Τα δέντρα κατά την
αρχαιότητα κατείχαν δεσπόζουσα θέση στο φυτικό βασίλειο. Σε πολλές
περιπτώσεις
η καταστροφή τους επέφερε σοβαρά προβλήµατα κυρίως στην ανάπτυξη της γεωργίας
αφού οι άνεµοι µπορούσαν
πλέον ανεµπόδιστα να συνεχίσουν το καταστροφικό τους έργο, καθιστώντας τα χωράφια
άγονα και κατά συνέπεια µη παραγωγικά. Σε πολλές περιοχές
ο αφανισµός των δέντρων
επέφερε θερµοκρασιακές αλλαγές και
επικίνδυνη ελάττωση
των υδάτινων πόρων.
Η σπουδαιότητα του δασικού πλούτου ήταν από παλαιότατων χρόνων γνωστή αλλά ωστόσο όπως αποδείχθηκε στην πορεία, ο ανθρώπινος παράγοντας µόνο προστάτης δεν ήταν.
Κατά καιρούς διάφοροι επιστήµονες από διάφορες περιοχές
του πλανήτη ασχολήθηκαν µε την δενδροχρονολόγηση και επιδόθηκαν σε ένα κυνήγι εύρεσης των αρχαιότερων δέντρων σε όλη τη γη.
Ερευνητικές οµάδες παλαιοβοτανολόγων επισκέφθηκαν διαφορετικά σηµεία και έψαξαν
για κορµούς απολιθωµένων δέντρων που θα τους οδηγούσαν σε εξαγωγή
ασφαλών συµπερασµάτων.
Μία από τις οµάδες βρέθηκε στο Μαρόκο. Η αποστολή της
αρκετά δύσκολη. Η εξερεύνηση του πιο σηµαντικού σηµείου απολιθωµατοφόρων κοιτασµάτων στον κόσµο. Όταν εµφανίστηκαν τα πρώτα είδη ανθρωποειδών
στη γη και ακόµα πιο πρίν
την
εµφάνιση των δεινοσαύρων, προϋπήρχε ένα πανύψηλο δέντρο που θύµιζε τα σηµερινά έλατα Πριν από 370 εκατοµµύρια χρόνια όταν οι πέντε ήπειροι ήταν δύο και κυριαρχούσαν στη γη τα ασπόνδυλα, ένα δέντρο µε διάµετρο κολοβωµάτων ενός µέτρου και
ύψους 30 µέτρων έδινε το
δικό του στίγµα στην χλωρίδα καθώς
αποτέλεσε τη βάση και
τον προποµπό για τα
σηµερινά κωνοφόρα
δέντρα. Ήταν η Αρχαιοπτέρις που σε αντίθεση µε άλλα δέντρα
που εξαφανίστηκαν σύντοµα, βασίλευσε για περισσότερο από 20 εκατοµµύρια χρόνια.
Οι ενδείξεις των ευρηµάτων απολιθωµάτων στο Μαρόκο ενθουσίασε τους παλαιοβοτανολόγους που στην εξέταση τους, έβγαλαν πολύτιµα συµπεράσµατα για το αρχαιότερο δέντρο που
δέσποζε ακόµα πριν την
εποχή των δασών της δενδρώδους φτέρης του λιθανθρακοφόρου.
Μία σηµαντική µέθοδος
που βοηθάει στην αποκόµιση χρήσιµων συµπερασµάτων τους επιστήµονες, είναι η δενδροχρονολόγηση. Τα απολιθωµένα κολοβώµατα που αποτελούν τους δακτύλιους κλιµατολογικών αλλαγών ανά περίοδο,
παρέχουν πληροφορίες που είναι σε θέση να εξιχνιάσουν απορίες ακόµα και 50.000 ετών.
Η µέτρηση του αρχαίου κλίµατος είναι κάτι που προκύπτει
µετά τις εργαστηριακές έρευνες των απολιθωµένων δέντρων. Η µελέτη του δακτυλίου των κορµών φέρνει
στο φως στοιχεία και πληροφορίες για τις κλιµατολογικές διαφορές καθώς
από το πλάτος αλλά
και την πυκνότητα των δακτυλίων αποδεικνύεται τόσο η θερµοκρασία όσο και
το µέγεθος των βροχοπτώσεων. Η δενδροχρονολόγηση δεν αφορά µόνο τις έρευνες για ένα
συγκεκριµένο δέντρο, αλλά την παράλληλη εξέταση και σχέση
µε άλλα τέτοιου είδους δέντρα όπως το Fitzroyza cupressoides που αποτελεί το δεύτερο µακροβιότερο δέντρο σε παγκόσµια κλίµακα. ∆είγµατα του µερικώς
απολιθωµένου είδους Κωνοφόρου (Fitzroyza) πάρθηκαν από την νότια Χιλή και εργαστηριακές έρευνες συσχετισµού µε άλλα σχεδόν
παρόµοια δέντρα έδειξαν ότι το
κλίµα µεταξύ των δύο τελευταίων παγετώνων ήταν διαφορετικό.
