Ο θάνατος του Στέφανου Σαράφη: Δυστύχημα ή δολοφονία; – ΙΙ

Δυστύχημα ή δολοφονία;
Από τις πρώτες ώρες μετά το δυστύχημα, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που έκαναν λόγο για εγκληματική ενέργεια -ανάμεσά τους και ορισμένοι αστυνομικοί οι οποίοι ενεπλάκησαν στην προανάκριση και χαρακτήριζαν το γεγονός «ανεξήγητο» (εφημερίδα «Η Αυγή» – 1η Ιουνίου 1957)- εκδοχή που ενισχυόταν και από τις περίεργες συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτό συνέβη. Τα βασικότερα στοιχεία που συνέβαλαν προς αυτή την κατεύθυνση είναι τα εξής:

1) Η πορεία της Μπουίκ: Είναι απολύτως εξακριβωμένο πως ο Σαράφης και η σύζυγός του δεν χτυπήθηκαν στη μέση του δρόμου, αλλά κοντά στη διαχωριστική νησίδα που χωρίζει τα δύο ρεύματα κυκλοφορίας. Η Μπουίκ, με οδηγό τον Μουζάλι, βρισκόταν στην αριστερή λωρίδα του δρόμου και στο σημείο του δυστυχήματος δεν υπήρχε πρόβλημα ορατότητας. Σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, ο Μουζάλι δεν έκανε καμιά προσπάθεια να αποφύγει το ζεύγος Σαράφη κινούμενος δεξιότερα στην άσφαλτο, αλλά αντιθέτως παρέκκλινε ακόμα αριστερότερα, με αποτέλεσμα ο αριστερός τροχός του να «ξύσει» το κράσπεδο της νησίδας. Επιπλέον, η Μάριον Σαράφη θα υποστηρίξει αργότερα ότι και ο ιατροδικαστής Καψάσκης, μετά την αυτοψία στο σημείο του συμβάντος, ακούστηκε να λέει πως το δυστύχημα «έμοιαζε σαν εκ προμελέτης» και πως «φαίνεται σαν [το αυτοκίνητο] να έβαλε στόχο τον στρατηγό»  (Μ. Σαράφη, στο ίδιο, σελ. 137). Πάντως, ο Ιταλοαμερικανός υποσμηνίας απέδωσε το γεγονός στην ύπαρξη του δεύτερου (μαύρου) αυτοκινήτου, που βρισκόταν κοντά στο δικό του: «Ευρισκόμην εις την Γλυφάδα και ανέβαινα εις τας Αθήνας» θα πει αργότερα. «Αφού πέρασα το αεροδρόμιον έπαιρνα την στροφήν του Αλίμου. Μπροστά μου υπήρχε ένα αυτοκίνητο. Άρχισα να το προσπερνώ. Το είδα να κάνη αριστερά. Κτύπησα το κλάξον και έστριψα προς τη νησίδα ασφαλείας. Εκείνη τη στιγμή, το άλλο αυτοκίνητο άρχισε να κάνη δεξιά και την ίδια ακριβώς στιγμή τα δύο πρόσωπα που δεν τα έβλεπα προηγουμένως πήδηξαν πίσω από το άλλο αυτοκίνητο και βρέθηκαν στον δρόμο μου. Κατά τη γνώμη μου, ήταν αδύνατο να αποφύγω το δυστύχημα. Θα έπρεπε να ήσαν περισσότερο προσεκτικοί. Λυπούμαι πολύ δια τον θάνατον του στρατηγού Σαράφη […]» (από την απολογία του ενώπιον του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου). Όμως, πληροφορίες που είχαν διαρρεύσει μετά το γεγονός έκαναν λόγο για «κούρσα θανάτου» μεταξύ των δύο αυτοκινήτων, ενώ ανέφεραν επίσης (χωρίς ωστόσο να επιβεβαιωθεί αργότερα) πως και το μαύρο αυτοκίνητο οδηγούσε κάποιος Αμερικανός στρατιώτης. Εντούτοις, μετά το δυστύχημα το μαύρο αυτοκίνητο έσπευσε να εξαφανιστεί, χωρίς κατόπιν να επιχειρηθεί ο εντοπισμός του οδηγού του.


