Non nobis, Domine, non nobis, sed Nomini Tuo da gloriam
πολεμική κραυγή των Ναϊτών Ιπποτών
Το 1118, είκοσι περίπου χρόνια μετά την ίδρυση του Βασιλείου της Ιερουσαλήμ από το Γοδεφρίγο ντε Μπουγιόν και τουος Σταυροφόρους του, εννέα Γάλλοι ιππότες υπό την ηγεσία του Υγ ντε Πεγιέ, ενός ευγενή από την Καμπανία, έφθασαν στους Άγιους Τόπους κι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή γύρω από το Ναό του Σολομώντα, ονομάστηκαν Ιππότες του Ναού ή Ναϊτες και το τάγμα τους, Τάγμα του Ναού.
Αρχικά οι Ναϊτες ζούσαν στην απόλυτη φτώχια, ενώ ο επικεφαλής τους, Υγ ντε Πεγιέ, μοιραζόταν το ίδιο άλογο με έναν από τους εννιά ιππότες, το Ζωφρέ του Σαιν Ομέρ. Η δύναμη και η επιρροή τους δεν άργησε ωστόσο να μεγαλώσει, εφόσον ανταποκρίνονταν και στην «ιπποτική μόδα» της εποχής τους. Έτσι, δέκα χρόνια μετά την ίδρυση του Τάγματός τους, ο αριθμός των Ναϊτών έφθασε τους 300 ιππότες και ο στρατός τους αριθμούσε 3000 άνδρες. Η δύναμή τους μεγάλωνε συνεχώς, όσο καιρό βρίσκονταν σε εξέλιξη οι Σταυροφορίες, οι «ιερές» εκστρατείες της χριστιανικής Δυσης, που αποσκοπούσδαν στην απελευθέρωση –κι όχι μόνο- των Αγίων Τόπων από τους «απίστους». Στα πρώτα τους βήματα οι Ναϊτες είχαν την υποστήριξη μιας από τις μεγαλύτερες μορφές της εποχής, του Αγίου Βερνάρδου του Κλερβώ, που ήταν επικεφαλής του μοναχικού Κισκερκιανού Τάγματος. Ο Άγιος Βερνάρδος, χάρη στη μεγάλη του επιρροή, στην ευφράδεια και στην ασκητική ζωή του, κατόρθωσε να πείσει τον Πάπα Ονώριο ΙΙ να δώσει την επίσημη αναγνώριση της Εκκλησίας στο Τάγμα του Ναού. Έτσι, το Συμβούλιο της Καθολικής Εκκλησίας, που συνεδρίασε το 1128 στο Τρουάγ της Γαλλίας, ενέκρινε το καταστατικό του νέου Τάγματος. Οι Ναϊτες είχαν πλέον και επίσημη εκκλησιαστική υπόσταση.
Το Τάγμα του Ναού βασιζόταν σε μια πολύ κλειστή αδελφότηταν ανδρών με αριστοκρατική καταγωγή. Η αδελφότητα αυτή συνοδευόταν από ιππότες, ιπποκόμους, υπηρέτες κι από μεγάλο αριθμό τεχνητών και χειρονακτών, τους οποίους και παραχωρούσαν οι βασιλείς στο Τάγμα. Επικεφαλής του Τάγματος ήταν ο Μάγιστρος. Επόμενος στην ιεραρχία και πληρεξούσιος του Μαγίστρου ήταν ο Πρωτόγερος. Ακολουθούσε ο Στρατάρχης και κατόπιν ο Αρχηγός. Το Τάγμα του Ναού ήταν χωρισμένο διοικητικά σε επαρχίες, όπου ο αρχηγός της κάθε επαρχίας υπάκουε στην ίδια ιεραρχική δομή. Το Τάγμα απαλλασσόταν από φόρους προς τις εκκλησιαστικές αρχές των περιοχών δράσης του κι απολάμβανε δικαστική αυτονομία. Στις σχέσεις του με την εκκλησία ήταν υπόλογο μόνον στον Πάπα κι αντιδρούσε μονάχα στις δικές του προσταγές.
Για να εισέλθει ένας υποψήφιος στο Τάγμα του Ναού έπρεπε να πληρεί ορισμένες προϋποθέσεις. Καταρχήν έπρεπε να είναι τέκνο νόμιμου γάμου, ανύπαντρος, ενήλικας, ελεύθερος από δεσμεύσεις και χρέη, και να μην είναι μέλος κάποιου άλλου Τάγματος, τις ίδιες δηλαδή προϋποθέσεις που ζητούν ακόμα και σήμερα ορισμένα εσωτερικά Τάγματα. Εκτός από αυτές τις προϋποθέσεις ο υποψήφιος Ναϊτης, προκειμένου να γίνει δεκτός, έπρεπε να υποστεί ορισμένες δοκιμασίες: να περάσει μια μεγάλη περίοδο προετοιμασίας, στη διάρκεια της οποίας θα έπρεπε να αποδείξει την ευσέβεια και τη δύναμη του χαρακτήρα του. Επίσης, ήταν υποχρεωμένος να παραδώσει όλη την προσωπική του περιουσία στο Τάγμα, που έτσι γινόταν όλο και πιο πλούσιο με την είσοδο νέων μελών. Ο νεοεισερχόμενος έδινε όρκους αγνότητας και υπακοής: «Ορκίζομαι να αφιερώσω τις σκέψεις, την ενέργεια και τη ζωή μου στην υπεράσπιση της ενότητας του Θεού και των μυστηρίων της πίστης... Υποσχομαι να είμαι ταπεινός και υπάκουος στο Μεγάλο Διδάσκαλο του Τάγματος». Ακόμη, τα μέλη του Τάγματος έδιναν όρκο πενίας, έτρωγαν τροφές μόνο από δημητριακά κι απαρνιούνταν το κυνήγι κι άλλες στρατιωτικές απολάυσεις. Όταν δεν πολεμούσαν, ασχολούνταν με τη συντήρηση του οπλισμού τους παράλληλα με προσευχές, μετάνοιες κι άλλες θρησκευτικές ασχολίες, όπως κι οι απλοί μοναχοί.
