Η γεωφυσική έρευνα αντιμετωπίζει κάθε είδους προβλήματα. Όμως στην περίπτωση του βυζαντινού ναού της Αγίας Θεοδώρας στη Βάστα Μεγαλόπολης, οι επιστήμονες του Εργαστηρίου Γεωφυσικής του Πανεπιστημίου της Πάτρας βρέθηκαν αντιμέτωποι – ούτε λίγο ούτε πολύ - με ένα… θαύμα. .
Πράγματι, ο θρύλος λέει ότι τα δέντρα που φαίνονται να φυτρώνουν από τη σκεπή της μικρής εκκλησίας χωρίς ρίζες, δεν είναι παρά τα μαλλιά της νεαρής Θεοδώρας, μιας ενάρετης κοπέλας που θυσιάστηκε εδώ.
Φυσικά, οι ρίζες απλά προχωρούν μέσα από τους ίδιους τους τοίχους, όπως έδειξε και η γεωφυσική διερεύνηση που αφορούσε… όχι βέβαια το θαύμα, αλλά τη στατικότητα του κτιρίου.
Και οι οπαδοί του θαύματος μπορούν πάντως να είναι ευχαριστημένοι, αφού οι εργασίες αποκατάστασης, που έγιναν μεταξύ 1998 και 1999 από την Διεύθυνση Αναστηλώσεων Βυζαντινών και Μετα-Βυζαντινών Μνημείων, διαφύλαξαν τα δέντρα στην σκεπή.
Ο Βυζαντινός Ναός της Αγίας Θεοδώρας βρίσκεται κοντά στο ρέμα Κρύα του χωριού Βάστα, 30 χιλιόμετρα από τη Μεγαλόπολη. Η δημιουργία του συνδέεται με την ιστορία της ενάρετης Θεοδώρας που οι συνθήκες ανάγκασαν να παρουσιαστεί σαν νεαρός άνδρας. Ως στρατιώτης, αναδείχθηκε για τις ικανότητές της και έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης. Την ερωτεύθηκε όμως μία χωρική η οποία, αφού έμεινε έγκυος με κάποιον στρατιώτη, κατηγόρησε τη Θεοδώρα για την πράξη αυτή. Η γενναία Θεοδώρα, προτίμησε να πεθάνει παρά να φανερωθεί το μυστικό της και να βάλει σε κίνδυνο την οικογένειά της.
Ο θρύλος λέει ότι στο σημείο όπου εκτελέστηκε, το αίμα της έγινε ποτάμι και τα μαλλιά της δένδρα - τα δένδρα που υπάρχουν σήμερα στην οροφή της μικρής εκκλησίας, των οποίων οι ρίζες δεν φαίνονται ούτε στην οροφή ούτε γύρω από την εκκλησία. Τον Ναό επισκέπτονται χιλιάδες πιστών, γεγονός που καθιστούσε ιδιαίτερα δύσκολη οποιαδήποτε παρέμβαση, ειδικά αν είχε ως αποτέλεσμα κάποια αλλαγή σε σχέση με το «θαύμα».
Γεωφυσική έρευνα
Το καλοκαίρι του 1996, η Διεύθυνση Αναστηλώσεων Βυζαντινών και Μετα-Βυζαντινών Μνημείων ζήτησε από το Εργαστήριο Γεωφυσικής του Πανεπιστημίου Πάτρας, να διερευνήσει το πρόβλημα. Η στατικότητα του κτιρίου ήταν το κύριο πρόβλημα, αφού το βάρος των δέντρων της οροφής είναι ιδιαίτερα μεγάλο και υπήρχε κίνδυνος για το μνημείο.
Οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν (και ήταν η πρώτη φορά που γεωφυσικές μέθοδοι εφαρμόστηκαν με επιτυχία σε κτίριο στην Ελλάδα) ήταν τομογραφία γεωραντάρ και ηλεκτρική τομογραφία.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το ριζικό σύστημα των δένδρων έχει διεισδύσει στην πέτρινη κατασκευή των τοίχων, δημιουργώντας κενά. Μέσω αυτών φτάνει στο έδαφος, δημιουργώντας στην πραγματικότητα ένα πλέγμα που κρατάει το κτίριο όρθιο.
