Είναι φορές που η ζωή η ίδια σε εκπλήσσει
με τρόπο μοναδικό. Φαντάσου μια δολοφονία που είχε γίνει το 1957 κι ο
δολοφόνος οδηγείται ενώπιον της δικαιοσύνης το 2012. Το αίμα, παγωμένο
όπως κι η υπόθεση της δολοφονίας της Maria Ridulph, ξυπνά και ζητά
δικαίωση. Και την παίρνει, έστω και μετά από 55 ολόκληρα χρόνια.
Η είδηση έγινε πρωτοσέλιδο στις
αμερικανικές εφημερίδες, σε έντυπες και ηλεκτρονικές εκδόσεις, κι έκανε
τον γύρο του κόσμου, καθώς η ανακάλυψη και η παραπομπή στη δικαιοσύνη
του δολοφόνου της Maria Ridulph έχουν μια πρωτιά: αποτελούν την κατάληξη
της παλαιότερης υπόθεσης δολοφονίας που εξιχνιάστηκε ποτέ.
Ο Δεκέμβρης του 1957 στη μικρή πόλη του
Sycamore, 60 μίλια δυτικά του Chicago, έφερε μαζί του κρύο και χιόνια. Η
πόλη είχε ήδη μπει σε χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα, τα παιδιά έπαιζαν
χιονοπόλεμο στους δρόμους και η νεολαία, τ’ αγόρια με τα μαλλιά
γυαλιστερά από την μπριγιαντίνη και στενά παντελόνια και τα κορίτσια με
τα φουσκωτά μαλλιά και τα χαμηλά παπούτσια τα φορεμένα με σοσόνια,
χόρευαν στους ρυθμούς των τραγουδιών του Elvis Prisley, του Buddy Holly,
του Little Richard, του Jerry Lee Lewis, του Fats Domino και των Everly
Brothers. Τα αυτοκίνητα είχαν παστέλ χρώματα και φτερά στο πίσω μέρος
και η μόνη υπόθεση απαγωγής παιδιών που ερχόταν στο μυαλό των Αμερικανών
ήταν εκείνη του μωρού των Lindbergh, 25 χρόνια πριν (για όποιον
ενδιαφέρεται, η υπόθεση Lindbergh υπάρχει στο «Έγκλημα και Τιμωρία», σε
πέντε μέρη.
Εκείνο τον Δεκέμβρη του 1957, στο Sycamore δεν φαντάζονταν ότι η
απαγωγή ενός παιδιού από την πόλη τους θα ξαναγέμιζε τα πρωτοσέλιδα των
εφημερίδων.
Τα δύο κορίτσια, στενές φίλες καθώς
γεννήθηκαν και μεγάλωναν μαζί, έπαιζαν με το χιόνι δυο βήματα πιο πέρα
από την είσοδο του σπιτιού της Maria, όταν ένας νεαρός με το όνομα Johnny,
τον οποίο τα παιδιά είχαν δει πολλές φορές στη γειτονιά, τις πλησίασε
και τις ρώτησε αν τους άρεσε να παίζουν με κούκλες, πιάνοντας έτσι
κουβέντα μαζί τους. Στη συνέχεια προσφέρθηκε να κάνει πιο ενδιαφέρον το
παιχνίδι στο χιόνι, κουβαλώντας τις στην πλάτη του, ώστε να παίξουν
«αλογάκια». Τα παιδιά δέχτηκαν ενθουσιασμένα. «Πρώτα θα πάω εσένα και
την κούκλα σου» είπε στην Maria (η οποία κρατούσε την αγαπημένη της
κούκλα αγκαλιά) και πράγματι έτσι έγινε. Τα αλογάκια έμοιαζαν πολύ
διασκεδαστικά, η Maria γελούσε και η Kathy περίμενε υπομονετικά τη σειρά
της. «Μα εσύ δεν έχεις κούκλα», είπε ο Johnny. «Πήγαινε να φέρεις κι
εσύ μία κι έλα να σε κάνω αλογάκι». Η Kathy έφυγε τρέχοντας για το
σπίτι της για να πάρει το παιχνίδι της και τα γάντια της, που είχε
ξεχάσει. Όταν επέστρεψε, σε λίγα λεπτά, η Maria και ο Johnny είχαν
εξαφανιστεί. Το μόνο που είχε απομείνει στη γωνία, πεταμένο στο χιόνι,
ήταν η κούκλα της Maria.
Η έρευνα για την Maria διήρκεσε πέντε
μήνες και έληξε με την ανακάλυψη του, σε αποσύνθεση, σώματός της
πεταμένου σε ένα δάσος, 120 μίλια μακριά από το σπίτι της.
Η 7χρονη Maria ήταν το τέταρτο και τελευταίο παιδί του 43χρονου Michael Ridulph, βιομηχανικού εργάτη και της 44χρονης γυναίκας του Frances, νοικοκυράς. Η οικογένεια συμπληρωνόταν από τα άλλα τρία, μεγαλύτερα, αδέλφια της, την 16χρονη Patricia, την 15χρονη Kay και τον 11χρονο Charles.
Οι Ridulph ήταν μια ευτυχισμένη και ενωμένη οικογένεια, που ζούσαν
άνετα και αρμονικά στο Sycamore. Η Maria, ως μικρότερη, ήταν χαϊδεμένη
από γονείς κι αδέλφια, αλλά και από όλους τους συγγενείς. Ήταν ένα
όμορφο και χαρούμενο παιδί, γλυκειά και εξωστρεφής, που έκανε εύκολα
φίλους τόσο στο σχολείο όσο και στη γειτονιά.
