Τα γεγονότα της καθημερινής ζωής μπερδεύονται με θαυμαστά γεγονότα, σύμφωνα με την αντίληψη της ζωής του Ινδιάνου. Για τον Ινδιάνο όλα αυτά τα γεγονότα έπρεπε να παίρνονται στα σοβαρά, και ήταν, από την πιο υψηλή άποψη, απόλυτα αληθινά και αξιόπιστα. Μέσα σε αυτόν τον κόσμο δεν υπήρχαν πραγματικά σύνορα ανάμεσα στους ανθρώπους και τα ζώα, ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο. Το θαυμαστό ήταν για τον Ινδιάνο κάτι ζωντανό. Δεν μετρούσε τον κόσμο με τα περιορισμένα μέσα της λογικής του σημερινού ανθρώπου.
Ο Ινδιάνος μισούσε πάνω απ΄ όλα να λέει καθαρά, οριστικά πράγματα. Το θεωρούσε αυτό βέβηλο και το έβλεπε σαν παραμόρφωση της αλήθειας. Διότι μερικά πράγματα έπρεπε να αφήνονται μόνο στη διαίσθηση. Ο καθένας τα ερμηνεύει με τον τρόπο του, δεν είναι αλήθειες παρά μόνο με την μορφή προτάσεων.
ΜΥΘΟΛΟΓΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΙΝΔΙΑΝΙΚΕΣ ΦΥΛΕΣ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ
Ένα μεγάλο μέρος της θεματολογίας των μύθων των Ινδιάνων, αναφέρεται σε έναν ήρωα ή μια ομάδα ανθρώπων που αναγκάζονται να ταξιδέψουν στον ουρανό είτε ψάχνοντας ουράνια αντικείμενα είτε για να αποφύγουν μια μεγάλη πλημμύρα ή φωτιά πάνω στη Γη. Υπάρχουν πολλοί τρόποι, σύμφωνα με την μυθολογία των Σαλίς, για να ανέβει στους επάνω κόσμους.
Σε μερικές ιστορίες, οι άνθρωποι των άστρων υπνώτιζαν και απήγαγαν κάποιους και κατόπιν τους οδηγούσαν στις ουράνιες κατοικίες τους. Κάποιες άλλες φορές ο ιστός μιας αράχνης γινόταν ο ζωτικός σύνδεσμος. Κάποτε ο ήρωας ρίχνει ένα βέλος που καρφώνεται σε ένα αστέρι. Άλλο ένα βέλος καρφώνεται στην ουρά του πρώτου. Και άλλα βέλη ακολουθούν με τον ίδιο τρόπο μέχρι που σχηματίζεται μια σκάλα που ενώνει τη Γη με τον Ουρανό.
Σε μερικές ιστορίες οι κάτοικοι των ουρανών θέλουν να αποδράσουν. Αυτό το πετυχαίνουν αρκετές φορές με το να σκάβουν για ρίζες. Μια ρίζα φτέρης αν σκαφτεί μπορεί να οδηγήσει κατευθείαν στα υψηλότερα σύννεφα του γήινου κόσμου, που βρίσκονται μόλις κάτω από το στρώμα του χώματος του ουράνιου κόσμου. Κατόπιν ο κεντρικός χαρακτήρας του μύθου συνήθως ύφαινε ένα σκοινί με ίνες από τσουκνίδες ή από βλαστούς κέδρου, και γλιστρούσε προς τα κάτω, αφήνοντας πίσω του τον κόσμο του ουρανού. Κάποιες φορές αφού η επιτυγχάνονταν με αυτόν τον τρόπο η απόδραση το σκοινί που συνέδεε τους δυο κόσμους τραβιόταν, καταστρέφοντας έτσι με συμβολικό τρόπο το πέρασμα και την πιθανότητα να επιστρέψει πάλι πίσω.
Οι Ινδιάνοι ενδιαφέρονταν για τα αστέρια και είχαν πολλούς μύθους που εξηγούσαν τα σχήματα αρκετών αστερισμών, όπως του Ωρίωνα (τα δύο κανό) και την Κασσιόπης (το μεγάλο ελάφι).
Η ΑΦΗΓΗΣΗ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ
Πολλές φορές, ειδικά τον χειμώνα, οι ιστορίες λέγονταν γύρω από μια μεγάλη φωτιά, δίνοντας στην συγκέντρωση μια μυστικιστική και θρησκευτική σημασία. Σε τέτοιες συγκεντρώσεις όσοι είχαν ταλέντο στην αφήγηση μπορούσαν να επηρεάσουν άμεσα το ακροατήριο τους. Οι αφηγητές ήταν κάθε άλλο από παθητικοί ομιλητές. Έπρεπε να έχουν και αξιόλογες υποκριτικές ικανότητες. Ένας καλός αφηγητής κινείται διαρκώς, αλλάζει εύκολα τις εκφράσεις του προσώπου του, και τον τόνο της φωνής του για μοιάσει στα ζώα ή στα πνεύματα που πρωταγωνιστούν στους μύθους. Διάφοροι ήχοι, σφυρίγματα, χτυπήματα με τα χέρια ήταν το οπλοστάσιο ενός ταλαντούχου παραμυθά έτσι ώστε να μιμηθεί πειστικά τις φωνές της φύσης και των ζώων.
Όταν έπεφτε το σούρουπο και οι ιστορίες άρχιζαν, τα πολύ μικρά παιδιά πήγαιναν για ύπνο, αλλά όλοι οι υπόλοιποι προσκαλούνταν να συμμετάσχουν. Ήταν σημαντικό για τα παιδιά να ακούσουν και να καταλάβουν τους μύθους. Όμως δεν έπρεπε να τα πάρει ο ύπνος, γι' αυτό σε διάφορα σημεία της αφήγησης έπρεπε να φωνάξουν όλα μαζί. Έτσι έδειχναν στους μεγαλύτερους ότι όντως πρόσεχαν τις ιστορίες Η αφήγηση μύθων ήταν ο παραδοσιακός τρόπος διδασκαλίας.
Οι μύθοι ξυπνούσαν την διάθεση και τα κίνητρα για να μιμηθείς τους ήρωες και να γίνεις θαρραλέος, καλός δυνατός, καλός αφηγητής ή αρχηγός. Σε ένα μύθο που εξηγούσε το πως ο ουρανός βρίσκεται τόσο μακριά, όλοι οι άνθρωποι μαζεύτηκαν να τον σπρώξουν προς τα πάνω γιατί αρχικά ήταν πολύ κοντά στη Γη. Ο μύθος αυτό διδάσκει ότι με την συνεργασία πετυχαίνονται μεγάλα κατορθώματα. Άλλες συμβουλές είναι "μην είσαι καυχησιάρης, αλλιώς θα θρηνήσεις σαν το Ελάφι", "πάντα να είσαι σε εγρήγορση, αλλιώς θα σε κοροϊδέψει κάποιος πονηρός, όπως την πάτησε η Φώκια από την Αλεπού", "μην περιφρονείς τους μεγαλύτερους σου", "αν είσαι πάντα ευγενικός με τους φτωχούς, θα έχεις καλή τύχη", "μην κάνεις παρέα με άτομα που ξέρεις πως δεν αξίζουν. Πάντα βρίσκουν τρόπο να σε μπλέξουν και σένα, ενώ είσαι αθώος, όπως ακριβώς η Νυφίτσα έμπλεξε τον μικρό αδερφό της".
Η "τελετή" της διήγησης των μύθων έφερνε τους ανθρώπους και τις οικογένειες πιο κοντά, ισχυροποιώντας τους δεσμούς της κοινότητας. Για τους Ινδιάνους, ήταν κάτι παρόμοιο με την εκκλησία, επειδή κιόλας τα περισσότερα μηνύματα είχαν πνευματικό περιεχόμενο.
Οι μύθοι των Ινδιάνων
1. Σπρώχνοντας τον Ουρανό (Chinook)
Ο Δημιουργός έφτιαξε τον κόσμο από την Ανατολή προς τη Δύση, δίνοντας διαφορετικές γλώσσες στον κόσμο καθώς προχωρούσε. Πέρασε και από το Puget Sound, και εκεί του άρεσε τόσο πολύ που σταμάτησε την δημιουργία και έδωσε τις υπόλοιπες γλώσσες με τη μια.
