ας γίνεις τόσο μικρή όσο ένας κόκκος λιναρόσπορου
και ακόμα μικρότερη από την άκρη του ποδιού μιας αράχνης. Ας μικρύνεις τόσο,
ώστε να γίνεις ένα τίποτα".
Συχνά η αναφορά σε ιερά πρόσωπα,
πράγματα ή γεγονότα ενισχύει την αποτελεσματικότητα της έκκλησης. Η αρρώστια,
ή ο δαίμονας, εξορκίζεται με το σταυρό, με το αίμα του Χριστού, με την ταφή
του, με την Ημέρα της Κρίσεως. Επιπλέον, η έκκληση απευθύνεται στην αρρώστια, ή
στην αιτία της — και όχι στο Θεό ή κάποιον άγιο, ενώ η αρρώστια διατάζεται
"στο όνομα", ή "από τη δύναμη" κάποιου άγιου προσώπου ή
αντικειμένου. Αυτό δε σημαίνει απαραίτητα ότι ο μεσαιωνικός άνθρωπος έδινε
στην ιεροτελεστία μηχανικό ή δεσμευτικό χαρακτήρα. Μια εντολή δεν αποκλείει το
ενδεχόμενο της άρνησης. Η αρρώστια, ή ο δαίμονας, μπορεί να μην αποχωρήσει. Ο
θεραπευτής αντιμάχεται την κακή δύναμη της αρρώστιας και υπολογίζει στη βοήθεια
των ιερών δυνάμεων για να κατατροπώσει τον αντίπαλό του.
Τα ιερά συμβάντα της Βίβλου και της
χριστιανικής παράδοσης που αναφέρονται στις ευλογίες και τις εκκλήσεις
λειτουργούν συχνά όχι μόνο σαν πηγές δύναμης αλλά και σαν αρχετυπικά γεγονότα,
ευθέως ανάλογα με την ίδια τη θεραπευτική διαδικασία. Όπως ακριβώς η λόγχη του
Λογκίνου διαπέρασε το πλευρό του Χριστού και βγήκε από το σώμα του, έτσι και
κάποιο σιδερένιο αντικείμενο μπορεί να βγει από το σώμα ενός πληγωμένου. Όπως
ακριβώς η Παναγία ένιωσε βαθιά οδύνη βλέποντας το Χριστό στο σταυρό, έτσι
"πρέπει να υποφέρεις και συ, ω μικρόβιο!". Ένα από τα πιο δημοφιλή
ξόρκια αυτού του είδους ήταν αυτό του Ιορδάνη το οποίο ανάγεται στον ένατο ή
δέκατο αιώνα. Στην αρχική εκδοχή του ο Χριστός και ο Άγιος Ιωάννης φτάνουν
στον ποταμό Ιορδάνη, και εκεί ο Χριστός λέει στα νερά να σταματήσουν να ρέουν.
Μεταγενέστερες παραλλαγές της ιστορίας αναφέρονται στη βάφτιση του Χριστού
στον Ιορδάνη, ή σ' ένα αποκρυφιστικό μύθο, που περιγράφει ο πώς ο Χριστός και ο
Ιωάννης (ή η Παναγία) σταμάτησαν το χείμαρρο για να μπορέσουν να περάσουν στην
απέναντι όχθη. Το σταμάτημα του νερού γίνεται ένα αρχέτυπο για την πήξη του
αίματος. Αν το ξόρκι έχει τη μορφή ευλογίας, τότε ακολουθεί τη γενική ιδέα του
παρακάτω παραδείγματος: Όπως ακριβώς σταμάτησε ο Ιορδάνης, έτσι και το αίμα
σου ας σταματήσει να τρέχει". Επίσης, μπορεί η έκκληση να απευθύνεται
άμεσα στο αίμα. Σε μεταγενέστερες εκδοχές το ξόρκι αυτό μετατρέπεται σε
έκκληση ενάντια σε αρρώστια, όπλα, φωτιά, ζώα, ακόμα και σε κλέφτες, και όλα
αυτά διατάζονται ανάλογα με την περίπτωση να μείνουν ακίνητα, όπως ο Ιορδάνης
ποταμός.
