Εδώ και περισσότερα από είκοσι χρόνια, οι κοντινές στο θάνατο εμπειρίες ("Near Death Experience" ή NDE) έχουν αποσπάσει το ενδιαφέρον των επιστημόνων. Χάρη στην πρόοδο των ιατρικών οργάνων της εντατικής, όπως του ηλεκτροσόκ, έχουν εμφανιστεί πολλοί άνθρωποι που δηλώνουν ότι έχουν ζήσει αυτή την εμπειρία που διαδραματίζεται στα σύνορα του δικού μας, με τον άλλο, τον άυλο κόσμο. Χειρούργοι, γιατροί, ψυχίατροι, φιλόσοφοι, ανθρωπολόγοι, κτλ, δεν ξέρουν πως να χαρακτηρίσουν αυτά τα φαινόμενα, μιας και γνωρίζουν πολύ καλά ότι το να παραδεχτούν επίσημα ότι μπορεί να υπάρξει μια ζωή μετά το θάνατο αποτελεί ρίσκο από τη στιγμή που θρησκευτικές παραδόσεις και ιδεολογίες θα μπορούσαν να απαιτήσουν ή ακόμα και να αντλήσουν επιπλέον αποδείξεις. .
Ωστόσο, οι ασθενείς που έζησαν αυτήν την εμπειρία δε μιλούν και πολύ εύκολα από φόβο μην οδηγηθούν σε ψυχιατρικά άσυλα. Πολύ λογικό. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα ενός γιατρού στη γαλλική τηλεόραση που δήλωσε σε κάποιο ντοκιμαντέρ για τις εμπειρίες αυτές: "Την πρώτη φορά που ένας από τους ασθενείς μου μου διηγήθηκε αυτό που έζησε, έσκασα στα γέλια. Δεν πιστεύω σε τέτοιες χαζομάρες." Δεν υπάρχει χειρότερος κουφός από εκείνον που δε θέλει ν΄ ακούσει, λέει ένα παλιό ρητό. Γι αυτό λοιπόν το λόγο, για να πειστούν ότι δεν πρόκειται περί ενός φαινομένου που συμβαίνει μόνο στη δική τους χώρα, τις Ηνωμένες πολιτείες, δύο γιατροί, οι Erlendur Haraldsson και Karl Isis, σχεδίασαν και πραγματοποίησαν μια σοβαρή επιστημονική έρευνα με τη συνεργασία πολλών χιλιάδων ασθενών που βρίσκονταν είτε στο τελευταίο στάδιο της ασθένειάς τους είτε ακολουθούσαν ακόμα θεραπευτική αγωγή. Ξεκίνησαν λοιπόν από τις Ινδίες και πέρασαν στη συνέχεια στις ΗΠΑ, κι αυτό για να βεβαιωθούν ότι οι θρησκευτικές πεποιθήσεις και το πολιτιστικό υπόβαθρο δεν επηρεάζουν αυτά που διηγούνται εκείνοι που φέρονται να έχουν ζήσει την εμπειρία.
Η έρευνα έβγαλε ότι υπάρχει πραγματικά κάτι, κάτι μάλιστα πολύ συγκεκριμένο, αλλά τι είναι αυτό; Διότι, όπως οι δυο γιατροί, έτσι ακριβώς και πολλοί συνάδελφοί τους σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης κατάφεραν να αναγνωρίσουν μέσα από μαρτυρίες τα διάφορα στάδια της έλευσης του θανάτου για τους ανθρώπους εκείνους που "επανέρχονται", όμως για εκείνους που "έφυγαν" για τα καλά, το μυστήριο, τουλάχιστον από επιστημονικής άποψης, παραμένει. Και , τι σύμπτωση, οι χιλιάδες αυτές περιγραφές μοιάζουν να κολλάνε περίφημα με το διάσημο πίνακα του Jerome Bosch "η άνοδος προς τον ουράνιο παράδεισο" (ελαιογραφία σε ξύλο), όπως επίσης με το κείμενο του Πλάτωνα όπου αναφέρεται η μεταθανάτια εμπειρία του στρατιώτη Ηρ (Πλάτωνος, Πολιτεία), ή ακόμα στα αιγυπτιακά Βιβλία των Νεκρών...