Ο καινούργιος αυτός κόσμος δεν άρεσε καθόλου στους ανθρώπους, γιατί ο ουρανός ήταν τόσο χαμηλός που χτυπούσαν τα κεφάλια τους συνέχεια. Οι αρχηγοί τους συναντήθηκαν και αποφάσισαν ότι ο ουρανός έπρεπε να σπρωχτεί πιο πάνω. Οι άνθρωποι μαζεύτηκαν και με τη βοήθεια γιγαντιαίων ελάτων, έσπρωξαν με όλη τους τη δύναμη. Συντόνισαν τις προσπάθειές τους χρησιμοποιώντας την παγκόσμια λέξη "για - χου ! " που σημαίνει "σπρώξτε !". Καθώς όλοι έσπρωχναν τον ουρανό, μερικοί κυνηγοί, και τρία ελάφια ήταν πάνω σε ένα ψηλό βουνό. Τυχαία είχαν μείνει εκεί πάνω και έτσι μεταμορφώθηκαν σε αστέρια του αστερισμού της Μεγάλης Άρκτου. Επίσης την ίδια τύχη είχε ένα ψάρι και μερικοί άντρες σε δύο κανό, που έγιναν ο αστερισμός του Ωρίωνα.
2. Η προέλευση του θρόνου της Κασσιόπης (Yakima)
Ένας κακός άνθρωπος ξεγελάει τέσσερα αδέρφια πουλώντας κακοφτιαγμένα βέλη και κατόπιν μεταμορφώνεται σε μεγάλο ελάφι και τους σκοτώνει με τα μεγάλα κέρατά του. Παρόλα' αυτά ο πέμπτος αδερφός έρχεται και αρνείται να κάνει παζάρια για τα ελαττωματικά βέλη. Όταν ο άντρας μεταμορφώνεται σε ελάφι ο πέμπτος αδερφός το σκοτώνει με τα δυνατά του βέλη. Γδέρνει το ζώο και πετάει το δέρμα του στον αέρα όπου αυτό παραμένει ανάμεσα στα αστέρια. Οι τρύπες που δημιούργησαν οι πάσσαλοι, που χρησιμοποίησε ο πέμπτος αδερφός, για να τεντώσει και να αποξηράνει το δέρμα, έγιναν τα άστρα του θρόνου της Κασσιόπης.
3. Ο Αλγκον και η Αστροκόρη (Pawnee)
Μια μέρα ένας Ινδιάνος που τον έλεγαν Άλγκον (Λευκό Γεράκι), ανακάλυψε ένα κυκλικό μονοπάτι από ανθρώπινα χνάρια. Κρύφτηκε σε ένα κοντινό θάμνο και περίμενε. Μετά από λίγο άκουσε μια θειική μουσική από τον ουρανό, και στρέφοντας το κεφάλι ψηλά είδε ένα μαγικό καλάθι που είχε μέσα του δώδεκα όμορφες αδερφές, να πλησιάζει προς τα κάτω. Σαν έφτασαν στη γη, κατέβηκαν στο κυκλικό μονοπάτι, και άρχισαν να χορεύουν πανέμορφους μαγικούς χορούς.
Ο Άλγκον αμέσως ερωτεύτηκε την πιο μικρή από τις κοπέλες, ένα λεπτοκαμωμένο και ντελικάτο πλάσμα. Προσπάθησε να την πιάσει αλλά αυτή του ξέφυγε με τις υπόλοιπες νεράιδες στον ουρανό. Ο κυνηγός όμως δεν πτοήθηκε και την επόμενη μέρα μεταμορφώθηκε σε ποντίκι, κρύφτηκε στην κουφάλα ενός δέντρου μαζί με άλλα ποντίκια και περίμενε. Οι ουράνιες αδερφές εμφανίστηκαν και πάλι και άρχισαν να χορεύουν. Όταν αντιλήφθηκαν τα ποντίκια άρχισαν να τα κυνηγούν. Η μικρότερη κυνήγησε τον Άλγκον, ο οποίος όταν η Αστροκόρη τον πλησίασε αρκετά πήρε την ανθρώπινη μορφή του και την έπιασε. Όταν ο Ινδιάνος έφτασε σπίτι του, παντρεύτηκε αμέσως τη νεράιδα και γρήγορα κέρδισε την αγάπη της γιατί ήταν καλός και ευγενικός.
Η Αστροκόρη όμως αν και αγαπούσε τον άντρα της, δεν μπορούσε να ξεχάσει τους δικούς της. Μια μέρα που την κυρίεψε νοσταλγία, έφτιαξε ένα καλάθι από λυγαριά, όμοιο με αυτό των αδερφών της, τραγούδησε το μαγικό τους τραγούδι και άρχισε να ανεβαίνει, μαζί με τον γιο της στην Αστροχώρα. Εκεί όλοι χάρηκαν που την ξαναείδαν, όμως αυτός που στεναχωρήθηκε πολύ ήταν ο Άλγκον όταν διαπίστωσε τι είχε συμβεί. Κάθε μέρα πήγαινε στο μαγικό μονοπάτι ελπίζοντας ότι η γυναίκα του θα επέστρεφε. Τα χρόνια όμως περνούσαν και κανένα σημάδι δεν παρουσιαζόταν.
Εν τω μεταξύ η γυναίκα του και το παιδί του σχεδόν τον είχαν ξεχάσει. Όταν όμως το αγόρι μεγάλωσε θέλησε να μάθει ποιος ήταν ο πατέρας του. Έτσι κατέβηκαν κάτω στη γη να συναντήσουν τον Άλγκον και να τον προσκαλέσουν να έρθει κι αυτός στην Αστροχώρα. Αφού τον βρήκαν, αυτός χάρηκε πολύ και δέχτηκε την πρόσκληση. Έτσι μεταμορφώθηκε σε Λευκό Γεράκι και από τότε και έπειτα μπορούσε να ταξιδεύει στον ουρανό για βλέπει την γυναίκα του. Στην ιστορία αυτή ο Άλγκον είναι ο Αρκτούρος, οι δώδεκα αδερφές είναι ο αστερισμός του Βόρειου Στέμματος που όμως είναι ανοιχτός αφού η μικρότερη αδερφή τριγυρνάει με τον Άλγκον.
4. Τα Εφτά Αδέρφια (Seneca)
Κάποτε υπήρχαν εφτά αδέρφια που εκπαιδεύονταν για να γίνουν πολεμιστές των της φυλής των Σενέκα. Ο θείος τους κάθονταν κοντά τους και χτυπούσε το τύμπανό του μαθαίνοντας τους τον χορό του πολέμου και τους τρόπους των πολεμιστών. Η μητέρα τους όμως στεναχωριόταν που τα αγόρια της θα γίνονταν πολεμιστές. Όταν ολοκληρώθηκε η εκπαίδευση τους και ήταν έτοιμοι να ξεκινήσουν για τον πόλεμο, τα αδέρφια χόρεψαν, σύμφωνα με το έθιμο γύρω από την κολώνα του πολέμου και πήγαν στην μητέρα τους να ζητήσουν το αποξηραμένο κρέας που θα έπαιρναν για το ταξίδι τους. Η μητέρα τους όμως αρνήθηκε καθώς ήξερε ότι κάποιοι από τους γιους της ίσως δεν γύριζε ποτέ πίσω. Τρεις φορές χόρεψαν γύρω από την κολώνα του πολέμου και τρεις φορές η μητέρα τους αρνήθηκε να τους δώσει το φαγητό τους. Την τέταρτη φορά ο μεγαλύτερος αδερφός άλλαξε το τραγούδι τους και είπε ένα μαγικό τραγούδι. Καθώς το έλεγε τα αδέρφια άρχισαν να ανεβαίνουν προς τον ουρανό. Η μητέρα τους φοβήθηκε ότι θα τους χάσει και άρχισε να τους παρακαλά να κατέβουν.
