ΤΑ
ΑΝΑΣΤΕΝΑΡΙΑ ΚΑΙ Ο ΚΑΛΟΓΕΡΟΣ
Στο έργο του ερευνητή Α. Χουρμουζιάδη “Περί των Αναστεναρίων και άλλων τινών παραδόξων εθίμων και προλήψεων”, Κων/λη; 1873, δίνεται για πρώτη φορά η περιγραφή των δύο εθίμων.
Τα δύο έθιμα ξεκίνησαν από το χωριό Κωστί της ανατολικής Θράκης, που υπήρξε το μεγαλύτερο κέντρο των Αναστενάρηδων. Ο Χουρμουζιάδης γράφει ότι ο Αρχιαναστενάρης του χωριού αυτού είναι “απάντων σεβασμιότατος και τοις επιταγαίς τούτου τα των άλλων χωρίων Αναστενάρια πείθονται” ενώ το Κονάκι του είναι “πάντων ιερότατον” (έργο αναφ. σ. 153-154)
Μετά τον βίαιο εκπατρισμό των Κωστιανών το 1914 τα δύο έθιμα χάνονται για πολλά χρόνια. Η Κατερίνα Κακούρη ανακαλύπτει την επιβίωση και των δύο εθίμων στην Αγία Ελένη Σερρών, όπου είχαν φτάσει Κωστιανοί πρόσφυγες. Είχαν εγκατασταθεί επίσης στον Λαγκαδά Θεσσαλονίκης, όπου τελούνται τα Αναστενάρια. Στην Μελίκη Ημαθίας συναντούμε την επιβίωση και των δύο εθίμων, ενώ στην Μαυρολεύκη Δράμας τελείται μόνο το έθιμο του Καλόγερου.
Ο Λ. Δρανδάκης αναφέρει ότι όταν οι Αναστενάρηδες εγκαταστάθηκαν αρχικά στην Μελίκη δεν ομολογούσαν την ιδιότυπη λατρεία τους για πολλά χρόνια και γι’ αυτό οι συγκεντρώσεις στο κονάκι γίνονταν κρυφά, οι αγερμοί γίνονταν τη νύχτα από σπίτι σε σπίτι και η πυροβασία γινόταν μυστικά στο κονάκι σε πολύ κλειστό αναστενάρικο κύκλο.
ΤΑ ΑΝΑΣΤΕΝΑΡΙΑ
Η Κατερίνα Κακούρη είναι αυτή που μέσα από το έργο της “Διονυσιακά” έδωσε μια ζωντανή περιγραφή των Αναστεναρίων, αλλά και εξηγήσεις πολύ βαθιές, που ανάγουν το έθιμο σ’ ένα πολύ μακρινό παρελθόν. Στον πρόλογο αυτού του έργου λέει ότι οι Θράκες “Βάκχοι-χριστιανοί” διατηρούν ακόμη την πανάρχαια ιερή βακχεία. Όμως είναι αμφίβολο αν θα κατορθώσουν να διατηρήσουν για πολύ ακόμα αυτήν την προγονική κληρονομιά στα προηγμένα χωριά της νέας μακεδονικής πατρίδας τους. Γι’ αυτόν το λόγο η συγγραφέας θέλησε μέσα από τις επιτόπιες έρευνες και φωτογραφίες, την αυτοψία, να διασώσει πιθανά τεκμήρια του αρχαίου διονυσιασμού στην ύστατη αναλαμπή τους.
ΛΑΤΡΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Υπάρχουν λοιπόν οι “Χάρες”, τα ιδιότυπα εικονίσματα με τα κουδουνάκια, που ο ήχος τους έχει αποτρεπτικό σκοπό. Είναι οι εικόνες των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και σύμφωνα με περιγραφές παλιών Αναστενάρηδων, στις παλιές απεικονίσεις η Αγία Ελένη είχε μια χορευτική στάση, που δεν βλέπουμε στα σημερινά αντίγραφα των εικόνων. Ίσως γιατί, όπως λέει Χουρμουζιάδης, “εις τας εικόνας αυτάς, ώσπερ είδωλα τινά λατρευομένας... και ο πέλεκυς βαρύς κατ’ αυτών επέπεσεν και εις το πυρ παρεδόθησαν”. “Ιερά Εξέταση” λοιπόν!