Άλλες φορές τα ξόρκια απαιτούν
μεγαλύτερο κύρος, αν αποδοθούν σε κάποιον Άγιο. Το "ξόρκι του Αγίου
Γουλιέλμου", για παράδειγμα, δόθηκε σύμφωνα με το μύθο στον άγιο από τον
ίδιο το Χριστό για τη θεραπεία των μικροβίων, των ελκών, των φλεγμονών, και
της ποδάγρας. Επίσης λέγεται πως ο Άγιος Ευστάθιος επινόησε ένα ξόρκι για να
βοηθήσει μια γυναίκα που υπέφερε από δυνατούς πόνους. Μια συνηθισμένη παραλλαγή
αυτού του θέματος είναι η ευλογία, ή η έκκληση, που ενσωματώνεται σε μια
αποκρυφιστική ιστορία, όπου ένας ήρωας του μύθου λέει τα θεραπευτικά λόγια. Σ'
αυτές τις περιπτώσεις ο μύθος στο σύνολό του γίνεται ξόρκι. Το ξόρκι για τον
πονόδοντο από το βιβλίο του Wolfsthurn είναι μια ενδεικτική περίπτωση. Όταν ο
Χριστός βρίσκει τον Πέτρο καθισμένο σ' ένα βράχο να κρατά το σαγόνι του, γιατί
ένα μικρόβιο σαπίζει το δόντι του, εξορκίζει το μικρόβιο ή τον πονόδοντο να
φύγει. Ένα ξόρκι που ανάγεται σε πρώιμες εβραϊκές και βυζαντινές πηγές είναι
αυτό στο οποίο τρεις άγγελοι, προχωρώντας στο όρος Σινά, συναντούν ένα
δαίμονα. Τον ρωτούν πού πηγαίνει και αυτός τους απαντά πως πάει να βασανίσει
κάποιον άνθρωπο. Οι άγγελοι τον εξορκίζουν στο όνομα του Πατρός, του Υιού και
του Αγίου Πνεύματος, καθώς και του Αβραάμ, του Ισαάκ, του Ιακώβ, όλων των
πατριαρχών, προφητών, αποστόλων, μαρτύρων, ομολογητών, παρθένων, και όλων των
αγίων του Θεού, να μην πειράξει τον άνθρωπο. Η παλαιότερη δυτική εκδοχή αυτού
του μύθου βρίσκεται σ' ένα λατινικό κείμενο του δέκατου αιώνα. Άλλα
μεταγενέστερα παραδείγματα μιλούν για περισσότερους δαίμονες, οι οποίοι
αραδιάζουν ένα μεγάλο κατάλογο από ανθρώπινα όργανα και μέλη του σώματος που
θέλουν να βλάψουν όταν επιτεθούν στα θύματά τους.