Η σημαία των Ναϊτών ήταν ένας κόκκινος σταυρός μέσα σ’ενα λευκό και μαύρο πλαίσιο. Η σφραγίδα του Τάγματος απεικόνιζε δύο ιππότες καβάλα στο ίδιο άλογο και συμβόλιζε τόσο τη φτώχια όσο και τη συντροφικότητά τους. Η πολεμική κραυγή τους ήταν:
Non nobis, Domine, non nobis, sed Nomini Tuo da gloriam – πολεμική κραυγή των Ναϊτών Ιπποτών
(Όχι σε μας Κύριε, όχι σε μας, αλλά στο όνομά Σου δώσε τη δόξα)
Η ΑΝΟΔΟΣ ΚΑΙ ΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΝΑΪΤΩΝ
Όχι πολύ καιρό μετά την ίδρυσή του το Τάγμα του Ναού έγινε υπολογίσιμη
δύναμη τόσο στη Μέση Ανατολή όσο και στην Ευρώπη. Όπως ήταν φυσικό, η
επιρροή και ο πλούτος του αυξανόταν συνεχώς, όσο διαρκούσαν οι
Σταυροφορίες. Πολλοί γόνοι αριστοκρατικών οικογενειών της Ευρώπης
έσπευδαν να ενταχθούν στους Ναϊτες, προτιμώντας την ασκητική ζωή του
πολεμιστή – μοναχού από εκείνη του ευγενή χωρίς φέουδο. Αρκετοί
βασιλιάδες, φιλικά προσκείμενοι προς το Τάγμα, του παραχώρησαν
περιουσίες, όπως ο βασιλιάς της Αραγονίας, που κληροδότησε στους Ναϊτες
το 1/3 της επικράτειάς του! Το 12ο αιώνα οι Ναϊτες ήταν πανίσχυροι, καθώς κατείχαν γη, περιουσίες, λιμάνια και στόλους. Για κάποιο διάστημα, μάλιστα, υπήρξαν και οι τραπεζίτες της Ευρώπης. Σε μια εποχή που η διακίνηση εμπορευμάτων και ιδιαίτερα χρημάτων ήταν εξαιρετικά επισφαλής, οι Ναϊτες εγγυούνταν κι αναλάμβαναν, με το αζημίωτο φυσικά (κρατούσαν ως και το 20% του ποσού), τις ριψοκίνδυνες χρηματαποστολές στον άναρχο κόσμο του Μεσαίωνα. Μάλιστα, για να αποφεύγουν τους κινδύνους από τη μετακίνηση χρηματικών ποσών, άρχισαν να εκδίδουν πιστωτικά σημειώματα, με τα οποία έδιναν την εντολή ο ένας στον άλλο να πληρώσουν το διακινούμενο ποσό στον παραλήπτη του. Έτσι μπορούμε να πούμε ότι οι Ναϊτες υπήρξαν και οι εφευρέτες της επιταγής! Όπως λοιπόν οι περισσότεροι τραπεζίτες, το Τάγμα του Ναού εγινε γρήγορα πολύ πλουσιο κι άρχισε να δανείζει χρήματα σε ευγενείς και βασιλιάδες. Σύντομα, αρκετοί βασιλείς βρέθηκαν χρεωμένοι στους «πένητες» ιππότες, γεγονός που αύξησε και τη δυσαρέσκεια απέναντί τους. Την περίοδο ωστόσο που το Τάγμα αύξανε τον πλούτο και την επιρροή του στην Ευρώπη, έχανε τα ερείσματά του στους Αγίους Τόπους.
Η αποτυχία της 2ης Σταυροφορίας υπήρξε μοιραία για τους Ναϊτες. Ειδικότερα, η συντριπτική τους ήττα στη μάχη του Χάττιν (04/07/1187) από τις αραβικές δυνάμεις του Σαλαντίν, σήμανε την αρχή του τέλους της ευρωπαϊκής και βεβαίως της ναϊτικής παρουσίας στους Άγιους Τόπους. Τον επόμενο αιώνα οι περισσότερες μάχες χάθηκαν για τους χριστιανούς και τα προπύργιά τους στην Παλαιστίνη έπεσαν το ένα μετά το άλλο στα χέρια των Μουσουλμάνων. Το 1244 έπεσε η Ιερουσαλήμ και το 1291 το λιμάνι του Αγίου Ιωάννη της Άκρα, το τελευταίο οχυρό των Χριστιανών στους Αγίους Τόπους. Διαισθανόμενοι το τέλος της παρουσίας τους στη Μέση Ανατολή, οι Ναϊτες είχαν ήδη μεταφέρει το κέντρο βάρους της δύναμής τους από την Παλαιστίνη στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στη Γαλλία. Εκεί απόλαυσαν για κάποιο διάστηματην κοσμική ζωή, ώσπου ο βασιλιάς της Γαλλίας Φίλιππος ΙV, γνωστός ως Φίλιππος ο Ωραίος, άρχισε να μηχανεύεται την εξόντωσή τους. Χρεωμένοι στους Ναϊτες, ζηλεύοντας τη δημοτικότητά τους και εποφθαλμιώντας τη μεγάλη περιουσία τους, ο βασιλιάς της Γαλλίας, σε συνεργασία με τον Πάπα της Ρώμης Κλημέντιο Ε’, αποφάσισε να καταστρέψει το Τάγμα του Ναού και να ιδιοποιηθεί τους θησαυρούς του.