Οι Χάρες έχουν και “ιερούς κόμπους”, που σχηματίζονται με μαντήλια, τα “αμανέτια”, για να “κομποδένεται το κακό”. Ακόμα καλύπτονται με “ποδιές”, όπως γινόταν και στις αρχαίες διονυσιακές μυσταγωγίες, κατά τις οποίες τα ιερά αντικείμενα και οι μυούμενοι καλύπτονταν με υφάσματα. Όμως ο Κλήρος αποφάσισε να τοποθετηθούν οι εικόνες μέσα στους ναούς, σε χωριστά μέρη, στερώντας τις έτσι από τους Αναστενάρηδες και το Κονάκι. Η Βυζαντινολόγος Α. Χατζηνικολάου αναφέρει έναν αυτοσχέδιο θρήνο του Αρχιαναστενάρη Γιαβάση:
“Γιατί μας πήρανε τα εικονίσματά μας; Το Πνεύμα του Θεού είναι απεριόριστο. Η Δύναμη δεν πιάνεται, δεν είναι ύλη... Ο Κωνσταντίνος όταν ήθελε να πει το μυστικό του πολέμου, μάζεψε την Δωδεκάδα του στο Κονάκι κι όχι στην εκκλησιά. Δικά μας πράγματα Παππούδικα, που τα φέραμε από τόση σκλαβιά. Γιατί να μας τα πάρουν;”
Όταν λοιπόν “έχει αιχμάλωτους τους Άγιους η εκκλησιά”, στο Κονάκι φυλάγεται μόνο το άδειο εικονοστάσι με τα κόκκινα αμανέτια. Αυτά είναι μαντήλια δύναμης και οι Αναστενάρηδες τα κρατούν σε καθορισμένες φάσεις: στον πυροβατικό χορό τους, στις πομπικές πορείες (τους αγερμούς), στο μάζεμα των χρημάτων για την αγορά του ζώου που θα θυσιαστεί και στις απελατικές ιεροπραξίες για την αποτροπή επιδημίας ή επιζωοτοκίας.
Μέσα στο Κονάκι φυλάγονται όλο το χρόνο και τα μουσικά όργανα: η λύρα, ο άσκαυλος (γκάϊντα) και το ιερό και μεγάλο τύμπανο των Παππούδων, που όπως λένε οι Αναστενάρηδες, ηχεί μόνο του, “νοιώθοντας την αόρατη παρουσία του άγιου”. Τέλος, μέσα στο Κονάκι φυλάγεται ο ιερός πέλεκυς, το μαχαίρι και η σανίδα για την τελετουργική ζωοθυσία.
Η ΤΕΛΕΤΗ
Οι προετοιμασίες
των Αναστεναρίων αρχίζουν μήνες πριν: στις 27 Οκτωβρίου γίνονται οι
αγερμοί για να συγκεντρωθούν μέσα στα αμανέτια τα χρήματα για την
αγορά του ιερού θύματος. Η μέρα αυτή ονομάζεται “Μέρα του Σκλάβου”, μια
ονομασία που προέρχεται από τα κατ’ Αγρούς Διονύσια της Αρχαιότητας.
Στις 18 Ιανουαρίου αγοράζουν το “μπικάδι”, το ζώο που θα θυσιαστεί. Προτιμούν τον ταύρο, που συνδέεται με τις αρχαίες ηλιακές λατρείες του Θεού Μίθρα και του Διόνυσου. Ο Ορφικός μύθος λέει ότι όταν οι Τιτάνες προσπάθησαν να πιάσουν τον Διόνυσο για να τον σκοτώσουν, το μικρό παιδί πήρε μορφές διάφορων ζώων για να ξεφύγει: μεταμφιέστηκε σε λιοντάρι, τίγρη, ίππο και όταν τέλος πήρε τη μορφή του ταύρου τον έπιασαν οι Τιτάνες και τον διαμέλισαν.; Σήμερα συνηθίζεται να θυσιάζουν ένα μαύρο κριάρι, σύμβολο κι αυτό του Θεού Διόνυσου.
Λένε όμως ότι παλιότερα θυσίαζαν ένα ελάφι. “Μόνο του το ελάφι κατέβαινε από τα βουνά για να το σφάξουν στον Άγιο. Μια χρονιά όμως παράβλεψαν οι άνθρωποι και δεν τ’ άφησαν να ξαποστάσει το ζώο, κι από τότε δε ματαφάνηκε ελάφι στην αναστενάρικη γιορτή”, διηγήθηκαν στην Κ. Κακούρη οι Αναστενάρηδες.
Αρχικά η τέλεση του; εθίμου διαρκούσε οκτώ ημέρες, ενώ οι σύγχρονες επιβιώσεις του περιορίζονται στις 3 ημέρες. Την παραμονή της γιορτής του Κωνσταντίνου και Ελένης οι Αναστενάρηδες συγκεντρώνονται μέσα στο κονάκι, για να προετοιμαστούν με την Αγρυπνία.; Η Κ. Κακούρη περιγράφει την Αγρυπνία που παρακολούθησε. Λέει ότι μέσα σε ατμόσφαιρα κατανυκτική, με το μπικάδι μπρος στο εικονοστάσι, στο φως των κεριών και με το άρωμα του λιβανιού, ακουγόταν μόνο ο βαρύς ήχος του τυμπάνου. Κατά διαστήματα, όποιον “έπιανε ο άγιος” φώναζε “Αχ!...Εχ!...Ιχ!...” και με το εικόνισμα στα χέρια χόρευε εκστατικά τον ιερό χορό. Την επομένη, μετά από το σχόλασμα της εκκλησίας γίνεται η δημόσια θυσία του ανθοστολισμένου ζώου.; Η θυσία παλιότερα γινόταν στον περίβολο της εκκλησίας και με το αίμα του μπικαδιού ράντιζαν τα θεμέλια της. Σήμερα γίνεται σε άλλο χώρο, όπου έχουν μεταφερθεί και τα εικονίσματα, μέσα στο “λάκκο των Προσφορών” Ακολουθεί κυκλωτικός χορός. Το απόγευμα ανάβει η μεγάλη φωτιά, ενώ νωρίτερα οι Αναστενάρηδες περιφέρονται στα χωράφια με τις εικόνες για να τα ευλογήσουν.