Όπως είδαμε, ξόρκια συναντούμε και
παλαιότερα στην κουλτούρα των παγανιστών της Βόρειας Ευρώπης. Όταν οι περιοχές
αυτές εκχριστιανίστηκαν τα ξόρκια αυτά καταγράφηκαν και προσαρμόστηκαν στο
πλαίσιο της χριστιανικής θρησκείας, Σ' ένα μεταγενέστερο στάδιο, γύρω στον
ενδέκατο αιώνα, οι χριστιανοί μοναχοί και ιερείς άρχισαν να γράφουν νέα ξόρκια,
χωρίς ν' αντλούν στοιχεία από τα παγανιστικά μοντέλα. Πολλά απ' αυτά
εμφανίζονται χωρίς μεγάλες διαφορές σε πολλά σημεία της Ευρώπης και τούτο
οφείλεται μάλλον στην επικοινωνία τους από το ένα μοναστήρι στο άλλο. Γραμμένα
στα λατινικά, μεταφράστηκαν αργότερα στις διάφορες γλώσσες της Ευρώπης. Η
επόμενη φάση της εξέλιξής τους ήρθε γύρω στο δέκατο τέταρτο και δέκατο πέμπτο
αιώνα, με τη νέα άνοδο της επιρροής της λαϊκής κουλτούρας. Κάποιες συνταγές
γράφτηκαν απευθείας στα ντόπια γλωσσικά ιδιώματα ή αναδιατυπώθηκαν από τα
λατινικά σε παραδοσιακές ποιητικές φόρμες αυτών των ιδιωμάτων. Ένα παράδειγμα
του είδους αυτού, το ξόρκι με τα τρία άνθη — που το συναντούμε για πρώτη φορά
σ' ένα γαλλοσουηδικό χειρόγραφο του 1429 — μιλά για τρία ρόδα που άνθιζαν σ'
έναν κήπο, πιθανώς στον τάφο του Ιησού. Σε κάποιες παραλλαγές το ξόρκι αρχίζει
στο πρώτο ενικό πρόσωπο: "Πήγα σ' έναν κήπο..." και συνεχίζει
αναφέροντας πάντοτε τα ονόματα των τριών ρόδων. Το τρίτο ρόδο ονομάζεται
συνήθως "Αίμα Μείνε Ακίνητο" ή κάτι ανάλογο. Το δημοτικό ποίημα
τελειώνει σαν θεραπευτικό ξόρκι.
Μολονότι τα ξόρκια προέρχονταν από
τη λαϊκή κουλτούρα και αναπτύχθηκαν από μοναχούς, χρησιμοποιούνταν επίσης και
από γιατρούς. Ο Ιωάννης του Γκάντεσντεν (1280-1361) — ένας γιατρός της
βασιλικής αυλής την εποχή του Εδουάρδου Β’, και αυθεντία σε θέματα της
επιστήμης του σύμφωνα με τον Chaucer — συνιστούσε τη χρήση τέτοιων μεθόδων και
αντέγραψε αρκετά ξόρκια για τις ευεργετικές επιδράσεις που τυχόν είχαν, παρά
τον σκεπτικισμό που εξέφρασε ο συνάδελφός του Ιωάννης του Μίρφιλντ από το
νοσοκομείο του Αγίου Βαρθολομαίου.
Οι εξορκισμοί, που είναι συνήθως
μεγαλύτεροι σε έκταση από τα ξόρκια, περιέχουν ένα συνονθύλευμα στοιχείων από
τη λαϊκή παράδοση και χριστιανική λατρεία. Δεν υπήρχε αυστηρή διάκριση ανάμεσα
στους επίσημους εξορκισμούς του ανώτερου κλήρου και τους λαϊκούς εξορκισμούς
που είχαν επινοήσει κατώτεροι κληρικοί και άνθρωποι του λαού. Η Εκκλησία δεν
είχε ακόμα καθιερώσει ιεροτελεστίες γενικής χρήσης για την αποπομπή των δαιμόνων,
γι' αυτό οι εξορκισμοί ήταν ανακατεμένοι [ad hoc] ή πρόχειροι και βασίζονταν
στην έμπνευση όσων τους χρησιμοποιούσαν. Σε κάποιες περιπτώσεις θύμιζαν κοινές
χριστιανικές τελετές, ακόμα κι αν περιείχαν στοιχεία της λαϊκής παράδοσης:
Στο όνομα του Πατρός και του Υιού
και του Αγίου Πνεύματος, αμήν. Σας εξορκίζω, ω έλφα, και κάθε είδους δαίμονες,
της μέρας ή της νύχτας, στον Πατέρα και τον Υιό και το Αγιο Πνεύμα και στην
αδιαίρετη Αγία Τριάδα και με την παράκληση στην υπερευλογημένη και δοξαστή
Αειπάρθενο Μαρία, στις προσευχές των προφητών, στην αρετή των πατριαρχών, στις
ικεσίες των αγγέλων και αρχαγγέλων, στις παρακλήσεις των Αποστόλων, στο πάθος
των μαρτύρων, στην πίστη των ομολογητών. Στην αγνότητα των παρθένων, στις
παρακλήσεις όλων των αγίων, και στους Επτά Υπνώττες των οποίων τα ονόματα είναι
Μάλχος, Μαξιμιανός, Διονύσιος, Ιωάννης, Κωνσταντίνος, Σεραφείμ και Μαρτιμάνος,
και στο όνομα του Κυρίου + Α + Γ + Λ + Α +, που είναι ευλογημένο εις πάντας
τους αιώνας, να μην πειράξεις ούτε να υποκινήσεις τίποτε κακό ενάντια στο δούλο
του Θεού Ν., ούτε όταν κοιμάται ούτε όταν είναι ξύπνιος. + Ο Χριστός νικά + Ο
Χριστός βασιλεύει + Ο Χριστός διατάζει + Ας μας ευλογεί ο Χριστός + [και] ας
μας προστατεύει από κάθε κακό + Αμήν".