Ο μεγαλύτερος αδερφός συγκινήθηκε από τις φωνές της κοίταξε προς τα κάτω και έπεσε σαν πεφταστέρι δίπλα στη μητέρα του. Αυτή έτρεξε στο σημείο που έπεσε και τον έψαξε στην τρύπα που δημιούργησε το φλεγόμενο άστρο. Η τρύπα όμως ήταν πολύ βαθιά και δεν υπήρχε τίποτε μέσα της. Κοίταξε προς τα πάνω και είδε ότι οι υπόλοιποι γιοι της είχαν γίνει ένας κύκλος από έξι αστέρια που χόρευαν συνέχεια γύρω από την κολώνα του πολέμου στον ουρανό. Η γυναίκα έχτισε με τα χέρια της ένα σπίτι πάνω από την τρύπα που έγινε στο έδαφος. Από την τρύπα φύτρωσε ένα δέντρο τόσο ψηλό όσο ο πρωτότοκος γιος της. Όταν ένας κυνηγός έκοψε το δέντρο για να δει αν ο χυμός του ήταν τόσο γλυκός, αντί για χυμό έτρεξε αίμα. Η μάνα έδεσε το κόψιμο, έμεινε με το δέντρο και του τραγουδούσε κάθε βράδυ το τραγούδι που έλεγε στον μεγάλο γιο της όταν αυτός ήταν μωρό. Την άνοιξη το δέντρο ξεπέταξε δέσμες από φτερά σαν αυτά που διακοσμούσαν την πολεμική φορεσιά του γιου της. Τα φτερά όμως αυτά ήταν από ξύλο και ήταν οι σπόροι μιας νέας ράτσας δέντρων ένα από τα οποία είναι το πεύκο. Από τα πεύκα οι Σενέκα χρησιμοποιούσαν τον χυμό τους στην κατασκευή κανό και σκοινιών. Οι δέσμες των φτερών σήμερα έγιναν οι κώνοι των πεύκων που ξέρουμε.
Όταν η μητέρα του πεύκου γέρασε και πέθανε, μαζί της πέθανε και το πρώτο πεύκο, και τότε το πνεύμα του μεγαλύτερου από τα αδέρφια πήγε μαζί τους στον ουρανό. Κάθε βράδυ τα Εφτά Αδέρφια (Πλειάδες) ξανά μαζί, χορεύουν ψηλά πάνω από το σπίτι που βρίσκεται το Συμβούλιο των Σενέκα.
5. Γιατί το Αστέρι του Βορρά μένει ακίνητο (Paiute)
Σε μια πάρα πολύ μακρινή εποχή, όταν ο κόσμος ήταν ακόμα πολύ νέος, οι Άνθρωποι του Ουρανού ήταν τόσο ανήσυχοι και ταξίδευαν τόσο πολύ που άφηναν τα ίχνη τους στον ουρανό. Στην εποχή μας αν κοιτάξουμε τον ουρανό σ' όλη τη διάρκεια της νύχτας μπορούμε να δούμε πια πορεία ακολούθησαν. Όμως ένα αστέρι δεν ταξιδεύει. Αυτό είναι το Άστρο του Βορρά. Δεν μπορεί να μετακινηθεί. Παλιά όταν βρίσκονταν στη Γη είχε το όνομα Na-gah, το βουνίσιο πρόβατο, ο γιος του Shinoh. Ήταν γενναίος, τολμηρός και θαρραλέος. Ο πατέρας του δε, ήταν τόσο περήφανος και αγαπούσε τόσο πολύ τον γιο του, που του κρέμασε μεγάλα σκουλαρίκια και από τις δυο πλευρές του κεφαλιού του για να φαίνεται αξιοσέβαστος και μεγαλοπρεπής. Κάθε μέρα ο Na-gah σκαρφάλωνε, σκαρφάλωνε, σκαρφάλωνε. Κυνηγούσε τα πιο ψηλά βουνά, τα σκαρφάλωνε, ζούσε πάνω τους και ήταν ευτυχισμένος.
Κάποια φορά βρήκε μια πολύ υψηλή κορφή. Οι πλαγιές τις ήταν απότομες και λείες, με την κορφή να φτάνει ως τα σύννεφα . Ο Na-gah κοίταξε προς τα πάνω και είπε: "Αναρωτιέμαι τι να υπάρχει εκεί πάνω. Θα σκαρφαλώσω ως το πιο ψηλό σημείο" Το βουνό αυτό όμως τον δυσκόλεψε πολύ γιατί δεν έβρισκε μια χαραμάδα για να γραπωθεί. Τελικά βρήκε μια μεγάλη ρωγμή σε ένα βράχο, μπήκε μέσα και άρχισε να ανεβαίνει. Το περιβάλλον ήταν τόσο σκοτεινό και τρομαχτικό που ο Na-gah για πρώτη φορά στη ζωή του φοβήθηκε, αλλά συνέχισε την πορεία του. Μετά από πολύ προσπάθεια και κούραση είδε ένα αμυδρό φως, σημάδι ότι κόντευε στην έξοδο. "Τώρα είμαι χαρούμενος," φώναξε. "Χαίρομαι που ανέβηκα από την σκοτεινή τρύπα." Κοιτάζοντας γύρω του έμεινε άναυδος από το θέαμα, γιατί διαπίστωσε ότι ήταν πάνω σε μια κορφή, τόσο στενή που με δυσκολία μπορούσε να στρίψει και τόσο ψηλή που ζαλιζόταν. Δεν μπορούσε να μετακινηθεί και έτσι άρχισε να μονολογεί:
"Εδώ θα μείνω μέχρι να πεθάνω," είπε. "Ανέβηκα όμως στο βουνό μου!" Όταν τον είδε ο πατέρας του τον λυπήθηκε και τον μεταμόρφωσε σε ένα αστέρι που θα μπορούσαν όλοι να το δουν. έτσι ο Na-gah έγινε το άστρο που κάθε άνθρωπος μπορεί να δει. Είναι το μόνο άστρο που δεν αλλάζει θέση τη νύχτα. Γι αυτό αποκαλείται "το Σταθερό Αστέρι". Και επειδή πάντοτε δείχνει προς την πραγματική κατεύθυνση του Βορρά, καλείται και "το Άστρο του Βορρά". Εκτός από τον Na-gah υπάρχουν και άλλα βουνίσια πρόβατα στον ουρανό. Είναι η "Μικρή Άρκτος" και η "Μεγάλη Άρκτος". Και αυτές βρήκαν το μεγάλο βουνό που τους κάλεσε στην περιπέτεια. Είδαν τον Na-gah στην κορφή και θέλησαν να τον φτάσουν. Έτσι ο Shinoh, ο πατέρας του Πολικού Αστέρα, τα μετέτρεψε σε άστρα που στον ουρανό φαίνονται να βρίσκονται στους πρόποδες του μεγάλου βουνού. Αυτά πάντα ταξιδεύουν. Στριφογυρίζουν γύρω απ' το βουνό προσπαθώντας να ανακαλύψουν το μονοπάτι που οδηγεί στην κορφή.
6. Πώς το Κογιότ δημιούργησε τον Γαλαξία (Shoshone)
Η ιστορία αυτή αρχίζει την εποχή που το Μεγάλο Μυστήριο ξεκίνησε να φτιάχνει το σύμπαν. Το Μεγάλο Μυστήριο μόλις που είχε αρχίσει να τοποθετεί τα αστέρια στους ουρανούς, όταν διαπίστωσε ότι ήταν μόνος. Αν και είχε πολλές ιδέες σχετικά με τα πράγματα που έπρεπε να δημιουργήσει, η μοναξιά που ένοιωθε ήταν αφόρητη. Έτσι αποφάσισε να δημιουργήσει έναν σύντροφο. Αποφάσισε ότι το πλάσμα που θα έφερνε στη ζωή έπρεπε να είναι έξυπνο, χαρισματικό, με ευχάριστη φωνή και να είναι καλός ακροατής. Επίσης θα έπρεπε να έχει πολύ καλή όραση και να είναι γοργοπόδαρο για να μην μπερδεύεται συνέχεια στα πόδια του. Τέλος θα έπρεπε να ξέρει να λέει αστεία, και να είναι και λιγάκι πονηρός. Έτσι δημιούργησε τον Μικρό Αδερφό Κογιότ.