Στην περίπτωση του δέντρου Αρχαιοπτέρις, κούτσουρα του οποίου είχαν θαφτεί στο αρχαίο θαλάσσιο ίζηµα κατά τη διάρκεια
της ∆εβόνιας περιόδου,οι παλαιοβοτανολόγοι κατέληξαν
στο συµπέρασµα ότι διέθετε δύο διαφορετικά είδη κλαδιών. Επρόκειτο για µια σπάνια περίπτωση αειθαλούς
και παράλληλα φυλλοβόλου που έφερε φύλλα τα οποία στο τέλος της αυξητικής περιόδου έπεφταν και επίσης
φύλλα µόνιµα όπως στα σηµερινά κωνοφόρα που διαµόρφωναν
την εξωτερική όψη. Οι νέες παρατηρήσεις σηµείωσαν
ότι το Αρχαιοπτέρις είχε πλευρικούς οφθαλµούς στον κορµό αλλά και στα κλαδιά από όπου
δηµιουργούνταν και αναπτύσσονταν
νέα κλαδιά. Ακόµα είχε τη δυνατότητα να δηµιουργεί νέες ρίζες
όπως τα σηµερινά δέντρα.
Η αναπαραγωγή της γινόταν
µε σπόρια έως ότου εµφανιστούν τα
γνήσια σπερµατόφυτα και την εκτοπίσουν
Τα δάση Αρχαιοπτέρις έγιναν γρήγορα
διαδεδοµένα στις πεδινές κυρίως
περιοχές εκείνης της περιόδου. Οι θόλοι των αρκετά ανθεκτικών
όπως
αποδείχθηκε δέντρων, παρείχαν προστατευτική σκιά και επέτρεψαν τη συσσώρευση φύλλο-απορριµάτων και του φυτοχώµατος στο
δασικό πάτωµα. Τέτοιες σκιερές και υγρές τοποθεσίες
δεν
είχαν παρουσιαστεί στη γη προηγουµένως. Αυτές αποτέλεσαν τα σηµεία αποίκησης του εδάφους
από τα τετράποδα.-αµφίβια που ούτως η άλλως
θα αναζητούσαν τα υγρά και περιβάλλοντα των δέντρων, µέρη.
Το Αρχαιοπτέρις εκτός από το
αρχαιότερο υπήρξε και το
µακροβιότερο των δέντρων. Η µακροζωία αποδεικνύεται εν µέρει από το
σύστηµα δαχτυλιδιών το οποίο επιτρέπει
στο δέντρο να αποκτήσει ολοένα περισσότερο ύψος στο πέρασµα
των ετών.
Αίνιγµα αποτελεί ωστόσο ο αφανισµός του συγκεκριµένου δέντρου
για τον οποίο δίνονται δύο βασικές
εκδοχές. Η µία έχει σχέση µε την εµφάνιση των σπερµατόφυτων
που πιθανότατα ήρθαν να δηµιουργήσουν νέες συνθήκες πολλαπλασιασµού αντικαθιστώντας τα δέντρα που ως τότε αναπαράγονταν µε σπόρια. Μία δεύτερη και επικρατέστερη έχει σχέση µε τις κλιµατολογικές µεταβολές οι οποίες δηµιουργήθηκαν από τα ίδια τα δέντρα
για να προκαλέσουν έτσι τον τραγικό αφανισµό τους.
Υποστηρίζεται ότι για εκατοµµύρια χρόνια η πυκνή βλάστηση
από απέραντα δάση του Αρχαιοπτέρις που κάλυπτε
το µεγαλύτερο µέρος του εδάφους
στον πλανήτη, άρχισε να καταναλώνει δυσθεώρητες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα µε αποτέλεσµα την πτωτική
µεταβολή της θερµοκρασίας.
Πιστεύεται ότι προς τα τέλη της ∆εβόνιας περιόδου, το ∆ιοξείδιο περιορίστηκε στο 1 τοις εκατό από 10 που ήταν και το οξυγόνο αυξήθηκε από το 5 τοις εκατό στο 20. Αυτές οι µεταβολές είχαν ως συνέπεια τα δάση από Αρχαιοπτέρις που κάλυπταν το 90 τοις εκατό του εδάφους, να δηµιουργήσουν συνθήκες αφανισµού του ίδιου του δέντρου, δίνοντας οριστικό τέλος στην πολυετή και ενδιαφέρουσα ύπαρξη του.
Πιστεύεται ότι προς τα τέλη της ∆εβόνιας περιόδου, το ∆ιοξείδιο περιορίστηκε στο 1 τοις εκατό από 10 που ήταν και το οξυγόνο αυξήθηκε από το 5 τοις εκατό στο 20. Αυτές οι µεταβολές είχαν ως συνέπεια τα δάση από Αρχαιοπτέρις που κάλυπταν το 90 τοις εκατό του εδάφους, να δηµιουργήσουν συνθήκες αφανισµού του ίδιου του δέντρου, δίνοντας οριστικό τέλος στην πολυετή και ενδιαφέρουσα ύπαρξη του.