Έτσι στις 13 Οκτωβρίου του 1312, ο Φίλιππος κατηγόρησε τους Ναϊτες ως αιρετικούς και διέταξε τη σύλληψή τους. Στα επτά χρόνια των διώξεων που ακολούθησαν, συνελήφθησαν τα περισσότερα μέλη του Τάγματος στη Γαλλία και καταδικάστηκαν σε θάνατο από πρόχειρες «ιεροεξεταστικές» δίκες. Ο τελευταίος Μάγιστρος του Τάγματος, Ζακ ντε Μολέ, που το 1297 είχε εκλεγεί 22ος Μέγας Διδάσκαλος των Ναϊτών, φυλακίστηκε για πεντέμισι χρόνια. Τελικά, ύστερα από προσωπική διαταγή του ίδιου του βασιλιά της Γαλλίας, ο Ζακ ντε Μολέ κάηκε στην πυρά στις 18 Μαρτίου του1314. Υπάρχει μάλιστα φήμη, που διασώθηκε μέχρι τις μέρες μας ως θρύλος, ότι μόλις άναψαν οι φωτιές, ο τελευταίος Μάγιστρος των Ναϊτών είπε τα εξής στο πλήθος: «Η απόφαση που μας καταδικάζει είναι μια άδικη απόφαση, αλλά στον ουρανό υπάρχει ένα σεβαστο δικαστήριο, στο οποίο οι αδύναμοι δεν καταφεύγουν ποτέ μάταια. Στο δικαστήριο αυτό καλώ, μέσα σε σαράντα μέρες, το Ρωμαίο Ποντίφικα. Ω Φίλιππε, βασιλιά μου, σε συγχωρώ, αν και ανώφελα, γιατί η ζωή σου είναι καταδικασμένη στο δικαστήριο του Θεού. Μέσα σ’ ένα χρόνο σε περιμένω και σένα». Και πράγματι, τρεις εβδομάδες αργότερα, ο Πάπας προσβλήθηκε από μια παράξενη ασθένεια και πέθανε. Όσο για το βασιλιά της Γαλλίας, εκείνος κατέρρευσε, πριν περάσει καν ένας χρόνος και έσβησε μέσα σε φρικτούς πόνους...
ΟΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΝΑΪΤΩΝ
Η πραγματική ή αν θέλετε η μυστική αποστολή των Ναϊτών ήταν ανέκαθεν
αντικείμενο διαφωνίας και ατελείωτων συζητήσεων ανάμεσα στους μελετητές
και μέχρι σήμερα έχουν διατυπωθεί διάφορες θεωρίες. Σύμφωνα λοιπόν με τη
Ναϊτική παράδοση, υπήρχαν δύο επίπεδα στο τάγμα: Από τη μία ένα μυστικό
συμβούλιο με κάποιον επικεφαλή, γνωστό μόνο σε ένα κύκλο μυημένων κι
από την άλλη μια εξωτερική οργάνωση και μια συγκεκριμένη ιεραρχία με
επικεφαλή τον Μάγιστρο. Η μυστικιστική πλευρά των ναϊτικών
δραστηριοτήτων οφειλόταν κυρίως στην επίδραση του ευεργέτη τους, του
Αγίου Βερνάρδου του Κλερβώ, για τον οποίο λέγεται ότι είχε μυηθεί στις
μυστικές διδασκαλίες των Πατέρων της Εκκλησίας.Για τους Ναϊτες Ιππότες κι όχι μόνο η Ιερουσαλήμ ήταν ένα μέρος με τεράστια συμβολική σημασία. Η ιερή πόλη των τριών μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών (ιουδαϊσμός, χριστιανισμός, και μωαμεθανισμός) ήταν κατά την περίοδο των Σταυροφοριών τόπος θρησκευτικού συγκρητισμού. Πλάι στους καθολικούς Σταυροφόρους υπήρχαν ορθόδοξοι, κόπτες, και μονοφυσίτες Χριστιανοί. Και μαζί τους Μουσουλμάνοι όλων των ειδών και φυσικά πολλοί εβραίοι. Εφόσον μάλιστα ο ιουδαϊσμός, ο χριστιανισμός και ο μουσουλμανισμός κατάγονταν από τον ίδιο γενάρχη, τον Αβραάμ, τι πιο φυσικό για τους Ναϊτες να συμπεράνουν, ότι Γιαχβέ, Θεός και Αλλάχ ήταν Ένα και το Αυτό πρόσωπο; Σε κάποια φάση λοιπόν της εξέλιξης τους οι Ναϊτες μετατράπηκαν σε φορείς του αυθεντικού μονοθεϊσμού και γι’αυτόν το λόγο κατηγορήθηκαν από τους εχθρούς τους, ότι επιδίωκαν τη σύσταση μιας νέας θρησκείας που θα ένωνε χριστιανισμό, μουσουλμανισμό και ιουδαϊσμό σε μια απόλυτα μονοθεϊστική θρησκεία. Αυτή ίσως να ήταν και η μεγαλύτερη «αίρεση» των Ναϊτών: η ανακάλυψη ότι ο εβραϊκός, ο χριστιανικός και ο μουσουλμανικός Θεός ήταν ουσιαστικά ο ίδιος! Αναμφίβολα, οι μουσουλμανικές επιρροές στους Ιππότες του Ναού ήταν αρκετά έντονες. Πολλοί Ναϊτες ήταν γνώστες μυστικών της Τέχνης των οικοδόμων και τους άρεσε να κατασκευάζουν ναούς, όπως για παράδειγμα ορισμένοι καθεδρικοί στη Γαλλία. Είναι πλέον παραδεκτό ότι τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά των γοτθικών ναών φανερώνουν, σιωπηλά έστω, ισλαμικές αρχιτεκτονικές επιδράσεις, που εισήχθηκαν στη δυτική Ευρώπη μέσω των Ναϊτών και των υπολοίπων Σταυροφόρων. Πολλά έχουν ειπωθεί για τη σχεση μεταξύ των Ναϊτών και των περιβόητωνΑσσασίνων. Φαίνεται ότι υπήρχε μια μυστική συμφωνία ανάμεσα στο Μάγιστρο του Τάγματος και το Γέρο του Βουνού, που επέτρεπε στις δύο οργανώσεις να συνεργάζονται φανερά ή κρυφά απέναντι στους κοινούς εχθρούς. Επίσης κάποιες ομοιότητες ανάμεσα στις διδασκαλίες των Ναϊτών και του σουφισμού οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αρκετές πρακτικές των Σούφι ίσως υιοθετήθηκαν από τους Ναϊτες.