Ο ιατροδικαστής Δημήτρης Καψάσκης
2) Η συμπεριφορά του Μουζάλι: Αυτόπτες μάρτυρες ανέφεραν πως λίγη ώρα πριν από το συμβάν ο Μουζάλι είχε θεαθεί να τρέχει στη λεωφόρο Ποσειδώνος «λες και έκανε πρόβα». Επίσης, από την αυτοψία που διενεργήθηκε στον τόπο του δυστυχήματος διαπιστώθηκε πως ο Μουζάλι προσπάθησε να φρενάρει ελαφρά σε απόσταση 45 μέτρων από το σημείο που βρίσκονταν ο στρατηγός και η σύζυγός του, αλλά στη συνέχεια ανέπτυξε ξανά ταχύτητα και επιχείρησε δεύτερο -ισχυρότερο- φρενάρισμα όταν βρέθηκε πολύ κοντά στα θύματα, χωρίς ωστόσο να αποσοβηθεί η σύγκρουση. Επιπλέον, μέσα στο αυτοκίνητο του δράστη, που ερευνήθηκε τόσο από όργανα της Τροχαίας Καλαμακίου όσο και της αμερικανικής στρατονομίας, βρέθηκαν δύο μπουκάλια μπύρας -το ένα ήταν γεμάτο-, γεγονός που άφηνε ανοικτό το ενδεχόμενο να οδηγούσε μεθυσμένος. Ο ίδιος, ωστόσο, θα ισχυριστεί πως την ώρα του δυστυχήματος δεν κρατούσε το μπουκάλι της μπύρας και ότι «ίσως αυτό που φάνηκε στους μάρτυρες να ήταν κάποια αντανάκλασις» (από την απολογία του ενώπιον του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου).

Η αμερικανική Μπουίκ, με εμφανή τα σημάδια από την πρόσκρουση στα σώματα του ζεύγους Σαράφη

3) Οι επιβάτες της Μπουίκ: Παραμένει αδιευκρίνιστο πόσοι άντρες επέβαιναν στο αυτοκίνητο τη στιγμή του συμβάντος. Αυτόπτες μάρτυρες ανέφεραν πως εκτός από τον Μουζάλι βρίσκονταν άλλοι δύο συνάδελφοί του, ενώ ο ίδιος κατέθεσε πως ήταν μόνο ένας. Σε κάθε περίπτωση, ο ένας ή δύο συνεπιβάτες του Ιταλοαμερικανού υποσμηνία «εξαφανίστηκαν» μυστηριωδώς χωρίς ποτέ να δώσουν επίσημη κατάθεση για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες συνέβησαν τα γεγονότα.

4) Η δράση του Σαράφη: Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ο στρατηγός παρακολουθούνταν συστηματικά για μεγάλο χρονικό διάστημα από αμερικανικές υπηρεσίες. Οι ίδιες πηγές αναφέρουν, μάλιστα, πως το διπλανό από το δικό του διαμέρισμα είχε νοικιαστεί από δύο Αμερικανούς στρατιωτικούς που υπηρετούσαν στη βάση του Ελληνικού. Ως αιτία γι αυτό εμφανίζεται η γενικότερη πολιτική δράση του, αλλά κυρίως οι συνεχείς παρεμβάσεις του στο ζήτημα της μεταφοράς και εγκατάστασης αμερικανικών πυρηνικών όπλων στην Ελλάδα. Είναι γεγονός ότι ο Σαράφης αρθρογραφούσε τακτικά στις εφημερίδες «Αυγή» και «Το Βήμα» και τοποθετούνταν στη Βουλή για τον ανταγωνισμό των εξοπλισμών μεταξύ των υπερδυνάμεων και τους κινδύνους από τη χρήση πυρηνικών όπλων, για τη θέση Ελλάδας στο ΝΑΤΟ και τον ρόλο των αμερικανικών βάσεων στην Ελλάδα και για το θέμα της ετεροδικίας που το συνέδεε με το καθεστώς υποτέλειας στο οποίο, κατά την άποψή του, είχαν υποβάλει τη χώρα οι ελληνικές κυβερνήσεις. Αν και οι πληροφορίες περί παρακολούθησης είναι δύσκολο να διασταυρωθούν και επομένως να υιοθετηθούν αβασάνιστα, οι υποστηρικτές της άποψης περί πολιτικής δολοφονίας θεωρούν πως λόγω της στάσης του αυτής, ο Σαράφης είχε δημιουργήσει «πολλούς εχθρούς» και είχε ενοχλήσει τους Αμερικανούς που σχεδίασαν και εκτέλεσαν το «τροχαίο δυστύχημα» για να του «κλείσουν το στόμα».

