Στις 21 Δεκεμβρίου του 1944, δύο ειδήσεις
μονοπώλησαν τα πρωτοσέλιδα των μεγαλύτερων εφημερίδων της Αμερικής. Δύο
ειδήσεις που διασώθηκαν με την πάροδο του χρόνου, αν και για
διαφορετικούς λόγους η κάθε μια. Για την πρώτη ξοδεύτηκαν τόννοι μελάνι,
γυρίστηκαν αμέτρητα ντοκυμαντέρ και δυο-τρεις ταινίες και αφορά σε μια
ιστορία ποταμών αίματος και μαζικής σφαγής, ενώ η δεύτερη συζητείται
ακόμη ανάμεσα σε τύπους σαν κι εμάς, που μας ενδιαφέρουν σφαγές
μικρότερης εμβέλειας!
Η πρώτη είδηση, λοιπόν, της 21ης Δεκεμβρίου του
1944, δεν ήταν άλλη από την Μάχη των Αρδεννών, όπου ενεπλάκησαν 800.000
άντρες και πάνω από 19.000 από αυτούς έπεσαν νεκροί, κάνοντας έτσι την
συγκεκριμένη σύρραξη την μεγαλύτερη και πιο αιματηρή μάχη που βίωσαν οι
αμερικανικές δυνάμεις κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Η δεύτερη είδηση
αφορούσε στη σύλληψη της Louise Peete για την δολοφονία της Margaret
Logan και είναι αυτή με την οποία θα ασχοληθούμε στο «Έγκλημα και
Τιμωρία».
Τα πρώτα χρόνια και η αυτονόμηση
H Peete γεννήθηκε ως Lofie Louise Preslar
στις 20 Σεπτεμβρίου του 1880 στο Bienville της Louisiana σε μιαν εύπορη
οικογένεια. Ο πατέρας της ήταν εκδότης της μεγαλύτερης εφημερίδας της
περιοχής και παρείχε στην θυγατέρα του πλήρη και ακριβή εκπαίδευση,
στέλνοντάς την στα καλύτερα ιδιωτικά σχολεία της New Orleans. Η Louise,
όντας ο ορισμός της «Νότιας καλλονής», είχε αρκετά ελευθεριάζουσα
συμπεριφορά, γεγονός που της δημιουργούσε προβλήματα κατά την εφηβία
της. Λίγο πριν ολοκληρώσει τις σπουδές της, αποβλήθηκε οριστικά από το
ακριβό, όσο και αυστηρό, σχολείο στο οποίο φοιτούσε, καθώς δραπέτευε
συχνά για να συναντήσει ευκαιριακούς εραστές.
Η αποβολή αυτή φάνηκε να είναι η ευκαιρία
που αποζητούσε η Louise, προκειμένου να πάρει τη ζωή στα χέρια της.
Επέστρεψε στο Bienville, όχι όμως και στην οικογενειακή εστία.
Εγκαταστάθηκε μόνη της σ’ ένα σπίτι και έκανε τον έρωτα επάγγελμα,
γεγονός που διέρρηξε οριστικά και αμετάκλητα τις σχέσεις με τους γονείς
και συγγενείς της.
Το 1903 παντρεύτηκε τον Henry Bosley,
έναν πλανόδιο πωλητή, τον οποίο συνόδευε στα ταξίδια του. Σε ένα από
αυτά, στο Dallas του Texas, το καλοκαίρι του 1906, ο Bosley συνέλαβε την
νεαρή του σύζυγο στο κρεββάτι με έναν ντόπιο πετρελαιά, γεγονός που του
ράγισε την καρδιά και τον οδήγησε στην αυτοκτονία, δυο μέρες αργότερα. Η
Louise πούλησε τα υπάρχοντα του Bosley, έφυγε από το Dallas και
εγκαταστάθηκε στο Shreveport, όπου εργάστηκε ως πόρνη, προκειμένου να
εξοικονομήσει τα απαραίτητα χρήματα για να πάει στην Boston.
