Η Μαγεία στην Ιρλανδική Λογοτεχνία




Η κελτική λογοτεχνία περιέχει μαγικά θέματα τα οποία, σε γενι­κές γραμμές, θυμίζουν περισσότερο τις έδες παρά τα ισλανδικά έπη. Όπως η λογοτεχνική παράδοση των Νορς, έτσι και αυτή της Ιρλανδίας και άλλων κελτικών περιοχών, μας έγινε γνωστή μέσα από συλλογές κειμένων που γράφτηκαν μετά το δωδέκατο αιώ­να. Τα παγανιστικά στοιχεία της είναι μνήμες μιας παλαιότερης κουλτούρας  με τη διαφορά ότι το προχριστιανικό παρελθόν ήταν για τους Ιρλανδούς πολύ πιο μακρινό. Επιπλέον, οι μνήμες της ιρλανδικής λογοτεχνίας συνδέονται περισσότερο με τη μυθο­λογία παρά με τις λαϊκές αντιλήψεις για το πώς τελούνταν η μα­γεία στην αληθινή ζωή. Με αυτή την έννοια, τα ιρλανδικά κείμενα μοιάζουν πιο πολύ με τις έδες απ' ό,τι με τα ισλανδικά έπη.

Η σχέση ανάμεσα στα ξωτικά και τα ανθρώπινα πλάσματα είναι ένα χαρακτηριστικό μοτίβο της ιρλανδικής παράδοσης. Για παρά­δειγμα, ένα έργο του δωδέκατου αιώνα μιλά για κάποιους κυνη­γούς που φτάνουν στο Λόφο των Ξωτικών, όπου κατοικούν είκο­σι οχτώ πολεμιστές μαζί με τις όμορφες γυναίκες τους. Οι κυνη­γοί δέχονται τη φιλοξενία και περνούν τη νύχτα στο λόφο. Ενα παλαιότερο ιρλανδικό κείμενο αφηγείται την ιστορία του Κονλ του Κοκκινομάλλη, που ακούει τη φωνή μιας ερωτευμένης και σα­γηνευτικής νεράιδας, Τον προσκαλεί να την ακολουθήσει στον Λόφο των Ξωτικών, όπου τα τραπέζια είναι πάντοτε στρωμένα με τις πιο υπέροχες λιχουδιές, όπου δεν υπάρχουν σκοτούρες ούτε θάνατος. Ο Κολν, που φοβάται μήπως τον μαγέψει, συμβουλεύε­ται κάποιο δρυίδη, κι αυτός του μαθαίνει ένα μουσικό ξόρκι που μπορεί να τον προφυλάξει από τη σαγήνη της. Η νεράιδα αποφα­σίζει να φύγει για κάποιο διάστημα. Όταν αποχαιρετά τον Κολν, του δίνει ένα μήλο, αυτός το τρώει και πέφτει σε βαθύ ύπνο για έναν ολόκληρο μήνα. Έπειτα η νεράιδα επιστρέφει, προειδοποιεί τον Κολν για τη δαιμονική δύναμη των δρυίδων, προφητεύει τον ερχομό του Αγίου Πατρικίου, που θα εκχριστιανίσει την Ιρλανδία, και γνέφει στον Κολν να την ακολουθήσει στην κρυστάλλινη βάρ­κα της. Τελικά ο ήρωας υποκύπτει στις παρακλήσεις της και κα­νείς δεν τον ξανασυναντά στον κόσμο των θνητών. Πρόκειται, χωρίς αμφιβολία, για τη χριστιανική εκδοχή κάποιου παλαιότερου μύθου. Η μεσαιωνική χριστιανοσύνη ταυτίζει συνήθως τα ξωτικά με τους δαίμονες, αλλά η νεράιδα της ιστορίας μας διαφέρει, αφού είναι προικισμένη με τις αρετές της καλοσύνης και της απο­στροφής των παγανιστικών δρυίδων. Όπως θα δούμε στο πέμπτο κεφάλαιο, η ίδια διάσταση προβάλλει και στις ιπποτικές μυθιστο­ρίες της Ευρώπης: τα ξωτικά έχουν καλές και κακές πλευρές και μολονότι μπορεί να αντιπροσωπεύουν έναν αρχέγονο παγανι­σμό, στον ίδιο βαθμό μπορεί να θεωρηθούν υποστηρικτές της χριστιανικής πίστης.

