Νιρβάνα είναι μία λέξη που στα σανσκριτικά σημαίνει
‘’σβήσιμο φλόγας’’. Είναι μία έννοια που συναντάται ιδιαίτερα στα θρησκευτικά
δόγματα του Τζαϊνισμού και του Βουδισμού, η οποία παραμένει ακόμα και σήμερα
ιδιαίτερα αμφίσημη ως προς το περιεχόμενό της, κάνοντας πολλούς Βουδιστές να
έρχονται σε αντιπαράθεση μεταξύ τους.
Σύμφωνα με την πίστη του Βουδισμού, η νιρβάνα συμβολίζει μία
κατάσταση πλήρους ηρεμίας και αταραξίας, στην οποία το άτομο βρίσκεται σε
απόλυτη συναισθηματική γαλήνη.
Σύμφωνα με το Βουδισμό, ο άνθρωπος μετά το θάνατό του
επιστρέφει στη ζωή ξανά και ξανά παίρνοντας διάφορες μορφές, προσπαθώντας να
καθαρίσει και να αναγεννήσει το κάρμα του. Όμως, οι άνθρωποι που έχουν
καταφέρει να κατακτήσουν το στάδιο της κάθαρσης, βρίσκονται στον ουρανό
βιώνοντας μία κατάσταση σωματικής ηρεμίας και πνευματικής γαλήνης, τη Νιρβάνα.
Στον αρχέγονο Βουδισμό, η λέξη νιρβάνα συμβόλιζε την εκμηδένιση του πόνου και
όλων αυτών που φυλακίζουν τον άνθρωπο και δεν του επιτρέπουν να είναι
πραγματικά ελεύθερος. Στη νιρβάνα όλα τα στοιχεία της ύπαρξής μας βρίσκονται σε
απόλυτη ισορροπία και αρμονία.
Η έννοια του Νιρβάνα θα μπορούσε να σημαίνει και την ηρεμία
που αισθάνεται ένας άνθρωπος όταν απελευθερωθεί από κάθε υλική φροντίδα, η
λύτρωση από το μαρτύριο της ζωής και των κοσμικών εννοιών.
Αν εξαιρέσει κάποιος το θρησκευτικό και πνευματικό νόημα, οι
άνθρωποι θα είναι ελεύθεροι όταν αποδεσμευτούν από τις γήινες έννοιες και τα
άγχη που στερούν από την ψυχή τη δυνατότητα να αναπνέει και να ζει αβίαστα.