Κάθε φορά που ο εξορκιστής βρίσκει
σημειωμένο στη σελίδα σταυρό πρέπει να κάνει το σημείο του σταυρού μπροστά στο
άτομο για το οποίο γίνεται η τελετή. Αλλού οι εξορκισμοί εμπνέονται κυρίως από
τη λαϊκή παράδοση, όπως σε έναν που αρχίζει με την "επίκληση" και τον
"εξορκισμό" των έλφα και όλων των διαβολικών εχθρών (οι λέξεις
coniuro και adiuro χρησιμοποιούνται εναλλακτικά αντί της "εντολής").
Ο εξορκιστής ζητά από όλους τους αγίους να εκδιώξουν αυτά τα "καταραμένα
έλφα" στην αιώνια πύρινη κόλαση που τα περιμένει. Ζητά από τον Ιησού να
στείλει τις ευλογίες του για να σταματήσουν τα άθλια έλφα να πειράζουν τον
ασθενή στο κεφάλι ή στο μυαλό, τη μύτη, το λαιμό, το στόμα, τα μάτια, τα χέρια
και άλλα μέλη και όργανα του σώματος. Προστάζει την Ηράρτεμη [Heradiana], την
"κωφάλαλη μητέρα των μοχθηρών ξωτικών", να φύγει. Καθώς προχωρά ο
εξορκισμός αλλάζει συνεχώς πρόσωπα και απευθύνεται μια στον ασθενή, μια στα
έλφα και μια στις ουράνιες δυνάμεις.
Αν ο μαγικός χαρακτήρας των δύο
παραπάνω εξορκισμών δεν είναι ίσως τόσο εμφανής, δε συμβαίνει το ίδιο και με
αυτόν που ακολουθεί. Αν κάποιος δει έναν άντρα ή γυναίκα που έχει καταληφθεί
από δαίμονα — αναφέρει το σχετικό χειρόγραφο — θα πρέπει να πάρει ένα κομμάτι
περγαμηνής και να γράψει επάνω το σημείο του σταυρού και την εισαγωγή του κατά
Ιωάννη Ευαγγελίου. Στη συνέχεια, πρέπει να ξύσει την περγαμηνή σβήνοντας τις λέξεις,
να μαζέψει τα υπολείμματα σ' ένα δοχείο και να τα δώσει στο δαιμονισμένο να τα
πιει με αγιασμένο νερό. Αν η πρώτη δόση δε φέρει αποτελέσματα, ακολουθεί
δεύτερη ή και τρίτη ακόμα. Αυτό το "ξόρκι", καταλήγει το χειρόγραφο,
προέρχεται από την πιο έγκυρη πηγή: ένας δαίμονας το έμαθε σ' ένα από τα θύματα
του και είναι δοκιμασμένο και αποτελεσματικό.