Συχνά τα θέματα που εμφανίζονται στη λαϊκή κελτική λογοτε­χνία τα συναντάμε επίσης στους βίους των αγίων. Και αυτά τα κεί­μενα σώζονται κυρίως στη μορφή που είχαν στον ώριμο Μεσαίωνα, πολύ μετά τον εκχριστιανισμό. Τόσο οι κοσμικοί όσο και οι άγιοι ήρωες, για παράδειγμα, μπορούσαν να επιβιώσουν για μεγάλα χρο­νικά διαστήματα κάτω από την επιφάνεια του νερού. Ο Άγιος Colman mac Luachain έμεινε κάποτε βυθισμένος μέσα στο νερό ένα ολόκληρο μερόνυχτο, ενώ τα πλάσματα του βυθού τον διασκέ­δαζαν διοργανώνοντας αγώνες ταχύτητας. Παίρνοντας ίσως στοι­χεία από παλαιότερες κελτικές ιστορίες για θεούς και ήρωες, οι βιογράφοι των Ιρλανδών αγίων αφηγούνται καταπληκτικές ιστο­ρίες για τη δύναμη που είχαν οι άγιοι να εξουσιάζουν τη φωτιά και το νερό: μπορούσαν να βγάζουν φωτιά από τις άκρες των δαχτύλων τους ή να τη μεταφέρουν στις παλάμες τους. Μπορούσαν επί­σης να βλάψουν τους εχθρούς τους με κατάρες και συχνά χρησι­μοποιούσαν αυτή τους τη δύναμη ενάντια σε κλέφτες, δρυίδες και άλλους εχθρούς των καλών και άγιων όντων. Όταν ένας δρυίδης ήρθε αντιμέτωπος με τον Άγιο Πατρίκιο (390-460), ο άγιος τον ανύ­ψωσε στον αέρα και έπειτα τον άφησε να πέσει πάνω στους βρά­χους, σαν το Σίμωνα το Μάγο. Ο Πατρίκιος προσκαλούσε τους δρυίδες σε διαγωνισμούς θαυματουργίας: σε μια ιστορία, ένας δρυί- δης που βρισκόταν σε μια καλύβα από χλωρά κλαδιά κάηκε ζωντα­νός, ενώ ο Πατρίκιος που βρισκόταν μέσα σε μια καλύβα από ξερά κλαδιά δεν έπαθε τίποτα, όταν αυτή έπιασε φωτιά. Χωρίς αμφιβο­λία μπορούμε να θεωρήσουμε αυτές τις ιστορίες σαν ασκήσεις αρετής. Μολονότι θα ήταν απλούστερο να δούμε τους αγίους σαν μάγους που πολεμούν με ξόρκια κι άλλα μέσα τους αντιπάλους τους, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι για τους συγγραφείς και τους ανα­γνώστες αυτής της λογοτεχνίας οι άγιοι δεν ήταν μάγοι, ακριβώς επειδή είχαν τη συμπαράσταση του Θεού. Διάφορα κείμενα μας υπενθυμίζουν ότι με τα θαύματά του ο Πατρίκιος δοξάζει τον εαυτό του και το Θεό. Οι δρυίδες, όπως και οι ιερείς της Βαάλ και ο Σίμωνας ο Μάγος, είναι οι πραγματικοί μάγοι, γιατί η δύναμή τους δεν έρχεται από το Θεό αλλά από τους δαίμονες.

Οι παραδόσεις των Νορς και η ιρλανδική λογοτεχνία — γενικό­τερα, η γερμανική και κελτική παράδοση — δείχνουν πως οι αντι­λήψεις των πρώτων χριστιανών συγγραφέων εξακολουθούσαν να επηρεάζουν σημαντικά τη μεσαιωνική Ευρώπη. Όταν οι συγγραφείς του Μεσαίωνα καταδίκαζαν τη μαγεία ως δαιμονική, στήριζαν τα επιχειρήματα τους στην εμπειρία των ιεραποστόλων, προπαγανδιστών και άλλων ανθρώπων της Εκκλησίας. Σε ορι­σμένες περιπτώσεις η μαγεία των Γερμανών και των Κελτών έκα­νε φανερά έκκληση σε παραδοσιακές θεότητες. Ακόμα κι όταν αυτό δε συνέβαινε, οι χριστιανοί σχολιαστές διέβλεπαν σ' αυτή μια αναβίωση της παγανιστικής λατρείας (και επομένως της λα­τρείας των δαιμόνων), απλά και μόνο γιατί η μαγεία βασιζόταν στην ίδια προχριστιανική κουλτούρα που συντηρούσε και ενθάρρυνε τη λατρεία των παλιών θεών. Όσοι ισχυρίζονταν ότι όλη η μαγεία είναι δαιμονική είχαν σχεδόν ομόθυμη τη συμπαράσταση των ιεραποστόλων της πρώιμης μεσαιωνικής Ευρώπης.


Delete this element to display blogger navbar

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
 
Powered by alito v2 2013