Οι εργασίες αποκατάστασης
Οι εργασίες αποκατάστασης έγιναν μεταξύ 1998-1999. Ο καθαρισμός και η αρμολόγηση της τοιχοποιίας έγιναν χωρίς τσιμεντενέσεις, ώστε να μην ξεραθούν οι ρίζες των δένδρων.
Για την προστασία των τοιχογραφιών (βάσει των οποίων η εκκλησία χρονολογείται στον 12ο αιώνα), αφού δόθηκε κανονικό σχήμα στην οροφή (τριγωνικό) και καθαρίστηκε από το μικρό στρώμα χώματος και φύλλων που υπήρχε, τοποθετήθηκε ασφαλτόπανο για προστασία από την υγρασία.
Τα δέντρα δεν πειράχθηκαν καθόλου. Το ασφαλτόπανο δέθηκε γύρω από κάθε δένδρο
με κολάρο ώστε να περιορίζεται στο ελάχιστο η υγρασία που περνάει κάτω από αυτό. Στη συνέχεια τοποθετήθηκε σκεπή από σχιστόπλακες (η οποία χρειάστηκε να κατασκευαστεί δύο φορές αφού την πρώτη έσπασαν ένα βράδυ οι "πιστοί").
Οι εργασίες περιλάμβαναν και βελτιώσεις στον χώρο γύρω και εξωτερικά της εκκλησίας. Υπάρχει επίσης μελέτη για την ολοκληρωτική ανάπλαση του περιβάλλοντος χώρου, (πέτρινη γέφυρα στο ποτάμι αντί της τσιμεντένιας, πλακόστρωση μεγαλύτερου τμήματος, δημιουργία χώρου στάθμευσης κλπ.), είναι όμως άγνωστο κατά πόσο θα μπορέσει να υλοποιηθεί, διότι η Αρχαιολογική Υπηρεσία έχει στο μεταξύ κηρύξει την περιοχή γύρω από την Εκκλησία ως «Ζώνη Α», όπου δηλαδή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί καμία οικοδομική δραστηριότητα.
Πράγματι, ο θρύλος λέει ότι τα δέντρα που φαίνονται να φυτρώνουν από τη σκεπή της μικρής εκκλησίας χωρίς ρίζες, δεν είναι παρά τα μαλλιά της νεαρής Θεοδώρας, μιας ενάρετης κοπέλας που θυσιάστηκε εδώ.
Φυσικά, οι ρίζες απλά προχωρούν μέσα από τους ίδιους τους τοίχους, όπως έδειξε και η γεωφυσική διερεύνηση που αφορούσε… όχι βέβαια το θαύμα, αλλά τη στατικότητα του κτιρίου.
Και οι οπαδοί του θαύματος μπορούν πάντως να είναι ευχαριστημένοι, αφού οι εργασίες αποκατάστασης, που έγιναν μεταξύ 1998 και 1999 από την Διεύθυνση Αναστηλώσεων Βυζαντινών και Μετα-Βυζαντινών Μνημείων, διαφύλαξαν τα δέντρα στην σκεπή.
Ο Βυζαντινός Ναός της Αγίας Θεοδώρας βρίσκεται κοντά στο ρέμα Κρύα του χωριού Βάστα, 30 χιλιόμετρα από τη Μεγαλόπολη. Η δημιουργία του συνδέεται με την ιστορία της ενάρετης Θεοδώρας που οι συνθήκες ανάγκασαν να παρουσιαστεί σαν νεαρός άνδρας. Ως στρατιώτης, αναδείχθηκε για τις ικανότητές της και έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης. Την ερωτεύθηκε όμως μία χωρική η οποία, αφού έμεινε έγκυος με κάποιον στρατιώτη, κατηγόρησε τη Θεοδώρα για την πράξη αυτή. Η γενναία Θεοδώρα, προτίμησε να πεθάνει παρά να φανερωθεί το μυστικό της και να βάλει σε κίνδυνο την οικογένειά της.