Πέρα από τις μουσουλμανικές επιδράσεις, ένα τμήμα των Ναϊτών είχε πιθανότατα επηρεαστει από τον ινδουϊσμό, καθώς και άλλες ανατολικές θεωρίες και πρακτικές. Ζώντας στη Μέση Ανατολή, στη γενέτειρα της Αλχημείας, αρκετοί Ναϊτες μυήθηκαν στην τέχνη της και ρίχτηκαν έτσι στο κυνήγι της «φιλισοφικής λίθου» και του «ελιξιρίου της μακρωζωίας». Ακόμη και η Καμπάλα, η εσωτερική πλευρά του Ιουδαϊσμού, δεν ήταν άγνωστη στους Ναϊτες. Είναι γεγονός άλλωστε, ότι εκείνη την εποχή η Παλαιστίνη ήταν ένα μέρος θρησκευτικού συγκρητισμού, όπου δεν υπήρχαν σαφή όρια μεταξύ θρησκείας, φιλοσοφίας, μυστικισμού και μαγείας.
Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι οι εννέα ιδρυτές ιππότες του Τάγματος δεν είχαν σκοπό απλά να προστατεύσουν τους χριστιανούς προσκυνητές. Σύμφωνα με τους θρύλους, ο κρυφός σκοπός τους ήταν ν’ανακαλύψουν στοιχεία και ιερά αντικείμενα από την περιοχή του Ναού του Σολομώντα και να τα στείλουν στους μυστικούς αρχηγούς τους στη Γαλλία. Κάποιοι άλλοι θρύλοι βέβαια τους θελουν να είναι και φύλακες του μυθικού Γκράαλ, του Αγίου Δισκοπότηρου, το οποίο στην ουσία συμβόλιζε ένα είδος εσωτερικής γνώσης που αναζητούσαν διακαώς τα μέλη πολλών μυστικών εταιριών. Ορισμένοι βέβαια υποστηρίζουν ότι το λεγόμενο Άγιο Δισκοπότηρο δεν ήταν τίποτε περισσότερο από κάποιο μυστικό Ευαγγέλιο, που υποτίθεται ότι έγραψε ο Χριστός. Σύμφωνα με τους ίδιους αυτό το μυστικό Ευαγγέλιο αποτελούσε και την εσωτερική παράδοση των Ναϊτών.
Μια άλλη σημαντική πλευρά της αποστολής των Ναϊτών ήταν το εμπόριο των «ιερών λειψάνων» που αποτελούσε την εποχή εκείνη μια αρκετά προσοδοφόρα επιχείρηση, στη οποία βεβαίως πρωτοστατούσαν οι ίδιοι οι «προστάτες» των Αγίων Τόπων. Πολλά λείψανα χριστιανών Αγίων, που η κατοχή τους σήμαινε στον προληπτικό κόσμο του Μεσαίωνα δύναμη και θεϊκή εύνοια, «ταξίδεψαν» τότε από τους Άγιους Τόπους στις αυλές των βασιλέων της Ευρώπης. Το ίδιο φυσικά συνέβη και με την άλωση της Πόλης, της επονομαζόμενης Νέας Ιερουσαλήμ, από τους Σταυροφόρους (1204), οι οποίοι προέβησαν σε ανείπωτες λεηλασίες κι αρπαγές λειψάνων στις αυλές των Ευρωπαίων βασιλιάδων, με αποτέλεσμα η τιμή τους να πέσει δραματικά.
Οι Ναϊτες που σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές «μολύνθηκαν» από το γνωστικιστικομανιχαϊστικό «αιρετικό ιό» της Ανατολής, φαίνεται ότι πήραν ένα τμήμα από τη –μετέπειτα- τεκτονική τους γνώση από κάποιες πανάρχαιες συριακές αδελφότητες που δρούσαν την εποχή εκείνη γύρω από το όρος Λίβανος. Ορισμένοι μάλιστα ερευνητές, όπως ο συγγραφέας και ιστορικός του τεκτονισμού Μάικλ Μπέιτζεντ, υποστηρίζουν ότι οι Ναϊτες κατείχαν μια μορφή απαγορευμένης γνώσης, την οποία και χρησιμοποιούσαν για να εκβιάζουν την Καθολική Εκκλησία. Σύμφωνα με το συγγραφέα του βιβλίου Holy Blood, Holy Grail αυτοί οι ιππότες – μοναχοί ήταν ένα είδος προέκτασης μιας αρχαίας Μυστικής Κοινωνίας – ίσως του «Βασιλείου του Δισκοπότηρου» - που ίδρυσε τον περιβόητο Ναό της Σιών, δημιούργημα του οποίου ήταν και το Τάγμα του Ναού. Στη διάρκεια του 13ου αιώνα ο Ναός της Σιών, που σχετίζεται και με την αίρεση των Καθαρών, πήρε οριστικό «διαζύγιο» από τους Ναϊτες, το Τάγμα των οποίων έπεσε σε δυσμένεια και στη συνέχεια διαλύθηκε.
Ιδιαίτερα δημοφιλής στους κύκλους των ερευνητών της ναϊτικής ιστορίας είναι η άποψη ότι οι Ναϊτες πήγαν στους Αγίους Τοπους με σκοπό να αποκτήσουν πρόσβαση σ’ένα είδος «Ανώτερης Γνώσης», που πίστευαν ότι υπήρχε στην περιοχή. Αυτή η άποψη στηρίζεται στο λεγόμενο έγγραφο Ρουμπάντ, που πήρε το όνομά του από το συντάκτη του και φέρει την ημερομηνία 11 Απριλίου 1308. Σύμφωνα με το παραπάνω έγγραφο, που σε ορισμένα σημεία του παρουσιάζει ασάφειες, ο εσωτερικός κύκλος των μυημένων του Τάγματος ήταν επιφορτισμένος με την ευθύνη να κατανοήσει την καθολική Γνώση των πάντων. Συγκεκριμένα, σ’ένα σημείο του το απαγορευμένο αυτό έγγραφο αναφέρει: «Οι Ναϊτες ήταν αναμφισβήτητα πιο εξελιγμένοι από ‘μας εξαιτίας της Μυστικής Γνωσης, που είχαν ανακαλύψει μέσα σε βιβλία. Είχαν ανακαλύψει μια απόλυτη καθολική γνώση....»
ΟΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑΔΙΚΗΣ
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα κίνητρα πίσω από τη δίωξη των Ναϊτών ως «αιρετικών» ήταν στη βάση τους οικονομικά και πολιτικά. Ο Βασιλιάς της Γαλλίας, της χώρας που φιλοξενούσε και τα περισσότερα μέλη του Τάγματος. Φίλιππος ο Ωραίος, όντας καταχρεωμένος στους Ναϊτες και εποφθαλμιώντας τα αμύθητα πλούτη τους, δεν έβλεπε τη στιγμή να τους ξεφορτωθεί. Έχοντας απολέσει τις θέσεις τους στους Αγίους Τόπους (άρα και τον πρωταρχικό λόγο της ύπαρξής τους
), οι Ναϊτες ήταν πλέον ευάλωτοι στις διαθέσεις των βασιλέων των χωρών που τους φιλοξενούσαν. Ο Φίλιππος συνέλαβε ένα σχέδιο για την εξόντωσή τους, το οποίο του υπαγόρευσε ένας σατανικά έξυπνος ακόλουθός του, ο Γκιγιώμ ντε Νογκαρέ. Η όλη ιδέα βασιζόταν στη «δαιμονοποίηση» των Ναϊτών στα μάτια του Πάπα Κλημέντιου Ε’ που χρωστούσε άλλωστε την εκλογή του στον παππικό θρόνο στο βασιλιά της Γαλλίας, και ο οποίος θα τους αποκήρυττε ως αιρετικούς και ως ανταμοιβή θα μοιραζόταν τα πλούτη τους από κοινού με το Φίλιππο.
Υπάρχει ωστόσο και μια άλλη συνωμοσιολογική εκδοχή για τους πραγματικούς λόγους της δίωξης των Ναϊτων. Σύμφωνα με αυτή, ολόκληρη η ιστορία της Δυτικής Ευρώπης είναι μια αδιάκοπη αντιπαράθεση, ανάμεσα στη βόρεια τευτονο-σιωνιστική (Τ/Σ) και στη νότια ιησουϊτική κλίκα. Οι Ναϊτες φαίνεται ότι είχαν δεχθεί βαθιές επιρροές από τη βόρεια Τ/Σ κλίκα (Τεύτονες, Σκανδιναβούς και Αγγλοσάξωνες). Οι νότιοι οίκοι των Ναϊτών, σε συνδυασμό με τους αδελφούς Νοσοκόμους (Hospitallers) πλησίασαν το χρεωμένο σ’αυτούς Βασιλιά της Γαλλίας Φίλιππο IV, με μια λίστα διεκδικήσεων. Ζητώντας στην ουσία την υποταγή του στη βόρεια Τ/Σ κλίκα. Εκείνος όμως, γνωρίζοντας από πριν το σχέδιό τους, αντέδρασε δυναμικά, τους κατηγόρησε ως αιρετικούς και διέταξε τη σύλληψή τους.
Μια άλλη αφορμή για τη δίωξη των Ναϊτών ως αιρετικών φαίνεται ότι υπήρξε η στενή σχέση τους με τους Καθαρούς. Αυτή η γνωστικομανιχαϊστικοβογομιλική αίρεση που μέσω Βουλγαρίας και Βοσνίας – διαμέσου δηλαδή του κλασσικού δρόμου, που ακολουθούσαν οι προσκυνητές προς τους Αγίους Τόπους – διαδόθηκε στη δυτική Ευρώπη, γνώρισε, μεγάλη απήχηση στις κοιλάδες της νότιας Γαλλίας.
Σε αυτές τις περιοχές η διδασκαλία του Χριστού άργησε να γίνει εδωτερικό βίωμα πράγμα που διευκόλυνε την ανάπτυξη αιρέσεων και παρερμηνειών, που απλοποίούσαν το χριστιανισμό κι αποκτούσαν έτσι μεγάλη λαϊκή και κοινωνική βάση. Μια από τις σημαντικότερες αιρεσεις ήταν το κίνημα των Καθαρών που στρατολογούσε οπαδούς στους κόλπους των δυσαρεστημένων (αγρότες, τεχνίτες, αστούς, κ.αλ) κηρύσσοντας μια αυστηρά ηθική σταση προς τη ζωή. Οι Καθαροί, το ιδεολογικό υπόβαθρο των οποίων ήταν πάντα βογομιλικό και μανιχαϊστικό, έγιναν απειλή για την ενότητα της Καθολικής εκκλησίας στις αρχές του 13ου αιώνα, όταν αρκετοί ευγενείς της νότιας Γαλλίας προσχώρησαν στο κίνημα. Το 1209 μ.χ ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ’ κήρυξε Σταυροφορία εναντίον τους και 30 χρόνια αργότερα ανέλαβε η Ιερά Εξέταση την οριστική τους εξαφάνιση. Έτσι «οι συγκρατημένοι και σεμνοί άνθρωποι, που έζησαν τον 13ο αιώνα στη νότιο Γαλλία, των οποίων ο πρακτικός κανόνας ήταν η πενία και ιδανικό τους η Αγάπη, αφανίστηκαν.......» (Μωρίς Μαγκρ).
Ωστόσο οι Καθαροί δεν εξαφανίστηκαν από προσώπου γης με τη διαταγή και μόνον «ad oboledam» (να χαθεί) του Πάπα. Αντίθετα σκόρπισαν σε ολόκληρη την Ευρώπη. Στα μέσα του 13ου αιώνα περίπου 4000 Τέλειοι, δηλαδή οι ανώτεροι μυημένοι του κινήματος, περιπλανούνταν στην Ευρώπη, μεταμφιεσμένοι σε τροβαδούρους, εμπόρους, γυρολόγους, και ταξιδιώτες. Επίσης ένας σημαντικός αριθμός Καθαρών που επέζησαν, βρήκαν καταφύγιο και προστασία στο Τάγμα του Ναού, πράγμα που δεν άρεσε καθόλου στους διώκτες τους. Δεν αποκλείεται λοιπόν αρκετοί Ναϊτες του 13ου αιώνα να ήταν στην πραγματικότητα «μεταμφιεσμένοι Καθαροί». Άλλωστε και το Τάγμα του Ναού ήταν, ως ένα βαθμό, επηρεσμένο από τις μανιχαϊστικές δοξασίες της Ανατολής. Όπως και να’χει πάντως, Ναϊτες και Καθαροί φαίνεται ότι συνεισέφεραν από κοινού στη δημιουργία του μετέπειτα καλβινιστικού υπόβαθρου στη Γαλλία, θέτοντας έτσι τις βάσεις του σύγχρονου προτεσταντισμού.