Οι σκεπτικιστές δε διστάζουν να μας διαβεβαιώσουν ότι οι καταστάσεις αυτές προέρχονται από ένα χημικό μάγμα (ενδορφίνες κλπ..) που εκκρίνεται από τον εγκέφαλο τη στιγμή που επέρχεται ο θάνατος. (Οι ενδορφίνες εκκρίνονται αυθόρμητα από τον εγκέφαλο σε ακραίες καταστάσεις φόβου ή πόνου και παίζουν το ρόλο ισχυρότατου παραισθησιογόνου). Μια εξήγηση που δε θα υπήρχε κανένας λόγος να απορρίψουμε αν δεν υπήρχαν οι μαρτυρίες για εγκατάλειψη του σώματος, μαρτυρίες τόσο απίστευτες όσο και αληθινές, αλλά κυρίως εξακριβωμένες. Πως ένας αγρότης που δεν είχε δει ποτέ στη ζωή του χειρουργείο μπορεί και περιγράφει με λεπτομέρειες που ούτε φοιτητής της ιατρικής δε θα έδινε, τα κουμπιά που πατούσαν οι χειρούργοι, τα μπουκαλάκια που έδιναν οι βοηθοί, το στάδιο την ανάνηψης με τις μεγαλύτερες λεπτομέρειες, την ελιά στο πρόσωπο της νοσοκόμας που βρισκόταν πίσω του μόνο κατά διάρκεια της επέμβασης, και όλα αυτά παρακολουθώντας τα από το ταβάνι του χειρουργείου; Πως είναι δυνατό να φανταστούμε ότι ένας ασθενής, απλωμένος στο χειρουργικό τραπέζι, με το σώμα του ανοιγμένο από τα νυστέρια, υπό την επίδραση αναισθητικού ή πολλές φορές σε κώμα, επανέρχεται και αρχίζει να διηγείται στους γιατρούς ιστορίες ελάχιστα πιστευτές, εάν αυτές οι ίδιες οι ιστορίες δεν έχουν κάτι το βαθιά εντυπωσιακό και πρωτάκουστο; Η πρώτη τους άλλωστε αντίδραση είναι να παρατηρήσουν τους γιατρούς που τους επανέφεραν στη ζωή: "Γιατί με επαναφέρατε, ήμουν τόσο όμορφα εκεί.", είναι μια φράση που έχουν ακούσει πολλοί αναισθησιολόγοι.
Οι γιατροί πάντως εκτιμούν ότι από τη στιγμή που η καρδιά σταματά να χτυπά και το εγκεφαλογράφημα δε δίνει πια καμιά ένδειξη λειτουργίας , ο άνθρωπος είναι νεκρός. Ωστόσο, δημοσιεύοντας έναν απολογισμό της έρευνάς τους, οι δυο γιατροί, Haraldsson και Isis, γράφουν: "Εκείνο που ανακαλύψαμε, από τη μια μας ξάφνιασε και από την άλλη μας γέμισε ελπίδα. Το βιβλίο αυτό αποτελεί μια νέα μαρτυρία, η οποία βασίζεται σε παρατηρήσεις περισσοτέρων των χιλίων γιατρών και νοσοκόμων. Αυτή η μαρτυρία μας κάνει υποχρεωτικά να πιστέψουμε ότι υπάρχει μια ζωή μετά θάνατον, άλλωστε καμιά άλλη υπόθεση δε θα μπορούσε να εξηγήσει καλύτερα τα συλλεγόμενα στοιχεία."
Ο καρδιοχειρούργος Michael Sabom ήταν ένας από τους πρώτους που "απέρριψε" οριστικά με επιστημονική επισημότητα τις μαρτυρίες για τις μεταθανάτιες εμπειρίες (εγκατάλειψη του σώματος, τούνελ, δυνατό άσπρο φως, συνάντηση με νεκρούς συγγενείς,...) αντιτιθέμενος έντονα σε εκείνον που τράβηξε την προσοχή του κόσμου πάνω στις εμπειρίες αυτές, τον δόκτορα Raymond Moody, το 1976, με το βιβλίο του "Η Ζωή μετά ζωής". Ο σκεπτικιστής λοιπόν καρδιολόγος, θεωρούσε ότι οι μαρτυρίες που είχε συλλέξει ο Moody αποτελούσαν μια φάρσα από τη μεριά κάποιων δημοσιογράφων, και πως θα έπρεπε να αποφεύγεις τη ράτσα των ανθρώπων αυτών όπως ο διάβολος το λιβάνι. "Έχω συμμετάσχει σε δεκάδες καρδιακές ανανήψεις, πολλές φορές ακραίας μορφής, και ποτέ δεν άκουσα κάτι παρόμοιο από τους ασθενείς μου. Το βιβλίο του Moody, αποτελεί καθαρή απάτη, είναι απλώς μια μπλόφα. Δεν υπακούει σε κανένα επιστημονικό κριτήριο και αυτό είναι άλλωστε κάτι που και ο ίδιος ο συγγραφέας του βιβλίου παραδέχεται μόλις στην πρώτη σελίδα."