Η πυροβασία της 21ης Μαϊου γίνεται δημόσια, ενώ της τελευταίας ημέρας, στις 23 Μαΐου, γίνεται σε στενότερο κύκλο συνεορταστών.; Το άναμμα της ιεράς πυράς το αναλαμβάνουν μύστες που έχουν αυτό το προνόμιο κληρονομικά.; Όταν σχηματιστεί παχιά ανθρακιά έρχονται σε πομπή οι Αναστενάρηδες και χορεύουν γύρω της.
; ; ;;;;;;;;;;;;;;;;- Άναψε κόσμε τη φωτιά, να μπει ο Κωνσταντίνος. ;
">Ο Άγιος “δείχνει το δρόμο” κι οι μύστες κρατώντας τις κωδωνοστολισμένες εικόνες ή τα ιερά αμανέτια μπαίνουν στ’ αναμμένα κάρβουνα και χορεύουν.
; ; ;;;;;;;;;;;- Στάχτ’ να γέν’... Στάχτ’ να γέν’ ... Στάχτ’ να γέν’... ;
Με τα γυμνά τους πόδια οι Αναστενάρηδες σβήνουν τα κάρβουνα και μέσα στη μαύρη στάχτη δεσμεύουν την αρρώστια, την επιζωοτοκία, την κακή τύχη.
Πολλές φορές ο εκστασιασμός της πυροβασίας οδηγεί στην ατομική ή ομαδική ιερή ορειβασία, στοιχείο γνωστό από τα Μυστήρια του Διόνυσου. Ο παλιός Αρχιαναστενάρης Γ. Δραγούλης λέει:”Πηγαίνουμε στα βουνά με του Άγιου τη χάρη”.
Το πρωί της 23ης Μαΐου ομάδα Αναστενάρηδων, κρατώντας τις εικόνες κάνει αγερμούς στα σπίτια των Αναστενάρηδων. Οι νοικοκύρηδες τους κερνούν σταφίδα και κρασί. Μετά γίνεται η “ιερή συνεστίαση” στο σπίτι του Αρχιαναστενάρη. Οι μύστες κάθονται στο στρωσίδι κι αφού απλώσουν το μακρυμάντηλο τρώνε καρπούς της γης και του μόχθου τους: φασόλια, κρεμμύδια, ξυνόμηλα και ψωμί.
Ακολουθεί η φάση της αποτροπής του κακού, που γίνεται με το “ζώσιμο του σταυροδρομιού” με κυκλικό χορό. Το “ζώσιμο” είναι γνωστή μαγική ιεροπραξία από την Αρχαιότητα
Μετά το “ζώσιμο του σταυροδρομιού” ξεκινά η τελευταία και κορυφαία πυροβασία. Στο τέλος χορεύουν τον τελευταίο ομαδικό χορό, τραγουδώντας κατανυκτικά τον “Μικροκωνσταντίνο”, θρακική παραλλαγή του ακριτικού έπους. Μάλιστα ο Κ. Ρωμαίος λέει ότι τα Αναστενάρια ξεκινούν και τερματίζουν με αυτό το τραγούδι, ενώ ενδιάμεσα τραγουδιούνται κι άλλα ακριτικά τραγούδια. “Ο Κωνσταντίνος ο μικρός, ο Μικροκωνσταντίνος, ; μικρόν τον είχ’ η μάνα ντου, μικρόν τον ραβωνιάζει, ; μικρόν τον γήρτε μήνυμα να πάγη στο σεφέρι. ; Νύχτα σελώνει τ’ άλογο, νύχτα το καλλιβώνει. ; Βάν’ ασημένια πέταλα, μαλαματένιες λόθρες, ; σελώνει και το βάθιο ντου με δεκαχτώ κολάνια. ; Πήδηξε καβαλλίκεψε σαν άξιο παλληκάρι. ; Σαν Αγιγεώργης φάνηκε, σαν Αγικωνσταντίνος.”
Σήμερα η πυροβασία ζει ακόμα και για τους Αναστενάρηδες είναι χρέος. ο γέροντας Δραγούλης έλεγε: “Πατρογονικό το πάτημα στη φωτιά. Διαθήκ’ του Αγιου”!
πηγή: esoterica.gr