Για αρκετό καιρό το Μεγάλο Μυστήριο και ο Κογιότ τοποθετούσαν τα αστέρια στον ουρανό και ήταν ικανοποιημένοι. Μια μέρα καθώς ταξίδευαν στους αιθέρες, ο Κογιότ ρώτησε: "Γιατί καταναλώνεις τόσο πολύ χρόνο για να τοποθετείς τα άστρα σε αστερισμούς;"
Το Μεγάλο Μυστήριο απάντησε, "Άκου φίλε μου, βλέπεις εκείνον τον μικροσκοπικό πλανήτη εκεί κάτω; Κάποια μέρα αυτός θα γίνει ένα θαυμάσιο μέρος. Θα υπάρχουν απέραντες πεδιάδες καθώς και ατέλειωτες θάλασσες. Στη στεριά θα κατοικούν εκατοντάδες ζώα όλων των ειδών, που θα μοιάζουν με εσένα αλλά θα είναι και διαφορετικά από εσένα. Θα υπάρχουν ψάρια και άλλα παράξενα πλάσματα στις θάλασσες. Θα δημιουργήσω πολλά είδη πουλιών που θα πετάνε ψηλά στον ουρανό. Όμως το πιο θαυμαστό μου δημιούργημα θα είναι ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος θα είναι πολύ έξυπνος. Θα θελήσει να ταξιδέψει σε όλον τον μικρό πλανήτη. Αν και πανέξυπνος θα χάνεται μερικές φορές. Γι αυτό τοποθετούμε τα άστρα σε σχηματισμούς σα οδηγούς για να βρίσκει τον δρόμο του." Μια μέρα, καθώς τοποθετούσαν μια γιγαντιαία κατσαρόλα με νερό στον ουρανό, το Μεγάλο Μυστήριο παρατήρησε ότι ξέχασαν έξω ένα πολύ λαμπερό άστρο.
Ήταν αυτό που το είχαν προορίσει να μπει ακριβώς πάνω από το χείλος της κατσαρόλας για να δείχνει στους ανθρώπους τον Βορρά. Το Μεγάλο Μυστήριο έψαξε και ξανάψαξε στο σακούλι που είχε τα άστρα αλλά δεν μπόρεσε να βρει τον Πολικό Αστέρα, το Άστρο του Βορρά. Έτσι αποφάσισε να γυρίσει πίσω στο σπίτι του για να τον φέρει, αφήνοντας το σακουλάκι με τα άστρα στον Κογιότ. Ο Κογιότ στην αρχή περίμενε το Μεγάλο Μυστήριο να επιστρέψει, όμως σύντομα βαρέθηκε. Για να περάσει η ώρα δάγκωσε το σακουλάκι και άρχισε να διασχίζει τους ουρανούς. Για κακή του όμως τύχη ο σάκος είχε μια μικρή τρύπα με αποτέλεσμα να χύνονται τα άστρα έξω.
Το Μεγάλο Μυστήριο μόλις είδε τι γινόταν φώναξε τόσο πολύ που ο Κογιότ τρόμαξε και άρχισε να τρέχει. Έτρεξε τόσο γρήγορα που έφτασε στο άλλο άκρο του σύμπαντος. Όταν γύρισε να κοιτάξει πίσω του είδε ότι κατά μήκος του ουρανού σχηματίστηκε ένα μεγάλο μονοπάτι από άστρα. Με αυτό τον τρόπο δημιουργήθηκε ο Γαλαξίας. Ο Κογιότ κατάλαβε το λάθος του και ζήτησε από το Μεγάλο Μυστήριο να τον συγχωρήσει. Αυτός τον συγχώρησε, αλλά θα έπρεπε να ζήσει με τις συνέπειες των πράξεών του. Το Μεγάλο Μυστήριο τον έστειλε να ζήσει κάτω στη Γη. Έτσι τέλειωσαν για αυτόν οι εποχές που θα μπορούσε να περπατά ανάμεσα στα άστρα μαζί με το Μεγάλο Μυστήριο.
Αυτός είναι ο λόγος που το πνεύμα του Μικρού Αδερφού Κογιότ, και οι απόγονοί του συχνά στρέφουν το κεφάλι τους στον Γαλαξία και ουρλιάζουν για την μοναξιά τους.
7. Οι Εφτά Αδερφές (Ιowa)
Κάποτε, εφτά νεαρές κοπέλες (Πλειάδες) ενώ έπαιζαν απομακρύνθηκαν χωρίς να το καταλάβουν από το χωριό τους. Μια αγέλη από αρκούδες τις είδε και άρχισε να τις κυνηγάνε. Οι εφτά μικρές βρέθηκαν σε πολύ δύσκολη θέση: ήταν πολύ μακριά για να γυρίσουν πίσω στο χωριό τους και πολύ αργές για να ξεφύγουν από τα ζώα. Το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να ανέβουν στην κορυφή ενός μικρού βράχου και να προσευχηθούν στο βράχο να τις σώσει.
Οι νεαρές κοπέλες είχαν αγνή καρδιά και έτσι το πνεύμα του βράχου άκουσε την προσευχή τους. Ξαφνικά η πέτρα άρχισε να ανυψώνεται, μεταφέροντας τις εφτά κοπέλες στον ουρανό. Οι αρκούδες χίμηξαν στην πέτρα και άρχισαν να σκαρφαλώνουν προς την κορυφή που βρίσκονταν οι νεαρές, αλλά δεν μπόρεσαν να τις φτάσουν. Ο βράχος έφτασε τελικά πολύ ψηλά, και όταν σταμάτησε οι εφτά μικρές αδερφές βρήκαν τις θέσεις τους στο ουράνιο στερέωμα, όπου ακόμη μπορούμε να τις βλέπουμε. Η πέτρα που τις έσωσε υπάρχει ακόμα. Οι Kiowa την αποκαλούν Mateo Tipi, αλλά οι αγγλική μετάφραση είναι "Πέτρα του Διαβόλου", που βρίσκεται στο Γουαϊόμινγκ.
8. Ο Γέρος Άντρας (Iroquois)
Σε μια πολύ παλιά εποχή ζούσε ένας άντρας που είχε φτάσει σε τόσο βαθιά γεράματα που δεν μπορούσε να κυνηγάει πια. Είχε γίνει μπελάς για την οικογένειά του και ένας απόκληρος για τους υπόλοιπους. Ο γέρος γνώριζε πως οι μέρες που του έμεναν ήταν μετρημένες, έτσι με μεγάλο κόπο άρχισε να σκαρφαλώνει ένα ψηλό βουνό με ένα σακίδιο στην πλάτη και το μπαστούνι στο χέρι του. Όταν έφτασε στην κορυφή, άρχισε να τραγουδάει τον ύμνο του θανάτου του, που μιλούσε για το πνευματικό ταξίδι που θα ακολουθούσε μετά το θάνατό του στη Γη. Η φωνή του έφτασε κάτω, μέχρι το χωριό του, και έκανε τους ανθρώπους να παρατήσουν τις δουλειές τους και να στρέψουν το βλέμμα τους στη μοναχική φιγούρα, πάνω στη βουνοκορφή. Ενώ οι άνθρωποι τον παρατηρούσαν, ο γέρος άρχισε να ανεβαίνει προς τον ουρανό. Καθώς ανέβαινε η φωνή του εξασθένιζε και μετά από λίγο κανένας δεν μπορούσε να τον ακούσει. Τελικά πήρε τη θέση του στον ουρανό.
Όμως ο Γέρος Άντρας δεν πέθανε, αλλά του ανατέθηκε ένας άλλος ρόλος. Αφού ανέκτησε τις δυνάμεις του, ξεκίνησε να κουβαλάει, κάθε καλοκαίρι, τον Ήλιο στις πλάτες. Γνωρίζει πόσο σημαντικός είναι ο Ήλιος και έτσι τον ανεβάζει ψηλά, σκορπίζοντας ζεστασιά και ζωτικότητα στους ανθρώπους και στις σοδειές τους. Καθώς όμως άρχισαν να φυσούν οι άνεμοι του χειμώνα, οι δυνάμεις του Γέρου Άντρα εξαντλούνται και παρέδωσε το βαρύ φορτίο του στο γιο του. Δυστυχώς όμως και αυτός δεν ξεφεύγει από τον κανόνα που θέλει τους νέους να προσπαθούν με κάθε μέσο να γλυτώσουν από την βαριά εργασία και έτσι μεταφέρει τον Ήλιο χαμηλά στον ουρανό, κάνοντας τις μέρες σύντομες και κρύες. Την κρύα αυτή εποχή ο Γέρος Άντρας φαίνεται την νύχτα, στον αστερισμό που στη Δύση είναι γνωστός σαν Ωρίωνας, με το σακίδιο που είχε για να κουβαλάει τον Ήλιο, άδειο. Αλλά την άνοιξη θα πάρει ξανά τον Ήλιο στους ώμους του για να τον ανεβάσει ψηλά και να φέρει μεγάλες και ζεστές ημέρες.
9. Το Ατέλειωτο Ταξίδι (Tewa)
Σε παλιές εποχές οι άνθρωποι βασίζονταν πάνω σε ένα σοφό άντρα και σπουδαίο πολεμιστή, τον Long Sash. Κάποτε όταν ήρθαν δύσκολοι καιροί, ζήτησαν από τον Long Sash να τους απελευθερώσει από τα προβλήματά τους. Αυτός τους οδήγησε στο Ατέλειωτο Μονοπάτι, τον Γαλαξία.