Το επιχείρημα πάνω στο οποίο στήριξε ο Βασιλιάς της Γαλλίας και το υποχείριό του, ο Πάπας Κλημέντιος Ε’, τη δίωξη των Ναϊτών, ήταν ότι αυτοί είχαν καταντήσει αιρετικοί, δηλαδή ότι δεν είχαν πλέον με το επίσημο χριστιανικό δόγμα. Κι αυτό δεν ήταν ψέμα. Οι Ναϊτες είχαν όντως απομακρυνθεί από το στενό κεφάλαιο «Καθολικό Δόγμα» κι είχαν ξανοιχθεί και προς άλλες θρησκείες, δόγματα κι αιρέσεις, αναζητώντας την Απόλυτη Γνώση. Σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές, οι Ναϊτες υποστήριζαν το «συγκερασμό» του χριστιανισμού με τον ιουδαϊσμό, από τον οποίο άλλωστε και προήλθε ο πρώτος. Ο ίδιος ο τελευταίος Μάγιστρος του Τάγματος φαίνεται ότι ήταν έτοιμος ν’αποκαλύψει το μυστικό των Ναϊτών, δηλώνοντας στις 26 Νοεμβρίου του 1308 στους ιεροεξεταστές που τον βασάνιζαν: «Θα σας έλεγα κάποια πράγματα, αν δεν είσαστε αυτοί που είστε, κι αν είχατε την εξουσιοδότηση να τα ακούσετε».
Η προσπάθεια συγκερασμού χριστιανισμού – ιουδαϊσμού δόθηκε τελικά ως παρακαταθήκη από τους Ναϊτες στους μετέπειτα οπαδούς της θρησκευτικής μεταρρύθμισης κι έτσι επιτεύχθηκε η σύμπραξη Διαμαρτυρομένων και Εβραίων, που επέτρεψε στους δεύτερους να ευημερήσουν στο περιβάλλον των ατλαντικών χωρών και ν’αποκτήσουν τη σημερινή τους δύναμη.
Η επτάχρονη καταδίωξη των Ναϊτών καλύφθηκε πρόχειρα κάτω από διάφορες ιεροεξεταστικές δίκες, που στηρίζονταν σε ψεύτικες ή κατασκευασμένες ομολογίες. Δύο εγκληματίες, πρώην Ναϊτες, που σάπιζαν στα υπόγεια των φυλακών, δέχτηκαν να ψευδομαρτυρήσουν και να κατηγορήσουν το Τάγμα του Ναού για ν’αποκτήσουν την ελευθερία τους. Έτσι αυτοί κατηγόρησαν τους Ναϊτες ότι αρνιούνται το Χριστό, την Παναγία και τους Αγίους και ότι στην πραγματικότητα είναι ειδωλολάτρες, που ασκούν κανιβαλισμό, μαύρη μαγεία και σεξουαλικά όργια!
Ένας άλλος Ναϊτης, ο Ντεοντά Ζοφρέ, ομολόγησε, κάτω από την «έμπνευση» των πυρωμένων λαβίδων, ότι το τάγμα τιμούσε ένα είδωλο, που ήταν το κεφάλι του Μπαφομέτ. Έτσι η κύρια κατηγορία εναντίον των Ναϊτών κατέληξε να είναι ότι βλασφήμισαν εναντίον του Ιησού, πιστεύοντας σ’ έναν δαίμονα με το όνομα του Μπαφομέτ. Ωστόσο όμως η λέξη Μπαφομέτ ( Mafumat στα Ισπανικά, Bafomet στα προβηγκιανά ) ίσως ήταν στην πραγματικότητα προφορά του Μαχομέτ ή Μουχαμάντ (Μωάμεθ). Κατά μια άλλη εκδοχή, η αραβική λέξη «Abu Fihamat» |(Πατέρας της Γνώσης), είναι τίτλος του αρχηγού των Σούφι, με τους οποίους οι Ναϊτες φαίνεται ότι διατηρούσαν στενές σχέσεις. Επίσης η λέξη «Μπαφομέτ» ανταποκρίκεται, σύμφωνα μ’έναν πρώιμο ελληνιστικό κώδικα, στην ελληνική Σοφία, τη βάση του γνωστικισμού. Είναι γνωστό τέλος ότι και ο μεγάλος Μάγος (ή τσαρλατάνος...) του 20ου αιώνα Άλιστερ Κρόουλυ, χρησιμοποιούσε αυτή τη λέξη ως έναν από τους τίτλους του (το μυητικό του όνομα στο Ο.Τ.Ο. ΧΙ)
ΟΙ ΝΑΪΤΕΣ ΚΑΙ Ο ΤΕΚΤΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΚΟΤΙΑΣ
Αν και ο επικεφαλής του Τάγματος, ο τελευταίος Μάγιστρός του Ζακ Ντε Μολέ, ρίχτηκε στην πυρά, πάνω σ’ένα μικρό νησί του Σηκουάνα στις 18 Μαρτίου 1314, εντούτοις δε χάθηκε μαζί του και το Τάγμα. Παρ’ όλη την καταδίωξή τους σ’ ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη αρκετοί Ναϊτες κατόρθωσαν να επιβιώσουν είτε μεταμφιεσμένοι είτε ως ένα «υπόγειο κίνημα», το οποίο θα υπόσκαπτε εν τέλει τα σαθρά θεμέλια της Καθολικής Εκκλησίας.