Ο θρύλος λέει ότι στο σημείο όπου εκτελέστηκε, το αίμα της έγινε ποτάμι και τα μαλλιά της δένδρα - τα δένδρα που υπάρχουν σήμερα στην οροφή της μικρής εκκλησίας, των οποίων οι ρίζες δεν φαίνονται ούτε στην οροφή ούτε γύρω από την εκκλησία. Τον Ναό επισκέπτονται χιλιάδες πιστών, γεγονός που καθιστούσε ιδιαίτερα δύσκολη οποιαδήποτε παρέμβαση, ειδικά αν είχε ως αποτέλεσμα κάποια αλλαγή σε σχέση με το «θαύμα».
Γεωφυσική έρευνα
Το καλοκαίρι του 1996, η Διεύθυνση Αναστηλώσεων Βυζαντινών και Μετα-Βυζαντινών Μνημείων ζήτησε από το Εργαστήριο Γεωφυσικής του Πανεπιστημίου Πάτρας, να διερευνήσει το πρόβλημα. Η στατικότητα του κτιρίου ήταν το κύριο πρόβλημα, αφού το βάρος των δέντρων της οροφής είναι ιδιαίτερα μεγάλο και υπήρχε κίνδυνος για το μνημείο.
Οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν (και ήταν η πρώτη φορά που γεωφυσικές μέθοδοι εφαρμόστηκαν με επιτυχία σε κτίριο στην Ελλάδα) ήταν τομογραφία γεωραντάρ και ηλεκτρική τομογραφία.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το ριζικό σύστημα των δένδρων έχει διεισδύσει στην πέτρινη κατασκευή των τοίχων, δημιουργώντας κενά. Μέσω αυτών φτάνει στο έδαφος, δημιουργώντας στην πραγματικότητα ένα πλέγμα που κρατάει το κτίριο όρθιο.
Οι εργασίες αποκατάστασης
Οι εργασίες αποκατάστασης έγιναν μεταξύ 1998-1999. Ο καθαρισμός και η αρμολόγηση της τοιχοποιίας έγιναν χωρίς τσιμεντενέσεις, ώστε να μην ξεραθούν οι ρίζες των δένδρων.
Για την προστασία των τοιχογραφιών (βάσει των οποίων η εκκλησία χρονολογείται στον 12ο αιώνα), αφού δόθηκε κανονικό σχήμα στην οροφή (τριγωνικό) και καθαρίστηκε από το μικρό στρώμα χώματος και φύλλων που υπήρχε, τοποθετήθηκε ασφαλτόπανο για προστασία από την υγρασία.
Τα δέντρα δεν πειράχθηκαν καθόλου. Το ασφαλτόπανο δέθηκε γύρω από κάθε δένδρο
με κολάρο ώστε να περιορίζεται στο ελάχιστο η υγρασία που περνάει κάτω από αυτό. Στη συνέχεια τοποθετήθηκε σκεπή από σχιστόπλακες (η οποία χρειάστηκε να κατασκευαστεί δύο φορές αφού την πρώτη έσπασαν ένα βράδυ οι "πιστοί").
Οι εργασίες περιλάμβαναν και βελτιώσεις στον χώρο γύρω και εξωτερικά της εκκλησίας. Υπάρχει επίσης μελέτη για την ολοκληρωτική ανάπλαση του περιβάλλοντος χώρου, (πέτρινη γέφυρα στο ποτάμι αντί της τσιμεντένιας, πλακόστρωση μεγαλύτερου τμήματος, δημιουργία χώρου στάθμευσης κλπ.), είναι όμως άγνωστο κατά πόσο θα μπορέσει να υλοποιηθεί, διότι η Αρχαιολογική Υπηρεσία έχει στο μεταξύ κηρύξει την περιοχή γύρω από την Εκκλησία ως «Ζώνη Α», όπου δηλαδή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί καμία οικοδομική δραστηριότητα.