Δεν είχε περάσει πολύς καιρός και οι άνθρωποι κουράστηκαν και άρχισαν να γκρινιάζουν. Ο Long Sash σταμάτησε κοντά στα δύο λαμπερά άστρα που οι λευκοί καλούν Δίδυμοι και απαίτησε από τους ανθρώπους να τον ακολουθούν γαλήνια ή αν δεν θέλουν να φύγουν. Οι άνθρωποι ονόμασαν το σημείο όπου σταμάτησαν "Τόπο της Απόφασης" και συμβολίζεται από τον αστερισμό του Καρκίνου. Αποφάσισαν να ακολουθήσουν τον αρχηγό τους, αλλά μετά από ένα μακρύ, σχεδόν ατέλειωτο ταξίδι, ξανάρχισαν να διαμαρτύρονται και να αμφιβάλουν για τις ικανότητες του Long Sash. Σταμάτησαν και ο Long Sash έβγαλε τα διακοσμητικά φτερά από το κεφάλι του. Οι άνθρωποι ονόμασαν το σημείο που σταμάτησαν για δεύτερη φορά "Τόπο της Αμφιβολίας". Στο σημείο εκείνο ο Long Sash αφού μπήκε σε έκσταση είδε ένα όνειρο και τελικά οδήγησε τους ανθρώπους στη "Μέση Χώρα", όπου εγκαταστάθηκαν και έζησαν αιώνια.
Ο Long Sash ζει και αυτός εκεί, στα άστρα του Ωρίωνα. Ακόμη και σήμερα το φτερωτό κάλυμμα του κεφαλιού του μπορεί να το δει κανείς στο αστρικό σμήνος που άλλοι καλούν σαν "Εφτά Αδερφές" ή "Πλειάδες"
10. Το Μεγάλο Κυνήγι (Woodland)
Κατά το τέλος της άνοιξης, μια αρκούδα ξύπνησε από την χειμερία νάρκη και άρχισε να τριγυρνά στις βουνοπλαγιές ψάχνοντας για τροφή. Σύντομα έγινε αντιληπτή από τρεις κυνηγούς και το κυνήγι άρχισε. Όπως και η αρκούδα έτσι και οι κυνηγοί ήταν πολύ πεινασμένοι, μετά τον μακρύ και βαρύ χειμώνα. Ο πρώτος κυνηγός κρατούσε μια φαρέτρα και ένα τόξο με το οποίο ήλπιζε πως θα σκοτώσει την αρκούδα. Ο δεύτερος κυνηγός κρατούσε ένα μεγάλο καζάνι στο οποίο ήλπιζε πως θα μαγειρέψει την αρκούδα. Ο τρίτος κυνηγός ακολουθούσε τους υπόλοιπους. Αυτός μάζευε ξύλα που θα χρειάζονταν για να ανάψει μια μεγάλη φωτιά, που θα χρειάζονταν για να ψηθεί ένα τόσο μεγάλο θήραμα.
Όλο το καλοκαίρι οι άντρες κυνηγούσαν την αρκούδα στον ουρανό. Το φθινόπωρο, η αρκούδα είχε χάσει τις δυνάμεις της και ο πρώτος κυνηγός κατάφερε και την σημάδεψε με το τόξο του. Το βέλος σκότωσε την αρκούδα που έπεσε στο χώμα. Οι τρεις άντρες έφαγαν την αρκούδα και άφησαν πίσω το σκελετό της. Καθώς το φθινόπωρο έδινε τη θέση του στο χειμώνα, ο καιρός γινόταν όλο και πιο κρύος. Ο σκελετός της αρκούδας εξακολουθούσε να παραμένει στον ουρανό, αλλά το πνεύμα της μπήκε σε ένα νέο σώμα-στο σώμα μιας άλλης κοιμούμενης αρκούδας. Για όλο τον μακρύ χειμώνα η αρκούδα κοιμόνταν. Όταν ξανάρθε η άνοιξη, το ζώο ξύπνησε και άρχισε να ψάχνει για τροφή. Για άλλη μια φορά την κυνήγησαν και τη σκότωσαν. Το πνεύμα της μπήκε στο σώμα μιας άλλης αρκούδας που κοιμόταν. Και έτσι γίνεται κάθε χρόνο.
11. Ο Ήλιος, η Σελήνη και τα Αστέρια (Ναβάχο)
Στον παρόντα Πέμπτο Κόσμο, οι Πρώτοι Άνθρωποι είχαν τέσσερα φώτα που τα είχαν φέρει από τον κατώτερο κόσμο. Λευκό Φως εμφανιζόταν πάνω από τα Ανατολικά βουνά, Μπλε Φως απλωνόταν πάνω από τα Νότια, Κίτρινο Φως ερχόταν από τις Δυτικές κορυφές και Σκοτάδι από το Νότο. Τα φώτα αυτά ήταν πολύ απομακρυσμένα, δεν μπορούσαν να ζεστάνουν τη Γη και έτσι ο αέρας είχε πάντα την ίδια θερμοκρασία και δε συνέβαιναν εποχιακές αλλαγές, αν και υπήρχε εναλλαγή μεταξύ ημέρας και νύχτας.
"Η ημέρα δε διαρκεί πολύ", οι άνθρωποι παραπονιόντουσαν.
"Χρειαζόμαστε περισσότερο φως". Έτσι η Πρώτη Γυναίκα έστειλε το Θηλυκό Φωτεινό Σκαθάρι στην Ανατολή και είπε στην Αλεπού της Φωτιάς να πάει προς το Νότο, το Φωτεινό Σκαθάρι το έστειλε στη Δύση και την Πυγολαμπίδα στο Βορρά. Κατόπιν όποιος χρειαζόταν περισσότερο φως, αυτοί οι τέσσερις ήταν έτοιμοι να τον βοηθήσουν.
Για αρκετό καιρό το πλάνο αυτό λειτουργούσε καλά, αλλά και πάλι οι Πρώτοι Άνθρωποι διαμαρτύρονταν ότι τα φώτα ήταν πολύ μικρά και τρεμόσβηναν. Έτσι η Πρώτη Γυναίκα σκέφτηκε τον Άνθρωπο-Φωτιά και το Λαμπερό Βουνό του, και του έστειλε ένα μήνυμα ρωτώντας τον αν θα μπορούσε να τη βοηθήσει.
"Ναι," συμφώνησε ο Άνθρωπος - Φωτιά, "Μπορώ να κάνω όλη την περιοχή γύρω από το Βουνό μου να λάμπει, αλλά το φως αυτό δε θα αρκεί για τα μακρινά μέρη και επίσης θα υπάρχει κάπνα."
"Δεν μας αρέσει η λάμψη και η ζέστη που έρχεται από ο Λαμπερό Βουνό", δήλωσαν οι Άνθρωποι. "Η ζέστη ξεραίνει τη Γη και πνιγόμαστε από τους καπνούς!"