Αγαπούσε τον αθλητισμό αλλά δεν ήταν αυτό
που θα λέγαμε «αγοροκόριτσο». Της άρεσε να παίζει με κούκλες και να
ντύνεται με τις φίλες της φορώντας τα ρούχα των μαμάδων τους, όπως
κάνουν τόσα και τόσα κοριτσάκια σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Μεγάλωνε
προστατευμένη σε μια οικογένεια χωρίς προβλήματα, απολαμβάνοντας όλα όσα
η αρκετά καλή οικονομική κατάσταση των γονιών της μπορούσε να της
προσφέρει: ένα άνετο και ζεστό σπιτικό, παιδικά πάρτυ και εξωσχολικές
δραστηριότητες, διακοπές κ.λ.π. Εκείνον τον Δεκέμβρη του 1957, τα
χριστουγεννιάτικα δώρα της την περίμεναν ήδη κάτω από το στολισμένο
δέντρο. Δεν θα τα άνοιγε ποτέ.
Ο Jack McCullough,
όταν συνελήφθη για την δολοφονία της Maria Ridulph ήταν 73 χρονών.
Όμως, τον Δεκέμβρη του 1957, όταν διέπραξε το έγκλημα, ήταν μόλις 18
χρονών και άκουγε στο όνομα John Tessier. Ζούσε με την μητέρα του Eileen Tessier και τις δύο ετεροθαλείς (από άλλον πατέρα) αδελφές του Janet και Irene,
δυο τετράγωνα μακρύτερα από το σπίτι των Ridulph. Προτιμούσε να τον
αποκαλούν Johnny και ήταν ένα καθ’ όλα συνηθισμένο αγόρι της εποχής του,
χωρίς ορατά προβλήματα ή παραβατική συμπεριφορά. Είχε, μάλιστα, και
«κορίτσι», την Janice Edwards,
μαθήτρια της τελευταίας τάξης του Λυκείου του Sycamore. 55 χρόνια
αργότερα η Janice επρόκειτο να παίξει έναν καταλυτικό ρόλο στη
διελεύκανση της υπόθεσης.
Κατά τα πρώτα στάδια της έρευνας που
ακολούθησε την εξαφάνιση της Maria, ο John Tessier ήταν ανάμεσα σε 100
περίπου νεαρούς που ανακρίθηκαν, καθώς η περιγραφή τους ταίριαζε με
εκείνην που είχε δώσει η μικρή Kathy, για τον «Johnny» που είχε
πλησιάσει τα κορίτσια το μοιραίο βράδυ. Όμως απαλάχτηκε από τις υποψίες
της αστυνομίας σχεδόν αμέσως, καθώς δήλωσε ότι την ημέρα του φόνου
εκείνος βρισκόταν στο Chicago για να περάσει από ιατρικές εξετάσεις,
καθώς επρόκειτο να καταταγεί στον στρατό. Ο υπάλληλος στο εκδοτήριο των
εισιτηρίων του τραίνου, θυμόταν πολύ καλά τον Tessier να αγοράζει ένα
εισιτήριο για το Chicago. Έτσι η Kathy δεν κλήθηκε ποτέ να τον
αναγνωρίσει.
Όταν
απολύθηκε από τον στρατό, ο Tessier μπήκε στη δύναμη της Αστυνομίας και
υπηρέτησε ως αστυνομικός για πάνω από 20 χρόνια. Αποτάχθηκε από το
σώμα την δεκαετία του ’80, όταν μια γυναίκα τον κατήγγειλε για επίθεση
και βιασμό, που συνέβησαν το 1962, λίγο πριν ο Tessier μπει στην
Αστυνομία. Η γυναίκα, που τότε ήταν μόλις 14 χρονών, το είχε σκάσει από
το σπίτι της και έκανε ωτοστόπ, όταν την μάζεψε ο Tessier. Την οδήγησε
σπίτι του, όπου την φιλοξενούσε, μέχρι που μια μέρα που η μητέρα και οι
αδελφές του έλειπαν την κακοποίησε σεξουαλικά. Λόγω του ότι είχαν
περάσει χρόνια και η υπόθεση δεν μπορούσε να αποδειχθεί επαρκώς ώστε να
εξασφαλιστεί η καταδίκη του, ο Tessier απαλλάχθηκε λόγω αμφιβολιών αλλά
οι φήμες ήταν αρκετές για να καταστρέψουν την καριέρα του ως αστυνομικού
και να βρεθεί εκτός σώματος.
Είχε ήδη χωρίσει από την πρώτη του
γυναίκα, με την οποία είχε αποκτήσει μία κόρη, και άρχισε να εργάζεται
ως υπεύθυνος ασφάλειας σε διάφορες εταιρίες και καταστήματα, όπου και
συνάντησε την δεύτερη γυναίκα του, μια χήρα με δύο κόρες, όταν έπιασε
δουλειά στην επιχείρηση του πατέρα της. Πριν τον γάμο άλλαξε το όνομά
του σε Jack Daniels McCullough, παίρνοντας ώς επώνυμο το πατρώνυμο της
μητέρας του, ίσως σε μια προσπάθεια ν’ αφήσει πίσω του το σκοτεινό
παρελθόν του Johnny Tessier. Στην αποκάλυψη της ενοχής του για την
δολοφονία της Maria Ridulph, τόσο η δεύτερη σύζυγός του Susan O’ Connor όσο και οι κόρες της ήταν από την πρώτη στιγμή στο πλευρό του, δηλώνοντας σίγουρες για την αθωότητά του.