Για να στηρίξει ακόμα περισσότερο το συλλογισμό του, την επόμενη κιόλας μέρα πηγαίνει στο καρδιολογικό του κέντρο και θέτει ερωτήσεις στους ασθενείς του. Οι δύο πρώτοι δεν αλλάζουν κάτι. Η τρίτη ασθενής που ερωτάται του ζητάει να μην την περάσει για τρελή και του διηγείται τη επιθανάτια εμπειρία της. Ο γιατρός συνεχίζει να ρωτά τους ασθενείς του και πέφτει σε ακόμα μια περίπτωση επιθανάτιας εμπειρίας. Οι μέχρι τώρα πεποιθήσεις του αρχίζουν να ακροβατούν σε τεντωμένο σκοινί και, από τη στιγμή εκείνη, αποφασίζει να βάλει νερό στο κρασί του και να ξεκινήσει ο ίδιος μια έρευνα ώστε να έχει την καρδιά του καθαρή. Η έρευνα θα διαρκέσει τέσσερα χρόνια και θα αποσπάσει μαρτυρίες ανθρώπων που απέδρασαν από το θάνατο παρά του ότι είχαν κριθεί και δηλωθεί, από τη χειρουργική ομάδα, νεκροί κατά τη διάρκεια της επέμβασης. Έτσι λοιπόν, δουλεύοντας για τον ίδιο του τον εαυτό, ο γιατρός Michael Sabom, θα καταλήξει στα ίδια συμπεράσματα με τον Raymond Moody. Το ίδιο και οι επιστήμονες που θα τον διαδεχτούν, θα καταλήξουν κι αυτοί σε παρόμοιο συμπέρασμα.
Θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος τι το περίεργο υπάρχει με τις εμπειρίες αυτές, αφού όλες οι θρησκείες ευαγγελίζονται μια ζωή μετά θάνατον. Όμως, ακόμα και για τους πιο σκεπτικιστές, εκείνο που θα αποτελούσε τη χαρακτηριστική βολή πάνω στην ολιγοπιστία τους για τις κοντινές στο θάνατο εμπειρίες, βρίσκεται στις μαρτυρίες παιδιών, που εκ φύσεως δεν μπορούμε με ευκολία να υποπτευτούμε ότι έχουν επηρεαστεί από θρησκευτικές και πολιτιστικές δοξασίες. Τα παιδιά λοιπόν επίσης, μέσα από τη δική τους ιδιόμορφη γλώσσα, περιγράφουν τις ίδιες λεπτομέρειες, τις ίδιες αισθήσεις. Η πιο γνωστή έρευνα που έχει πραγματοποιηθεί με αντικείμενό της αποκλειστικά παιδιά είναι εκείνη του Melvin Morse, σε συνεργασία με τέσσερις άλλους παιδίατρους, που δημοσιεύτηκε στο "American Journal of Diseases of Children". Σε διακόσιες συνομιλίες του με παιδιά από 3 ως 16 χρονών στο νοσοκομείο του Σιάτλ, ο Melvin Morse απέσπασε ακριβώς τριάντα τρεις συγκεκριμένες περιγραφές τύπου NDE.
Όπως είναι όμως φυσικό, μόνο ένα γεγονός που μπορεί να επαναληφθεί με τη θέλησή μας και που μπορεί να εξηγηθεί με μαθηματικούς τύπους μπορεί να θεωρηθεί επιστημονικά υπαρκτό, και υπό αυτήν την έννοια οι μαρτυρίες παραμένουν μαρτυρίες και δεν αποτελούν αποδείξεις. Σήμερα φαίνεται πολύ δύσκολο να βρεις πραγματικά μια απόδειξη της ύπαρξης ζωής μετά τη ζωή, ακόμα κι αν όλες οι ενδείξεις τείνουν προς αυτό το συμπέρασμα. Κι έπειτα, το να παραδεχτείς επίσημα ότι υπάρχει μια "άλλη" ζωή, θα ξεκινούσε μια διαδικασία επανεξέτασης πολλών καθιερωμένων αξιών...