Είδαμε ότι οι εκκλήσεις και οι
εξορκισμοί προορίζονταν κυρίως για όσους υποφέρουν σωματικά ή ψυχικά από τους
δαίμονες, όμως υπήρχαν κι άλλες χρήσεις. Εκκλήσεις απευθύνονταν ακόμα και στους
κλέφτες ή τους στρατιώτες ή τους δαίμονες που ήταν υπεύθυνοι για το χαλάζι,
όπως σ' ένα ξόρκι του ενδέκατου αιώνα: "Σε εξορκίζω, ω δαίμονα, εσένα και
τους αγγέλους σου... Σε εξορκίζω, ω Μαρμώ, εσένα και τους συντρόφους σου, εσένα
που εξουσιάζεις τις θύελλες". Αν και συνήθως τέτοιου είδους ξόρκια
χρησιμοποιούνταν για να απομακρύνουν δαιμονικά όντα, το ίδιο ύφος υιοθετούν
επίσης κείμενα που επιδιώκουν να εξασφαλίσουν τη συμπαράσταση και συνεργασία
ωφέλιμων για τον άνθρωπο όντων. Έτσι, σ' ένα χειρόγραφο του δέκατου τέταρτου
αιώνα συναντούμε ένα ξόρκι που απευθύνεται στις μέλισσες: "Σας εξορκίζω
στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, Ω εσείς υπηρέτριες
του Θεού που παράγετε κερί για χάρη του Θεού, μην πετάξετε μακριά μου και μη μ'
εγκαταλείψετε...".
Αν και τα περισσότερα ξόρκια
υπάγονται στις τρεις κατηγορίες που αναφέραμε, υπάρχει κι ένας τέταρτος τύπος,
λιγότερο συνηθισμένος, αλλά απροκάλυπτα μαγικός: οι επικλήσεις που εκφράζουν
το νόημα της συμπαθητικής μαγείας. Μια έγκυος γυναίκα που φοβάται μήπως
αποβάλει, ή μήπως το παιδί της γεννηθεί παραμορφωμένο, παίρνει τη συμβουλή να
περάσει τρεις φορές πάνω από έναν τάφο. Αν η τελετή περιοριζόταν σ' αυτό, θα
μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι πρόκειται για συμπαθητική μαγεία που εκφράζει
τη νίκη ενάντια στο θάνατο. Όμως, το νόημα της πράξης της εγκύου
διευκρινίζεται από ένα ξόρκι που πρέπει να πει καθώς δρασκελίζει τον τάφο:
"Αυτό σαν βοήθειά μου ενάντια στην κακή αργοπορημένη γέννα, αυτό σαν
βοήθειά μου ενάντια στην οδυνηρή άχαρη γέννα, αυτό σαν βοήθειά μου ενάντια στην
κακή, χωλή γέννα".
Από μια μεσαιωνική προοπτική τα
ξόρκια των τριών πρώτων κατηγοριών δεν έχουν, στην πλειοψηφία τους, σαφή
μαγικό χαρακτήρα. Όταν οι διανοητές των τελευταίων αιώνων του Μεσαίωνα άρχισαν
να συζητούν το θέμα της φυσικής μαγείας, ένα από τα ερωτήματα που τους
απασχόλησαν ήταν αν οι ίδιες οι λέξεις, όπως ορισμένα βότανα και άλλα φυσικά
αντικείμενα, κρύβουν ιδιαίτερες δυνάμεις. Πολλοί άνθρωποι πίστευαν ότι κάτι
τέτοιο είναι δυνατό και ότι αυτά τα ξόρκια είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Επομένως, για κάποιους ανθρώπους της εποχής εκείνης τα ξόρκια ήταν μαγεία.
Άλλοι πάλι δυσκολεύονταν πολύ να διακρίνουν τα ξόρκια από τις καθαρά
θρησκευτικές προσευχές. Τέλος, ίσως η πλειονότητα αυτών που τα χρησιμοποιούσαν
να μην ενδιαφέρθηκε ποτέ για το ερώτημα Αν τα ξόρκια "έπιαναν", αυτό
ήταν που τους ενδιέφερε, και όχι η ερμηνεία τους για τον τρόπο λειτουργίας
τους.