Ο Στ. Σαράφης με τον Άρη Βελουχιώτη, την περίοδο της Κατοχής

Δύο δεκαετίες μετά (1976) ο νομικός και τότε πρόεδρος της Ε.Δ.Α. Ηλίας Ηλιού θα διατυπώσει την άποψη ότι «δεν υπάρχει καμμία απόδειξη ότι ο θάνατος του […] στρατηγού Σαράφη οφείλεται σε ατύχημα. Απεναντίας, εκείνο που είναι βέβαιο είναι ότι ήταν λεπτομερώς σχεδιασμένη και χρονομετρημένη εγκληματική ενέργεια […] γιατί ο Στρατηγός κι η γυναίκα του […] είχαν τόσο ωρολογιακές συνήθειες ζωής ώστε μπορούσε να ξέρει ο δράστης ποια ώρα ακριβώς θα περάσουν τη λεωφόρο για να πάνε για μπάνιο. Εξ’ άλλου, η απόσταση ανάμεσα στο αεροδρόμιο του Ελληνικού από όπου ξεκίνησε ο δράστης και στον τόπο του συμβάντος όπου υπήρχαν αρκετά δημόσια κέντρα που διέθεταν τηλέφωνα, ήταν τόσο μικρή ώστε μπορούσε να ειδοποιηθεί ο δράστης και να ξεκινήσει ορμητικά για την εγκληματική του πράξη» (περιοδικό «Πολιτικά Θέματα», τχ. 96, 15-21 Μαΐου 1976, σελ. 22).

Από την πλευρά της, πολλά χρόνια αργότερα, η Μάριον Σαράφη θα υποστηρίξει πως «δεν επρόκειτο για ατύχημα, αλλά μάλλον για πολιτική δολοφονία που προκάλεσε η CIA. Στην αρχή δε θέλησα να δεχτώ πως δεν ήταν ατύχημα. Ήθελα να αντιμετωπίσω το γεγονός στη φρικτότερη μορφή για μένα, ότι δηλαδή ο Στέφανος πέθανε άδικα. Το να θεωρώ ότι τον σκότωσαν, ότι χάθηκε για τις ιδέες του και τη δράση του θα μου φαινόταν σαν μια “εύκολη λύση”… Αυτή η σκέψη κράτησε περίπου δύο μήνες. [...] Ίσως αν είχα αποδεχτεί αμέσως τη θεωρία της δολοφονίας, να είχε διευκολυνθεί η έρευνα» (Μ. Σαράφη, στο ίδιο, σελ. 136-137).

Η δίκη του Μουζάλι
Μετά την ολοκλήρωση της προανακριτικής διαδικασίας, ο Μουζάλι μεταφέρθηκε στις Η.Π.Α., απ΄ όπου επέστρεψε στην Ελλάδα στις αρχές του 1958 για να δικαστεί. Η δίκη του πραγματοποιήθηκε στις 20 και 21 Ιανουαρίου 1958, ενώπιον του Α’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, μετά από μήνυση που είχε υποβάλλει η Μάριον Σαράφη, με συνηγόρους της τον Ηλία Ηλιού και τον ποινικολόγο Δημοσθένη Μιράσγεζη. Στη μήνυσή της (με ημερομηνία 18 Ιουνίου 1957) ανέφερε, μεταξύ άλλων, πως ο Μουζάλι «εν Καλαμακίω Αθηνών της 31η Μαΐου 1957 περί ώραν 13.40΄μεσημβρινήν δια του αυτοκινήτου του εξετέλεσεν ανθρωποκτονίαν κατά του συζύγου μου Στεφάνου Σαράφη και συγχρόνως βαρείαν σωματικήν βλάβην κατ’ εμού» (ΑΣΚΙ, αρχείο ΕΔΑ, κουτί 22, φάκελος 3α). Την ακροαματική διαδικασία παρακολούθησαν δύο Αμερικανοί δικηγόροι και ένας γερουσιαστής της Πολιτείας των Η.Π.Α. Βιρτζίνια (τόπο καταγωγής του Μουζάλι), καθώς σύμφωνα με τη σύμβαση «διαρκούσης της δίκης, ο κατηγορούμενος […] δικαιούται να έχη παρόντα αντιπρόσωπον των Ηνωμένων Πολιτειών».

Ο Μ. Μουζάλι (αριστερά), κατά τη διάρκεια της δίκης του. Δίπλα, άνδρας της αμερικανικής στρατονομίας.