Όταν ο θάνατος πλησιάζει. Η επιθανάτια εμπειρία βήμα - βήμα
Οι επιστήμονες κατάφεραν έπειτα από χιλιάδες μαρτυρίες να χαρτογραφήσουν τα διαφορετικά στάδια μιας επιθανάτιας εμπειρίας. Καμιά περίπτωση δε μοιάζει ακριβώς με μια άλλη και η χαρτογράφηση δεν αποτελεί παρά ένα θεωρητικό μοντέλο, υπό την έννοια ότι κάποιοι ασθενείς άρχισαν απ΄ ευθείας από το στάδιο 2 ή 5 και τερμάτισαν στο στάδιο 7 ή 9 ή 10. Όλοι τους διευκρινίζουν ότι η εμπειρία τους δεν περιγράφεται με λόγια αλλά ήταν τόσο ωραία που ποτέ πια δε θα έχουν να φοβηθούν το θάνατο (τις συνθήκες ναι, όχι όμως τον φυσικό θάνατο). Αυτά τα διαφορετικά στάδια επέρχονται είτε τη στιγμή του ατυχήματος είτε στο νοσοκομείο.
1) Ο ασθενής ακούει να δηλώνεται νεκρός ή δεν καταλαβαίνει τη νέα του "υπόσταση".
2) Αίσθηση ειρήνης και απώλειας της επίγειας ζωής. Ο ασθενής δεν δίνει σημασία στο σώμα του, σα να επρόκειτο περί ενός φακέλου που τον περικλείει, ή ενός χαμένου γαντιού.
3) Ένας ήχος, μια μουσική μπαίνουν σιγά σιγά στη συνείδησή του και χάνει επαφή με το περιβάλλον.
4) Ο ασθενής "βγαίνει" από το σώμα του και αιωρείται, ή ακόμα διαπερνά τοίχους ή ταβάνια. Βλέπει όλα τα πράγματα υπό γωνία 360 μοιρών και ακούει το ίδιο καλά αυτά που λένε αλλά και αυτά που σκέφτονται οι γιατροί. Η όρασή του γίνεται zoom. Του αρκεί να ρίξει το βλέμμα του σε ένα χώρο ή σε ένα αντικείμενο, κι αυτό ταυτόχρονα μεγαλώνει.
(Περίπτωση ενός 11χρονου παιδιού με ανακοπή καρδιάς μέσα στο διάδρομο του νοσοκομείου: άκουσε ένα περίεργο σφύριγμα στ'' αυτιά του και ανθρώπους που μιλούσαν. Στη συνέχεια αιωρούνταν στο ταβάνι του δωματίου και κοιτούσε από πάνω το σώμα του. Άκουσε μια νοσοκόμα που έλεγε:"ελπίζω να μη χρειαστεί να το κάνουμε" και στη συνέχεια παρακολουθούσε όλη την επιχείρηση της καρδιοπνευμονικής του ανάνηψης. Είδε μια νοσοκόμα "να του βάζει στο σώμα ένα είδος λίπους και στη συνέχεια να δίνει τις "ρακέτες" στο γιατρό" και όταν ο γιατρός πάτησε το κουμπί, ξαναβρέθηκε με μιας πίσω στο σώμα του. Έβλεπε τώρα το γιατρό από πάνω του.
5) Αλλαγή περιβάλλοντος: ο ασθενής νιώθει να "ρουφιέται" με πρωτοφανή ταχύτητα σε ένα σκοτεινό τούνελ, μια μαύρη σπείρα, ένα σκοτεινό σωλήνα, ένα πηγάδι, κλπ.
6) Σε κάποιες μαρτυρίες, ο ασθενής μας βεβαιώνει ότι είδε και άλλους στο ίδιο ταξίδι μέσα στο τούνελ.(περίπτωση μιας νεαρής πάνω στη γέννα: "βρισκόμουν μέσα σ'' ένα είδος τούνελ ή ασανσέρ. Υπήρχαν γύρω μου παρουσίες που με ενθάρρυναν, όπως σε ποδηλατικούς αγώνες που ο κόσμος γύρω ενθαρρύνει τους ποδηλάτες.")
7) Διακρίνει ένα άσπρο φως η ένταση του οποίου τον έλκει. Το φως αυτό, παρά του ότι είναι πολύ μεγάλης έντασης, δεν τυφλώνει. Είναι ένα φως που "εκπέμπει αγάπη", "μια αγάπη άγνωστη πάνω στη γη", μέσα στην οποία ο ασθενής θέλει όσο τίποτε άλλο να αναμιχθεί.
8) Συναντά είτε νεκρούς φίλους και συγγενείς είτε "μια ύπαρξη από φως". Από εκεί και πέρα, δύο πιθανότητες:
9) Ή οι συγγενείς τού λένε να επιστρέψει -"η ώρα σου δεν έχει φτάσει" - οπότε νιώθει να ωθείται πάλι πίσω προς τα πίσω.