Κάποιες ομάδες Ναϊτών κατέφυγαν στην Κύπρο, παίρνοντας μαζί τους τμήμα του περιβόητου «θησαυρού» τους, που για πολλούς δεν ήταν παρά βιβλία και ιερά κείμενα που εμπεριείχαν τις μυστικές τους δοξασίες. Άλλοι κατέφυγαν στους Ιωαννίτες Ιππότες, που κατείχαν τότε τη Ρόδο και τη Μάλτα. Στην Ισπανία και στην Πορτογαλία οι Ναϊτες, κάτω από την ανοχή των βασιλέων των δύο χωρών, ίδρυσαν νέα Τάγματα και συγκεκριμένα το Τάγμα της Μοντέσα (Ισπανία) και το Τάγμα του Χριστού (Πορτογαλία), στους κόλπους των οποίων βρήκαν προστασία από τους διώκτες τους. Και τα δύο αυτά Τάγματα εξακολουθούν να υπάρχουν ως τις μέρες μας.
Η από ξηράς καταδίωξη των Ναϊτών ήταν σχετικά εύκολη υπόθεση για τους διώκτες τους, ωστόσο όμως δε συνέβη το ίδιο και στην περίπτωση των ναυτικών τους δυνάμεων. Συνειδητοποιώντας τον κίνδυνο της ολοκληρωτικής τους εξαφάνισης, αρκετοί Ναϊτες της Γαλλίας και της Ιταλίας μαζί με το μεγαλύτερο μέρος του στόλου τους, απέπλευσαν από τα λιμάνια της Μεσογείου και μέσω Γιβραλτάρ, πορτογαλικών ακτών και Ιρλανδίας έφτασαν τελικά στις ακτές της Σκοτίας (1307-1309). Την περίοδο εκείνη η κέλτικη Σκοτία ήταν σε διαρκή αναταραχή. Ξεσηκωμένοι από έναν φλογερό πατριωτη, τον Γουίλιαμ Γουάλας, οι Σκοτσέζοι αγωνίζονταν με πείσμα για ν’απαλλαγούν από την επικυριαρχία του στυγννού βασιλιά της Αγγλίας Εδουάρδου Β’. Τελικά έπειτα από μια σειρά αιματηρών πολέμων, που έμειναν στην ιστορία ως «Πόλεμοι των Μπρούς», οι Σκοτσέζοι κατόρθωσαν ν’ απελευθερώσουν την πατρίδα τους. Και σ’αυτό η συμβολή των Ναϊτών ήταν καθοριστική.
Την εποχή εκείνη οι Άγγλοι, με πρόσχημα τη διάδοση του καθολικισμού, επιδίωκαν την «ενοποίηση», δηλαδή την κατάκτηση των Βρετανικών Νησιών. Αντιστεκόμενοι σ’ αυτή την επιθετική πολιτική της Αγγλίας, οι Σκοτσέζοι, με τη βοήθεια και των Ιρλανδών, αμφισβητούσαν τον καθολικισμό συνεχίζοντας τις παραδοσιακές δρυϊδικές τελετές τους. Κάτω από τις ευλογίες του Πάπα, ο πανούργος βασιλιάς Εδουάρδος επιχείρησε αρκετές πολεμικές εκστρατείες κατά της «κρυφοπαγανιστικής» Σκοτίας. Παρ’ ότι είχε επιτυχίες συχνά στις μάχες απέναντι στους μαχητικούς αλλά ανοργάνωτους Σκοτσέζους δεν μπορούσε ωστόσο να κρατήσει τη χώρα τους υποταγμένη.
Ύστερα από κάθε αγγλική νίκη οι Σκοτσέζοι επαναστατούσαν και χτυπούσαν τους κατακτητές. Ταυτόχρονα, οι συνεχείς συγκρούσεις με τους καθολικούς Άγγλους έσπρωχναν τους Σκοτσέζους όλο και πιο πολύ προς την παγανιστική τους θρησκεία. Έτσι ο Ρόμπερτ Μπρούς ανακηρύχτηκε βασιλιάς της Σκοτίας το 1304, εκμεταλλευόμενος το αντικαθολικό μένος του λαού του, στράφηκε σχδόν ανοικτά προς τον πατροπαράδοτο κέλτικο Δρυϊδισμό. Και για να αποδείξει την απέχθεία του προς τον καθολικισμό, έσφαξε τον καθολικό του αντίπαλο, Τζων Κόμιν, μέσα σε μια χριστιανική εκκλησία, με βάση την κέλτικη τελετουργία, βεβηλώνοντας έτσι τα ιερά! Έχοντας πειστεί για τον αντικαθολικισμό του Μπρούς, οι επιζήσαντες Ναϊτες αποφάσισαν να τον υποστηρίξουν στον αγώνα του κατά των Άγγλων.. Έτσι, στην αποφασιστική μάχη του Μπάνοκμπερν, που έγινε τρεις μήνες μετά την εκτέλεση του Μάγιστρου Ζακ Ντε Μολέ και μάλιστα μια μέρα, που για το Τάγμα του Ναού θεωρούνταν ιερή (24/06/1314), ενώ η μάχη έγερνε υπέρ των Άγγλων «εμφανίστηκαν από το πουθενά σιδερόφρακτοί ιππότες κι έπεσαν με φοβερή ορμή κατά των Άγγλων». Χάρη στην αποφασιστική συμβολή των Ναϊτών οι Άγγλοι έπαθαν πανωλεθρία και οι Σκοτσέζοι νίκησαν, αποκτώντας την πολυπόθητη ανεξαρτησία τους. Τελικά, το 1324 ο Πάπας αναγκάστηκε να αναγνωρίσει τον Μπρούς ως το νόμιμο βασιλιά της Σκοτίας.