Έκλυτος βίος και δολοφονίες
Η αλλαγή αυτή στην ζωή της δεν την
απογοήτευσε. Έκανε αυτό που ήξερε να κάνει καλά και απολάμβανε
–εργαζόταν ως πόρνη- και που της παρείχε την οικονομική άνεση που
επιθυμούσε. Είχε γίνει ένα call-girl πολυτελείας, διάσημη και περιζήτητη
ανάμεσα στον ανδρικό πληθυσμό της πόλης. Το κασέ της ήταν αρκετά υψηλό,
έτσι ώστε μόνο οι εύποροι κύριοι μπορούσαν να απολαμβάνουν την
συντροφιά της. Η Louise έκανε «κατ’ οίκον επισκέψεις», φροντίζοντας
ταυτόχρονα να ξαλαφρώνει τους πελάτες της από τα κοσμήματα των απουσών
συζύγων τους, πουλώντας όσα δεν της άρεσαν αρκετά ώστε να τα κρατήσει
για τον εαυτό της. Η απληστεία της, όμως, την έκανε απρόσεκτη και
συνελήφθη επ’ αυτοφόρω. Προκειμένου να αποφύγει την δίωξη και την
δημόσια έκθεση, άφησε την Boston για το Waco του Texas.
Εκεί η Louise στόχευσε ψηλά και πέτυχε τον Joe Appel,
έναν πάμπλουτο επιχειρηματία, ιδιοκτήτη όχι μόνο πολλών πετρελαιοπηγών
αλλά και μιας εκπληκτικής –όσο και ανυπολόγιστης αξίας- συλλογής
διαμαντιών, η οποία στόλιζε τα πολυάριθμα δαχτυλίδια του, την αγκράφα
της ζώνης του, ακόμα και τα κουμπιά των ρούχων του!
Μια εβδομάδα μετά την γνωριμία τους ο
Appel βρέθηκε νεκρός, με μια σφαίρα στο κρανίο, ενώ τα διαμάντια του
είχαν γίνει άφαντα. Κατά την προανάκριση η Louise ομολόγησε τον φόνο του
Appel, ισχυρίστηκε όμως ότι τον διέπραξε ευρισκόμενη σε νόμιμη άμυνα,
καθώς εκείνος προσπάθησε να την βιάσει. Προφανώς ήταν πολύ πειστική,
καθώς αφέθηκε ελεύθερη, χωρίς να της απαγγελθούν κατηφορίες. Τα
εξαφανισμένα διαμάντια δεν προβλημάτισαν κανέναν!
Το 1913 η Louise βρισκόταν και πάλι στο
Dallas. Οι «δουλειές» δεν πήγαιναν καλά και οι πολυάριθμες σπατάλες της
(αγαπούσε το ακριβό ντύσιμο και ιδιαιτέρως τα καπέλα, από τα οποία είχε
μια πλούσια συλλογή) την είχαν οδηγήσει σε οικονομικό αδιέξοδο. Για να
το ξεπεράσει παντρεύτηκε τον Harry Faurote,
έναν πολλά υποσχόμενο, σε οικονομικό επίπεδο, ξενοδόχο, τον οποίο δεν
δίστασε να απατήσει με έναν από τους πελάτες του. Ο Faurote, βαθειά
σοκαρισμένος από την συμπεριφορά της, κρεμάστηκε στο υπόγειο του
ξενοδοχείου.
Η Louise ξαναπήρε, για άλλη μια φορά, τους δρόμους και το 1915 κατέληξε στο Denver, όπου γνώρισε και παντρεύτηκε τον Richard Peete,
o οποίος δειγμάτιζε τα προϊόντα της εταιρίας όπου εργαζόταν, από πόρτα
σε πόρτα. Η Louise, το 1916, του χάρισε μια κόρη, όμως η οικογένεια δεν
στάθηκε ικανή να την κάνει να συμμαζευτεί. Τα πενιχρά εισοδήματα του
Richard δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν στην γυναίκα του τα λούσα και την
πολυτέλεια που επιθυμούσε, οπότε εκείνη εγκαταλείπει σύζυγο και παιδί
και φεύγει για το Los Angeles, το 1920.