10) Είτε η "φωνή" της ύπαρξης από φως τον ρωτάει: "Τι έκανες στη ζωή σου;" Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ο ασθενής βλέπει να περνάει από μπροστά του ολόκληρο το film της ζωής του, με όλες τις λεπτομέρειες, ακόμα και τις πιο ξεχασμένες, και μαζί μ'' αυτό βλέπει και τις συνέπειες των πράξεών του πάνω στη ζωή των άλλων. Η δοκιμασία αυτή χαρακτηρίζεται από τους ασθενείς που "επέστρεψαν" ως η πιο τρομακτική, διότι τίποτα δεν μπορεί να κρυφτεί. Η "φωνή" τον ξαναστέλνει λοιπόν πίσω, ή , πιο σπάνιο, τον αφήνει να επιλέξει ο ίδιος. Εκείνος ξέρει ότι αν περάσει πέρα από αυτό το όριο, η επιστροφή θα είναι αδύνατη.
11) Επιστροφή στο σώμα.
Μια μαρτυρία: " Δεν ήθελα να επιστρέψω".
"Θα το θυμάμαι για πάντα. Στο νοσοκομείο de Pontarlier, ο γυναικολόγος διέγνωσε χωρίς καθυστέρηση κύστη στις ωοθήκες εξαιρετικά επικίνδυνη και προγραμμάτισε να χειρουργηθώ την επομένη. Η επέμβαση διεξήχθη χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα και με πήγαν στο δωμάτιό μου. Με το που βρέθηκα στο κρεβάτι, ένοιωσα πολύ άσχημα, δεν μπορούσα να αναπνεύσω και νόμιζα ότι ζούσα σ'' έναν εφιάλτη. Ένοιωσα να ρουφιέμαι σε μια μαύρη πηχτή θάλασσα, κολλώδη κύματα με παράσερναν, κι έπειτα, τελείως ξαφνικά, το φως. Ένα φως τέτοιο που μ'' έκανε να ουρλιάξω: "Δε θέλω να επιστρέψω" (στη Γη). Η διαδικασία ανάνηψης διήρκεσε τρία τέταρτα της ώρας. Δεν ήθελα να επιστρέψω. Εκείνο το φως ήταν τόσο εκπληκτικό, τόσο όμορφο, κάτι το μεγαλειώδες, ένα ξημέρωμα ασύγκριτο με εκείνο που υπάρχει στη Γη. Ήθελα να συναντήσω αυτό το φως, επιθυμούσε να πάω εκεί που ήταν, να το πιάσω, όμως έπειτα, με μιας, όπως μια πτώση από μια κούνια που βρίσκεται σε κίνηση, επέστρεψα πίσω. Τα βαλα με τους γιατρούς. Ο άντρας μου που παραβρίσκονταν στην επέμβαση, δεν καταλάβαινε. Είχαν σπάσει τα αγγεία μου, είχα γίνει κατάμαυρη, για λίγο δεν είχα καταπιεί τη γλώσσα μου και τα πλευρά μου έσπασαν κατά την προσπάθεια των γιατρών να ανανήψω. Εγώ όμως ακτινοβολούσα ένα είδος ανθρώπου που έχει καταγοητευτεί, μαγευτεί από κάτι. Ήταν τόσο ωραίο.
Μετά από καιρό κακοχαρακτήρισα τον εαυτό μου που ήθελε εκείνη τη στιγμή να αφήσει πίσω τον άντρα μου και τα παιδιά μου. Στη δεύτερη εγχείρηση που έκανα, χρόνια αργότερα, φοβόμουν πολύ γιατί ήμουν σίγουρη ότι αυτή τη φορά δε θα επέστρεφα. Όμως τίποτα δε συνέβη. Όλα αυτά, τι άλλαξαν σε μένα; Πρώτα απ'' όλα, έδωσε στόχο στη ζωή μου. Βρίσκομαι εδώ γιατί οφείλω να τελειώσω τη ζωή μου. Ξέρω όμως ότι μετά θα είναι θαυμάσια. Αντιθέτως, δε θα αυτοκτονήσω ποτέ. Είναι ωστόσο μια τραυματική εμπειρία διότι θέλουμε να μιλήσουμε γι αυτά που ζήσαμε και δεν μπορούμε. Ήμουν ήδη τυχερή που οι γιατροί μου με άκουσαν χωρίς να νομίσουν ότι τρελάθηκα. Στη συνέχεια διαπίστωσα ότι την ίδια εμπειρία έζησαν κι άλλοι, πράγμα που με βοήθησε να το ξεπεράσω χωρίς πρόβλημα. Ένα πράγμα είναι σίγουρο, δε φοβάμαι πια το θάνατο. Είμαι τώρα σίγουρη ότι ο παράδεισος είναι αυτό το φως και ότι η Γη είναι το Καθαρτήριο."