Καθώς όλοι διαμαρτύρονταν και κανείς δεν έδειχνε ικανοποιημένος η Πρώτη Γυναίκα αποφάσισε πως έπρεπε να βρει άλλους τρόπους για να δώσει Φως στη Γη. Αφού συμβουλεύτηκε το Συμβούλιο των Σοφών, είπε στους βοηθούς της να φέρουν μια μεγάλη επίπεδη πλάκα από το σκληρότερο και πιο ανθεκτικό πέτρωμα που θα μπορούσαν να βρουν. Αφού επισκέφτηκαν όλα τα βουνά επέστρεψαν με ένα μεγάλο κομμάτι χαλαζία: είχε διπλάσιο μήκος απ' όσο πλάτος, και όταν το τοποθέτησαν μπροστά στη Πρώτη Γυναίκα, αυτή αποφάσισε ότι ήταν αρκετά μεγάλο για να κατασκευάσει δυο κυκλικούς τροχούς με το ίδιο μέγεθος. Είχε ελπίσει να φτιάξει τέσσερις, ένα για κάθε κατεύθυνση, αλλά η πέτρα ήταν πολύ μικρή για τόσα, και μόνο δύο θα μπορούσε να φτιάξει. Αφού η Πρώτη Γυναίκα χάραξε δύο μεγάλους κύκλους στην πλάκα, όλοι άρχισαν να δουλεύουν με πυρόλιθους και πέτρινα σφυριά, κόβοντας τους δυο όμοιους τροχούς. Αυτό δεν ήταν κάτι εύκολο, αφού ο χαλαζίας ήταν σχεδόν τόσο σκληρός όσο και τα εργαλεία που χρησιμοποιούσαν, αλλά τελικά δυο κυκλικοί επίπεδοι δίσκοι ετοιμάστηκαν για το σκοπό τους. Στον πρώτο έβαλαν μια μάσκα με χρώμα μπλε-τυρκουάζ για να παράγει φως και ζέστη, κατόπιν κρέμασαν κόκκινα κοράλλια στους λοβούς των αυτιών της και γύρω από τους άξονες. Ένα κέρατο κρεμάστηκε σε κάθε του πλευρά για να προσφέρει αρσενική αστραπή και αρσενική βροχή. Φτερά από αετούς και άλλα πουλιά δέθηκαν στους άξονες του πρώτου τροχού για να τον μεταφέρουν στους ουρανούς και για να διασκορπίσουν τις ακτίνες του φωτός στις τέσσερις κατευθύνσεις του ορίζοντα. Τέσσερις γραμμές σε ζικ-ζακ, από αρσενικό άνεμο και αρσενική βροχή στέκονταν στην κορυφή, τέσσερις κρέμονταν στον πάτο και τέσσερις ηλιακές κηλίδες τοποθετήθηκαν σα φύλακες που μερικές φορές στεκόταν στο πρόσωπό της και άλλοτε έπαιρναν τις θέσεις τους στις τέσσερις κατευθύνσεις. "Τώρα τελείωσε," είπε ο Πρώτος Άντρας, "και θα το ευλογήσω με ένα μίγμα από γύρη και με το τραγούδι ενός κορυδαλλού που από εδώ και στο εξής θα λέγεται 'η φωνή του ήλιου'."
"Αυτό όμως δεν μπορεί να μείνει εδώ!" φώναξε η Πρώτη Γυναίκα. "Η θέση του είναι στον ουρανό!"
Όμως κανείς δεν είχε ιδέα για το πως θα γινόταν αυτό, μέχρι που ο Πρώτος Άντρας τους πρότεινε ότι θα έπρεπε να μεταφερθεί στην κορυφή του πιο ψηλού βουνού και να τοποθετηθεί στην πιο ψηλή κορυφή, στην άκρη του κόσμου, απ' όπου θα στέλνει το ίδιο φως παντού. Έτσι το μετέφεραν στα Ανατολικά Βουνά και το έδεσαν στον ουρανό με δέσμες κεραυνού. Η Πρώτη Γυναίκα με τους βοηθούς της επέστρεψαν για να διακοσμήσουν και τον δεύτερο πέτρινο τροχό, που είχε το ίδιο μέγεθος με τον πρώτο. Αυτή την φορά όμως δε χρειάζονταν η πέτρα να δίνει ζέστη και φως, αλλά έπρεπε να φέρνει κρύο και υγρασία. Έτσι στόλισαν τη μάσκα της δεύτερης πέτρας με λευκά όστρακα, βάζοντας μια ταινία από κίτρινη γύρη στο πηγούνι της, και έφτιαξαν ένα άξονα από κόκκινο κοράλλι. Φτερά από κίσσα, γεράκι της νύχτας, γαλοπούλα, και πελαργό, έδεσαν στις τέσσερις πλευρές για αντέχει το βάρος της. Στα κέρατά της υπήρχαν θηλυκός κεραυνός και ελαφρές αύρες. Τέσσερις ευθείες γραμμές μπήκαν στην κορυφή, και άλλες τόσες στη βάση, που εξουσίαζαν την καλοκαιρινές βροχές. Κι' αυτός ο τροχός μεταφέρθηκε πάνω στην υψηλότερη Ανατολική κορυφή και δέθηκε στο ουρανό με δεσμίδες κεραυνού.
"Τώρα όλοι πρέπει να είναι ικανοποιημένοι," παρατήρησε η Πρώτη Γυναίκα, καθώς κοιτούσε τους δίσκους. "Έχουμε φως, θερμότητα και υγρασία, όλα προερχόμενα από τον ουρανό." Και πάλι όμως, πολλοί από τους ανθρώπους διαμαρτύρονταν.
"Αυτό δεν είναι σωστό," είπαν. "Αν ο ήλιος μείνει στην ανατολή συνέχεια, θα είναι καλοκαίρι στην περιοχή εκείνη, αλλά και παντοτινός χειμώνας στην άλλη."
"Ο ήλιος πρέπει να κινείται στον ουρανό," συμφώνησε ο Πρώτος Άντρας, "αλλά πως μπορεί να κινηθεί, αφού είναι μόνο πέτρα και καθόλου πνεύμα;" Δύο γέροι και σοφοί άντρες πλησίασαν τις δύο πέτρες και είπαν, "Εμείς θα δώσουμε τα πνεύματά μας στον ήλιο και τη σελήνη, ώστε να έχουν τη δύναμη και τη ζωτικότητα για να κινούνται στον ουρανό."
Το ένα πνεύμα μπήκε στο δίσκο με χρώμα τυρκουάζ και ονομάστηκε "Κουβαλητής του Ήλιου", ενώ το άλλο μπήκε στον λευκό δίσκο και ονομάστηκε "Κουβαλητής της Σελήνης". Αμέσως οι δυο δίσκοι έδειξαν σημεία ζωής και άρχισαν να κινούνται.
"Αλλά πως θα ξέρω που θα κατευθυνθώ και ποια μονοπάτια θα ακολουθώ;" ρώτησαν ο Ήλιος και η Σελήνη.
"Ο αετός καθοδηγείται από τα φτερά της ουράς του," είπε ο Πρώτος Άντρας. "Ο καθένας σας θα πάρει δώδεκα φτερά από την ουρά του αετού, που θα δείχνουν την σωστή πορεία που πρέπει να ακολουθήσετε, και οι αλλαγές στο δρόμο θα δείχνουν τις αλλαγές στις εποχές."
Ο Ήλιος ήταν ο πρώτος που ξεκίνησε το ταξίδι στον ουρανό, ενώ η Σελήνη περίμενε όλη τη μέρα, μέχρι που ο Ήλιος έφτασε τις κορυφές των δυτικών βουνών αλλά εξακολουθούσε να κοιτάζει την χώρα από επάνω. Στο σημείο αυτό η Σελήνη ρώτησε "Τώρα;" Και ο Ήλιος απάντησε, "Τώρα!"
Έτσι ενώ η Σελήνη ήταν έτοιμη να σκαρφαλώσει και αυτή στον ουρανό, το Παιδί-Άνεμος, που στέκονταν ακριβώς πίσω της, σκέφτηκε πως θα την βοηθούσε αν την έσπρωχνε με ένα ελαφρό αεράκι. Το αεράκι αυτό χτύπησε τον "Κουβαλητή της Σελήνης" στην πλάτη και φυσώντας τα δώδεκα φτερά, τα έφερε μπροστά στο πρόσωπό της. Έτσι δεν μπορούσε να δει που πηγαίνει. Γι' αυτό η Σελήνη ακολουθεί παράξενη πορεία στον ουρανό.
Ο Πρώτος Άντρας και η Πρώτη Γυναίκα δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα γι' αυτό και έτσι όλοι επέστρεψαν στην τοποθεσία που κατεργάζονταν τα κομμάτια χαλαζία. Στην κουβέρτα που είχαν αφήσει τους δύο δίσκους, είχαν μείνει πάρα πολλά κομματάκια πέτρας κάθε μεγέθους και σχήματος, μαζί με τη σκόνη που δημιουργήθηκε.
"Κοίτα πόσο πολύ όμορφο πέτρωμα έχει μείνει!" φώναξε ο Πρώτος Άντρας.
Και η Πρώτη Γυναίκα είπε, "Δεν πρέπει να πάει χαμένο! Θα τα χρησιμοποιήσουμε για να φτιάξουμε περισσότερα φώτα στο νυχτερινό ουρανό."
Έτσι πήραν ξανά τα σφυριά και τα εργαλεία τους για να δώσουν σχήμα στα άστρα που έλαμπαν μόνο τη νύχτα.Είχαν μείνει μόνο λίγα μεγάλα κομμάτια χαλαζία, αλλά μυριάδες μικρά, μαζί με τη σκόνη.