Στην πόλη των αγγέλων η Louise, ψάχνοντας για ένα σπίτι να νοικιάσει, γνωρίζει τον Jacob Denton,
διευθυντή του τοπικού ορυχείου. Ο Denton είχε ένα σπίτι για νοίκιασμα, η
Louise όμως τον πείθει να το κρατήσει για τον εαυτό του και να συζήσει
μαζί της σ’ αυτό. Μετά από αρκετές εβδομάδες παθιασμένου σεξ, η Louise
του ζητά να την παντρευτεί. O Denton αρνείται κι αυτό ήταν το μοιραίο
λάθος του.
Η Louise έμοιαζε να μην είχε απογοητευτεί
από την άρνηση του Denton να την «αποκαταστήσει». Συνέχισε να ζει μαζί
του χαρούμενη και, μάλιστα, ζήτησε από τον επιστάτη του να της φέρει
έναν τόννο χώμα για το υπόγειο, όπου σκόπευε να καλλιεργήσει μανιτάρια,
σαν έκπληξη για τον Denton που τα αγαπούσε πολύ. Το χώμα μεταφέρθηκε στο
υπόγειο αλλά κανένα μανιτάρι δεν είχε φυτρώσει μέχρι τις 30 Μαΐου του
1920, οπότε ο Jacob Denton εξαφανίστηκε χωρίς ν’ αφήσει ίχνη.
Όταν οι φίλοι και οι γνωστοί του άρχισαν
να τον αναζητούν, η Louise εφηύρε μιαν απίθανη ιστορία για έναν
υποτιθέμενο καυγά που είχε ο Denton με μια «γυναίκα που έμοιαζε με
Σπανιόλα» και η οποία, σε μια στιγμή απίστευτης έντασης, του έκοψε το
χέρι με μια σπαθιά! Αν και επέζησε του τραύματος, ο Denton υποτίθεται
ότι ντρεπόταν για τον ακρωτηριασμό του και γι αυτόν τον λόγο κλείστηκε
σε μοναστήρι! Ύστερα από την ασφυκτική πίεση του δικηγόρου του Denton, η
Louise ανασκεύασε την ιστορία της και προσέθεσε κι ένα ακρωτηριασμένο
πόδι! Ο Jacob θα επέστρεφε μόλις ολοκληρονώταν η κατασκευή και εφαρμογή
του τεχνητού ποδιού.
Όσο απίστευτο κι αν ακούγεται, αυτές οι
γελοίες εξηγήσεις έπεισαν για κάμποσους μήνες τον κόσμο και η «κυρία
Denton» εξακολουθούσε να μένει στο σπίτι του εξαφανισμένου, να σπαταλά
την περιουσία του και να δίνει έξαλλα πάρτυ. Όμως τον Σεπτέμβριο,
τέσσερις μήνες μετά την εξαφάνιση του Denton, ο δικηγόρος του έπεισε την
αστυνομία να επέμβει και να ψάξει το σπίτι για οποιοδήποτε ίχνος του
άνδρα. Δεν άργησαν να τον ανακαλύψουν θαμμένο στο υπόγειο, στο χώμα που
προοριζόταν για την μανιτοκαλλιέργεια της Louise, με μια σφαίρα στο
κεφάλι. Η γυναίκα είχε εξαφανιστεί για να την ανακαλύψουν αργότερα στο
Denver, όπου υποδυόταν την μετανοιωμένη σύζυγο και μητέρα στο σπίτι του
Richard Peete. Φυσικά την συνέλαβαν και την οδήγησαν ενώπιον της
Δικαιοσύνης.
Συνεχίζεται