Μετά τα γεγονότα αυτά, στη Σκοτία παρέμεινε τελικά ένας μεγάλος αριθμός κυνηγημένων Ναϊτών, οι οποίοι κι απέκτησαν στενές σχέσεις με ορισμένες ισχυρές οικογένειες Σκότων ευγενών, όπως με τους Σινκλαίρ. Σύμφωνα με τους Μ.Μπέιτζαντ και Ρίτσαρντ Λέιγκ, συγγραφείς του βιβλίου «Ο Ναός και η Στοά», οι απαρχές του σύγχρονου τεκτονισμού ανάγονται στη στενή σχέση Ναϊτών – Σινκλαίρ και στις μυστικές γνώσεις που οι πρώτοι μεταβίβασαν στους δεύτερους για να τις διαφυλάξουν. Οι Σινκλαίρ μυήθηκαν στις αρχιτεκτονικές και κατασκευαστικές γνώσεις των Ναϊτών, σε σημείο ώστε ο βασιλιάς της Σκοτίας Τζέημς Β’ να διορίσει το 1441 το Λόρδο Σινκλαίρ ισόβιο προστάτη των Τεκτόνων (οικοδόμων) και μάλιστα με κληρονομικό δικαίωμα. Το 1630 τα κληρονομικά δικαιώματα του εκάστοτε αρχηγού των Σινκλαίρ στην ηγεσία των Τεκτόνων επιβεβαιώθηκαν με διάταγμα του βρετανικού θρόνου. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που μέλη της μεγάλης αυτής οικογένειας, σε όλη τη διάρκεια της βρετανικής ιστορίας, κατέλαβαν ανώτατα αξιώματα της αυτοκρατορίας...
Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ «ΝΕΟΝΑΪΤΙΣΜΟΥ»
Διάφορα Τάγματα, που εμφορούνταν από εθνικιστικές τάσεις κι έδρασαν κυρίως στην κατακερματισμένη Γερμανία του 19ου αιώνα, επηρεάστηκαν σημαντικά από τις ιδέες των Ναϊτών, όπως αυτές μεταλλάχθηκαν μέσω του περιβόητου Τευτονικού Τάγματος, που σκορπούσε για αιώνες τον όλεθρο στις παγανιστικές ακόμη φυλές της Βαλτικής του Μεσαίωνα. Άλλωστε και ο Σταυρός στη σημαία της Αυτοκρατορικής Γερμανίας, που δημιουργήθηκε τη δεκαετία του 1870 από το σιδερένιο καγκελάριο Όττο Βίσμαρκ, έχει σαφέστατα ναϊτική προέλευση.
Μία από τις νέες αποκρυφιστικές ομάδες στη Γερμανία, που διεκδικεί κάποιους, αδύναμους, έστω, δεσμούς με τους Ναϊτες, είναι το Τάγμα των Νέων Ναϊτών, που ιδρύθηκε στα τέλη του προηγούμενου αιώνα από το Γιοργκ Λαντζ φον Λίμπενφελς. Το Τάγμα αυτό συγχώνευσε κάποιες, ακαθόριστης προέλευσης, ναϊτικές τελετές καο συμβολισμούς με το θρύλο του Γκράαλ. Επρόκειτο για μια καθαρά αντισημιτική οργάνωση, με βαθιά συντηρητικές και ρατσιστικές τάσεις, που βασίζονταν σε παρεξηγημένες αποκρυφιστικές ιδέες, πολύ πριν το ναζιστικό κόμμα καταλάβει την εξουσία. Ανάμεσα στην τεράστια βιβλιοθήκη του Λαντζ φον Λίμπενφελς υπήρχε και το δεκάτομο Βιβλιομυστικόν (Bibiomystikon), που οι φήμες λένε ότι επρόκειτο για ένα ακόμη σπάνιο μυστικό βιβλίο μεγάλης αξίας.
Είναι γνωστό ότι στις αρχές του 20ου αιώνα, ορισμένα μέλη του εν λόγω Τάγματος, δημιούργησαν και τη λεγόμενη Αριοσοφία (Ariosophy). Το 1907, σ’ έναν πύργο της Αυστρίας, ο Λίμπενφελς σχεδίασε μια σημαία, που είχε πάνω της τη σβάστικα, παραπέμποντας έτσι στους ιερούς για το γερμανικό λαό Ρούνους, καθώς και στην εσωτερική ιστορία της «Αρίας» φυλής. Ενδιαφέρον είναι πάντως ότι ο Λίμπενφελς, ψευδο-αποκρυφιστής που διεκδικούσε αριστοκρατική καταγωγή, συναντήθηκε το 1909 με το νεαρό Αδόλφο Χίτλερ στη Βιέννη. Αργότερα ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι ο Χίτλερ υπήρξε ένας από τους μαθητές του Τάγματος των Νέων Ναϊτών.
Όταν οι Ναζί κατέλαβαν την εξουσία και ο Χίτλερ επέστρεψε πλέον πανίσχυρος στην Αυστρία (1938), αυτό το ψευδοαποκρυφιστικό Τάγμα είχε περάσει ήδη στο περιθώριο, υπομένοντας την ίδια μοίρα με τις υπόλοιπες, αναγνωρισμένες εσωτερικές κι ερμητικές ομάδες στην Γερμανία. Στον Λίμπενφελς απαγορευόταν να δημοσιεύσει οτιδηπότε.
Η ναϊτική παράδοση ισχυρίζεται ότι διδάσκει την ουσία της κοινής κληρονομιάς της ανθρώπινης πνευματικής εμπειρίας. Αυτή η πνευματική γνώση αποτελεί και τον εσωτερικό κύκλο της ναϊτικής παράδοσης, που έχει διασωθεί ως τις μέρες μας. Το σημερινό Τάγμα των Ναϊτών Ιπποτών είναι μια από τις εκδηλώσεις του Τάγματος του Ναού.
Οι σύγχρονοι Ναϊτες προσπαθούν ν’ αναβιώσουν σήμερα την παράδοση των προγόνων τους, πιστεύοντας ότι αποτελεί κεφαλαιώδες μνημείο της ανθρώπινης ιστορίας. Αποκαλούν αυτή την προσπάθεια «Αναγέννηση του Τάγματος». Οι ίδιοι πιστεύουν ότι οι Ναϊτες έχουν να παίξουν σημαντικό ρόλο στη σημερινή περίοδο της μετάβασης από την εποχή του Ιχθύος στην εποχή του Υδροχόου. Ορισμένα μάλιστα ναϊτικά Τάγματα ισχυρίζονται ότι οι ψυχές των παλιών Ιπποτών του Ναού έχουν ενσαρκωθεί στη διάρκεια του αιώνα μας κι έτσι το Τάγμα θα συνεχίσει το έργο που σταμάτησε το 14ο αιώνα...