Όταν όλα τα αστέρια ήταν έτοιμα να πάρουν τη θέση τους στον ουρανό, η Πρώτη Γυναίκα είπε,
"ΘΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΩ ΑΥΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΓΡΑΨΩ ΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ ΠΟΥ ΘΑ ΚΥΒΕΡΝΟΥΝ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ. ΟΙ ΝΟΜΟΙ ΑΥΤΟΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΓΡΑΦΤΟΥΝ ΣΤΟ ΝΕΡΟ ΑΦΟΥ ΣΥΧΕΧΩΣ ΑΛΛΑΖΕΙ Η ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ, ΟΥΤΕ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΓΡΑΦΤΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΜΜΟ, ΑΦΟΥ Ο ΑΝΕΜΟΣ ΘΑ ΤΟΥΣ ΕΣΒΗΝΕ ΑΜΕΣΩΣ, ΟΜΩΣ ΑΝ ΓΡΑΦΤΟΥΝ ΣΤΑ ΑΣΤΡΑ ΘΑ ΤΟΥΣ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΚΑΙ ΘΑ ΤΟΥΣ ΘΥΜΟΥΝΤΑΙ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ."
Αμέσως μετά δημιούργησε ένα σχεδιάγραμμα του ουρανού, στο χώμα, και τοποθέτησε ένα από τα μεγάλα αστέρια στο βορρά. "Αυτό δεν θα κινείται ποτέ!" είπε, "και θα είναι γνωστό σαν την Φωτιά της Βόρειας Κατασκήνωσης. Θα ονομάζεται επίσης "Ο Οδηγός του Ταξιδιώτη" και "Πολικός Αστέρας" ." Μετά τοποθέτησε μεγάλα αστέρια στις υπόλοιπες τρεις κατευθύνσεις και ένα στο ίδιο το κέντρο του σχεδιαγράμματος. "Αυτά θα πρέπει να τοποθετηθούν στις σωστές θέσεις στον ουρανό," είπε ο Άντρας-Φωτιά, που έριξε δύο φλεγόμενα βέλη στον ουρανό ώστε τα ίχνη τους να σχηματίσουν μια σκάλα. Ο Άντρας-Φωτιά είχε τώρα το καθήκον να τοποθετήσει τα άστρα στις σωστές τους θέσεις στο σεντόνι της νύχτας. Πριν σηκώσει το πρώτο, η Πρώτη Γυναίκα σχεδίασε στην άμμο τα μονοπάτια που θα ακολουθούσε το καθένα στην πορεία του στον ουρανό, και ο Πρώτος Άντρας έδεσε ένα φτερό της προσευχής πάνω στο καθένα, δίνοντας τους μια προσευχή για να τραγουδάνε καθώς θα πορεύονταν μόνα στα σχεδιασμένα μονοπάτια.
Ο Άντρας-Φωτιά ξεκίνησε με τον Πολικό Αστέρα και συνέχισε να ανεβαίνει τη σκάλα ως ότου όλα τα μεγάλα άστρα είχαν πάρει τις θέσεις τους, ενώ η Πρώτη Γυναίκα έσμιξε άλλα άστρα σε ομάδες σχηματίζοντας τους αστερισμούς. Ήταν μια πολύ αργή διαδικασία αφού τα κομμάτια ήταν πολλά και η σκάλα πολύ ψηλή. Ενώ όλα αυτά προχωρούσαν, ο Κογιότ παραμόνευε την κάθε κίνηση του Άντρα-Φωτιά. Τότε είδε ένα αρκετά μεγάλο άστρο να είναι ακόμη πεσμένο στην κουβέρτα στο χώμα, και έτσι ρώτησε τον Άντρα-Φωτιά αν θα μπορούσε να το πάρει για δικό του. "Μπορείς να το έχεις," συμφώνησε η Πρώτη Γυναίκα, "αν το τοποθετήσεις ακριβώς πάνω από το βουνό σου. Για κάποιο χρόνο θα είναι αρκετά αμυδρό, αλλά όταν λάμπει δυνατά θα σημαίνει ότι θα αρχίζει η περίοδος του ζευγαρώματός σου." Έτσι ο Κογιότ άρχισε να ανεβαίνει προσεκτικά την σκάλα, πατώντας με τη μια πατούσα του τα σκαλιά και κρατώντας το αστέρι με την άλλη, και τοποθέτησε τον Κάνωβο, στο νότιο ουρανό ακριβώς πάνω από το βουνό του. Οι δύο πρώτοι αστερισμοί που σχεδίασε η Πρώτη Γυναίκα ήταν η Μεγάλη Άρκτος, που στη γλώσσα των Νάβαχο σημαίνει "Κρύος Άντρας από το Βορρά", και την Κασσιόπη την γυναίκα του. Αυτοί οι δύο τοποθετήθηκαν σε δύο αντίθετες πλευρές του Πολικού Αστέρα, που ήταν η εστία του σπιτιού τους. Έτσι περιστρέφονται γύρω της και ποτέ δεν την εγκαταλείπουν για να πέσουν κάτω από τον ορίζοντα. Κανείς άλλος αστερισμός δεν τους πλησιάζει, για να τους χωρίσει. Αυτή η διάταξη των αστερισμών υπόκειται σε ένα νόμο που διατηρείται μέχρι τις μέρες μας. Ο νόμος είναι ότι ένα και μόνο ένα ζευγάρι μπορεί να ζήσει γύρω από μια εστία.
Στη συνέχεια η Πρώτη Γυναίκα σχεδίασε ένα αχνό αστερισμό στο σχήμα δυο αχναριών από λαγό, το ένα να ακολουθά το άλλο. Τοποθετήθηκε στη θέση που στην Δύση βρίσκονται τα άστρα της ουράς του αστερισμού του Σκορπιού. Αυτός είναι ο αστερισμός που κυβερνά το κυνήγι, και κατά τη διάρκεια της άνοιξης ως τις αρχές του καλοκαιριού, κανείς δεν επιτρέπεται να κυνηγήσει κανένα ζώο. Κατά τα τέλη φθινοπώρου, η κυνηγετική περίοδος αρχίζει. Τις εποχές που οι Νάβαχο εξαρτώνταν αποκλειστικά από το κυνήγι για την διατροφή τους, οι νόμοι που τα αφορούσαν ήταν πολύ αυστηροί. Απαγορεύονταν το κυνήγι σε περιόδους ζευγαρώματος και σε περιόδους που τα μικρά ήταν ακόμα με τις μητέρες τους. Καμιά αντιλόπη και κανένα ελάφι κάτω των δυο ετών, δεν σκοτώνονταν.
Το επόμενο σχήμα που έφτιαξε η Πρώτη Γυναίκα ήταν ένας άντρας με φαρδύς ώμους, γερμένος, με τα χέρια στα γόνατά του για να αντέξει το βαρύ φορτίο του θερισμού. Αυτός ο αστερισμός, "ο Θεριστής", προστάζει το λαό να δουλεύει σκληρά την περίοδο του θερισμού έτσι ώστε να έχουν αρκετή τροφή για τον μακρύ και βαρύ χειμώνα.
Το Πουλί-Κεραυνός, που κουβαλά όλα τα σύννεφα στην ουρά του και όλες τις βροχές κάτω από τα φτερά του, ήταν ο επόμενος αστερισμός, μαζί με την Ύδρα, "το κερασφόρο κρόταλο", που ήταν υπεύθυνο για τα υπόγεια κανάλια του νερού. Η τοποθέτηση των αστεριών στις κατάλληλες θέσεις προχωρούσε όλο και πιο αργά, αφού ο Πρώτος Άντρας δεν μπορούσε παρά να πάρει μαζί του λίγα αστέρια κάθε φορά που ανέβαινε τη σκάλα.
Ο Κογιότ άρχισε να ανησυχεί βλέποντας αυτή την αργή διαδικασία. Είπε στην Πρώτη Γυναίκα, "Αυτό παίρνει πάρα πολύ χρόνο! Γιατί δε με αφήνεις να βοηθήσω κι εγώ ; Έτσι θα τελειώσουμε ότι είναι να γίνει δυο φορές πιο γρήγορα!"
Η Πρώτη Γυναίκα απάντησε, "Πάντα κάνεις λάθη και προκαλείς προβλήματα." Αλλά ο Κογιότ επέμενε, λέγοντας, "Θα κάνω ακριβώς ότι μου πεις και θα ακολουθήσω το σχέδιο ακριβώς όπως το δημιούργησες στο έδαφος."