Το δικαστήριο καταδίκασε τον Μουζάλι σε φυλάκιση 10 μηνών και καταβολή 20.000 δρχ. για ψυχική οδύνη για την ανθρωποκτονία από βαριά αμέλεια του στρατηγού Σαράφη και τον βαρύ τραυματισμό της συζύγου του Μάριον. Καθώς θεωρήθηκε ότι είχε εκτίσει την ποινή του πριν από τη δίκη, αφού από τις αμερικανικές αρχές χαρακτηριζόταν ως προφυλακισμένος, ο Μουζάλι αφέθηκε ελεύθερος για να επιστρέψει αμέσως μετά στην πατρίδα του. Όπως σημειώνει ο δημοσιογράφος και ιστορικός Γ. Παπαπέτρου «χρόνια αργότερα, όσοι έψαξαν τα ίχνη του, έφτασαν ως την οικογένειά του, αλλά δε βρήκαν ίχνος απ’ αυτόν», κάτι που κατά τον αρθρογράφο οφείλεται στην τακτική της CIA να αλλάζει ταυτότητα και τόπο διαμονής σε όσους έχουν εργαστεί γι αυτήν (εφημερίδα «Ριζοσπάστης» – 25 Μαΐου 2002). Το επιδικασθέν ποσό (που με τις προσαυξήσεις έφτασε στις 22.100 δρχ.) καταβλήθηκε τελικά το καλοκαίρι του 1958, μετά από πολιτική αγωγή που υπέβαλλε η Μάριον Σαράφη, η οποία κατόπιν το πρόσφερε στο Γηροκομείο Τρικάλων. Η καταβολή της αποζημίωσης είχε και σημαντικό συμβολικό χαρακτήρα, καθώς δημιουργούσε νομικό προηγούμενο για το ζήτημα της ετεροδικίας στην Ελλάδα, αν και η ίδια η Σαράφη έλεγε αργότερα ότι σ’ αυτό ίσως να συνετέλεσε η βρετανική της υπηκοότητα σε συνδυασμό με το γεγονός πως οι Αμερικανοί ήθελαν να αποφύγουν τυχόν δυσφήμισή τους στην Αγγλία.

Το νεκρικό εκμαγείο του Στ. Σαράφη (πηγή: περιοδικό «Αρχειοτάξιο», τχ. 13, Ιούνιος 2011)

«Ως προς τα τροχαία ατυχήματα, τα οποία αποτελούσαν το 80% των αδικημάτων των Αμερικανών στρατιωτικών» αναφέρει στο βιβλίο του ο Αντ. Μπρεδήμας «οι ελληνικές αρχές επαραιτούντο κατά κανόνα της δικαιοδοσίας τους, εκτός και αν επρόκειτο για βαριά ατυχήματα (φόνος) ή άλλα που κινούσαν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και του Τύπου, όπως στην περίπτωση του στρατηγού Στ. Σαράφη, το 1957, που συνδύαζε και τις δύο όψεις. Κατά την περίοδο αυτή, η πρακτική των ελληνικών αρχών συνίστατο στην παραίτηση από τη δικαιοδοσία στην περίπτωση ελαφρών τροχαίων ατυχημάτων, με το δικαιολογητικό ότι η αποζημίωση θα μπορούσε να επιδιωχθεί μέσω των ασφαλιστικών εταιρειών. Για τις υπόλοιπες όμως περιπτώσεις, υποβαλλόταν συνήθως από την αμερικανική πρεσβεία δήλωση του παθόντος για καταβολή της αποζημίωσης» (σελ. 186).

Σε κάθε περίπτωση, οι υπόνοιες που υπήρξαν ότι ο θάνατος του Στ. Σαράφη ήταν μια προμελετημένη δολοφονία την οποία διέπραξαν οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες δεν αποδείχτηκαν ποτέ, παρά την προσπάθεια ορισμένων να συγκεντρώσουν στοιχεία που θα τεκμηρίωναν την εκδοχή αυτή. Έτσι, η υπόθεση εξακολουθεί έως σήμερα να τροφοδοτεί ένα πολιτικό θρίλερ με «ανοικτές» όλες τις εκδοχές του.
Ο τάφος του Στ. Σαράφη, στο Α’ Νεκροταφείο Αθήνας.
Για τη ζωή και τη δράση του Στέφανου Σαράφη, βλ. ενδεικτικά:

Delete this element to display blogger navbar

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
 
Powered by alito v2 2013