Η Πρώτη Γυναίκα έβαλε δυο πανομοιότυπα άστρα στο σχέδιο της και τα ονόμασε "Οι Δίδυμοι". Τα έδειξε στον Κογιότ και είπε, "Πάρε αυτά τα άστρα και τοποθέτησέ τα κάπου στη Δύση, από όπου θα περπατούν χέρι-χέρι ως το κέντρο του ουρανού."
Έτσι ο Κογιότ σήκωσε τα όμοια άστρα, ένα σε κάθε χέρι, και περπάτησε προς τη σκάλα. Είχε δει τον Πρώτο άντρα να ανεβαίνει τη σκάλα με τη χούφτα του γεμάτη άστρα, και έτσι νόμιζε πως θα μπορούσε να το κάνει κι αυτός. Όμως, όταν είχε διανύσει τη μισή διαδρομή, κατά λάθος κοίταξε κάτω, ζαλίστηκε και παραλίγο να πέσει. Για κακή του τύχη το Παιδί-Άνεμος, πλησίασε σφυρίζοντας για να δει τι έκανε ο Κογιότ, και ταρακούνησε τη σκάλα από την Ανατολή προς τη Δύση. Ο Κογιότ γρήγορα έπιασε και τα δύο άστρα με το αριστερό του χέρι, ελευθερώνοντας το δεξί του για να μπορεί να γαντζωθεί στη σκάλα. Όταν έφτασε στον ουρανό βρήκε εύκολα τη θέση που ήταν για τα άστρα που κουβαλούσε, αλλά όταν τα κοίταξε στη χούφτα του δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τα δυο αστέρια αφού τα είχε μπερδέψει. Έτσι δεν ήξερε πιο θα έβαζε δεξιά και πιο αριστερά. Μην έχοντας άλλη λύση έκλεισε τα μάτια του και τα τοποθέτησε στην τύχη. Ξαφνικά ακούστηκε ένας δυνατός κρότος. Κατάλαβε ότι τα είχε βάλει σε λάθος θέση, και αυτά προσπάθησαν να πάρουν τη σωστή. Δυστυχώς όμως είχε απομακρυνθεί απ' αυτά και δεν μπορούσε πια να επέμβει, και έτσι άρχισε να κατεβαίνει βιαστικά τη σκάλα ενώ τα δυο άστρα διασταυρώθηκαν, το ένα μπροστά στο άλλο για να βρουν τη σωστή τροχιά τους. Η Πρώτη Γυναίκα τον περίμενε στη βάση της σκάλας, έξαλλη από θυμό. "Τώρα κοίτα πως τα κατάφερες!" φώναξε. "Αυτά τα δυο άστρα ήταν προορισμένα να εγκαθιδρύσουν την ειρήνη και συναδελφοσύνη μεταξύ όλων των ανθρώπων της Γης. Τώρα θα προκαλέσουν έχθρες και διαμάχες που θα μαστίζουν την ανθρωπότητα παντοτινά. Δε θα ξαναμεταφέρεις άστρα στον ουρανό!"
Ο Κογιότ γκρίνιαζε καθώς απομακρυνόταν, "Δεν έφταιγα εγώ! Το Παιδί-Άνεμος ταρακούνησε τη σκάλα και παραλίγο να γκρεμοτσακιστώ!" Η Πρώτη Γυναίκα του είπε να φύγει καθώς δεν ήθελε πια να την απασχολεί, και συνέχισε να δημιουργεί σχήματα που ο Πρώτος Άντρας έβαζε στον ουρανό. Έφτιαξε την "Πεταλούδα", τον "Κορυδαλλό" που κελαηδούσε για τον Ήλιο κάθε πρωί, τη "Σαύρα", το "Λύκο", τον "Αετό", τον "Σκαντζόχοιρο" που ήταν υπεύθυνος για την ανάπτυξη όλων των δέντρων στα βουνά και τέλος την "Κάμπια". Η Πρώτη Γυναίκα δημιούργησε πολλά ακόμα σχέδια έως ότου δεν υπήρχε ζώο, πτηνό ή έντομο που μα μην έχει το αντίστοιχό του στον ουρανό. Καθώς ο Άνθρωπος-Φωτιά τα κουβαλούσε στον ουρανό, μετέφερε και το δαυλό του, που έκαιγε με κάρβουνο, δεμένο στο αριστερό του μπράτσο. Όταν κάποιο άστρο έμπαινε στη θέση του έδινε μια μικρή φλόγα για να φωτίζει τον σκοτεινό δρόμο που θα ακολουθούσε στον ουρανό. Όλα έδειχναν εντάξει, αλλά καθώς ο Άνθρωπος-Φωτιά κουβαλούσε προς την Ανατολή, ένα άστρο μέτριας λαμπρότητας, τα λουριά λύθηκαν και ο δαυλός έπεσε στο έδαφος. Έτσι δεν είχε άλλο φως να δώσει στο άστρο αυτό. Αφού το έβαλε στη θέση του, έτρεξε γρήγορα προς τα κάτω για να ξαναπάρει το δαυλό, και μετά πάλι προς τα πάνω για να προλάβει να δώσει στο άστρο το φως του. Όμως δεν τα κατάφερε αφού του ήταν αδύνατο να το βρει μέσα στα σκοτεινά μονοπάτια της νύχτας. Αυτό το άστρο ονομάστηκε "Σκοτεινό Αστέρι". Περιτριγυρίζει στον ουρανό και φέρνει κακή τύχη όπου κι αν πάει.
Εξαπολύει μικρά μαύρα βέλη που προκαλούν πόνο και αρρώστια, και λένε πως αν κάποιος ενώ ταξιδεύει τη νύχτα νοιώσει έναν οξύ πόνο στους ώμους ή στην πλάτη, τότε σημαίνει ότι το "Σκοτεινό Άστρο" είναι κάπου κοντά. Όταν ο Άνθρωπος-Φωτιά επέστρεψε στη Γη, η Πρώτη Γυναίκα δεν ήξερε αν θα έπρεπε να του αναθέσει και άλλους αστερισμούς να κουβαλήσει. Δεν είχαν μείνει και πολλά μεγάλα κομμάτια στην κουβέρτα που θα μπορούσαν να γίνουν άστρα, αλλά ένας σωρός από σκόνη είχε απομείνει. Γέμισε τη χούφτα τον Άνθρωπου-Φωτιά με μικρά κομματάκια, και αυτός άρχισε να ανεβαίνει. Όταν είχε διανύσει τη μισή διαδρομή παρατήρησε ότι τα κομμάτια που είχε ήταν πολύ μικρά και πολυάριθμα για να αποτελέσουν ξεχωριστά άστρα, και έτσι έδωσε στο καθένα μια φωτιά και τα πέταξε στον ουρανό. Εκεί μπορούμε ακόμα να τα δούμε σαν μικρά αστρικά σμήνη που αντιπροσωπεύουν τα μικρά πλάσματα της Γης που φεγγοβολούν, όπως οι πυγολαμπίδες.
Καθώς ο Άνθρωπος-Φωτιά κατέβαινε από τη σκάλα, ο Κογιότ ανέβηκε στην κουβέρτα και αρπάζοντας την από τις δυο άκρες της την τίναξε στον αέρα, στέλνοντας τη σκόνη κατά μήκος του νυχτερινού ουρανού, σχηματίζοντας ένα μεγάλο τόξο που έφτανε από τον ένα ορίζοντα στον άλλον. Έτσι σχηματίστηκε ο Γαλαξίας. Οι Νάβαχο πιστεύουν ότι είναι ένα μονοπάτι για τα πνεύματα που ταξιδεύουν μεταξύ Γης και Ουρανού, με κάθε μικρό άστρο να είναι μια πατημασιά. Η Πρώτη Γυναίκα είπε, "Τώρα οι νόμοι που ο λαός μας θα χρειαστεί έχουν αποτυπωθεί στον ουρανό και όλοι μπορούν να τους δουν. Ένας άνθρωπος από κάθε γενιά πρέπει να μαθαίνει αυτούς τους νόμους ώστε να τους εξηγήσει και στους υπόλοιπους και, όταν αυτός γεράσει, πρέπει να μεταφέρει τη γνώση αυτή σε έναν νεότερο ο οποίος θα είναι ο επόμενος Δάσκαλος. Οι εντολές που είναι γραμμένες στα άστρα πρέπει παντοτινά να είναι σεβαστές !"
Στις μέρες μας, μόνο οι σαμάνοι των Νάβαχο ξέρουν τους αστερισμούς και μπορούν να εξηγήσουν τους νόμους που αντικατοπτρίζουν.