Οι
συνωμοσίες είναι παλιές όσο και ο άνθρωπος. Δολοπλοκίες,
ίντριγκες και μηχανορραφίες συνέβαιναν κάθε εποχή, ιδιαίτερα
στους ημισκότεινους διαδρόμους των ανακτόρων. Στο Δυτικό κόσμο οι
συνωμοσίες άρχισαν να κυριαρχούν από τη περίοδο ακόμη του
Μεσαίωνα. Αιρέσεις, μυστικές αδελφότητες, ιπποτικά τάγματα, Ιησουΐτες,
«Εβραίοι», μασονικές στοές και επαναστατικές οργανώσεις,
πυροδοτούσαν συχνά τη λαϊκή φαντασία με την υποτιθέμενη ή και
πραγματική πολιτικο-οικονομική ισχύ και επιρροή τους. Αυτές οι
συνωμοτικές ομάδες απέκτησαν με την πάροδο του χρόνου θρυλικές
διαστάσεις, καθώς η ανθρώπινη φαντασία τείνει να λειτουργεί
μυθοποιητικά και, συχνά, αποπροσανατολιστικά. Όμως αυτό δεν
σημαίνει ότι δεν υπήρξαν συνωμοτικές οργανώσεις ή ότι έπαιξαν
περιθωριακό ρόλο στην ανθρώπινη ιστορία. Τουναντίον.
«Το
ότι εγώ έχω μανία καταδίωξης δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν και
κάποιοι που με καταδιώκουν στ' αλήθεια», είχε πει κάποτε με νόημα
Χένρι Κίσινγκερ. Φυσικά ο «μάγος» της διπλωματίας ήταν ο
τελευταίος που θα αστειεύονταν με τις θεωρίες συνωμοσίας, καθώς
ήταν από τους λίγους που γνώριζε πολλά καλοφυλαγμένα μυστικά. Δεν
ήταν τυχαίο άλλωστε που ο Κίσινγκερ παρομοίαζε συχνά την
πολιτική με το μετρό του Παρισιού, που αν κι ένα μικρό τμήμα του
διέρχεται στην επιφάνεια, το 90% της διαδρομής του είναι υπόγειο.
Οι
πανίσχυρες ψυχεδελικές ουσίες έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στην
ιστορία των συνωμοσιών. Η εκμετάλλευση των ψυχεδελικών και των
άλλων φαρμάκων αποτέλεσε τη βάση για μια σειρά από μυστικά
προγράμματα «πλύσης εγκεφάλου» εκ μέρους της CIA, όπως για
παράδειγμα το περιβόητο MK-ULTRA και το ARTICHOKE
(Αγκινάρα). Ψυχεδελικοί «γκουρού», όπως ο Τίμοθι Λήρι (Timothy
Leary), ενέπνευσαν τη CIA προς την κατεύθυνση της
αξιοποίησης των νέων ουσιών για τον έλεγχο της ανθρώπινης
συμπεριφοράς. Η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών των ΗΠΑ δεν είχε
κανέναν ενδοιασμό να χρησιμοποιήσει το LSD, τόσο για
πειράματα Mind Control, όσο και για την κατασκευή
«δολοφόνων μιας χρήσης», όπως Ο Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ που
χρησιμοποιήθηκε για τη δολοφονία του προέδρου Κένεντι. Στις
πρώτες δύο δεκαετίες μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο υφάνθηκε στις ΗΠΑ μια
γιγαντιαία «ψυχεδελική συνωμοσία», στην οποία, κυριολεκτικά, τα
πάντα συνδέονται! Αλλά ας επιχειρήσουμε να ξετυλίξουμε κάπως το
νήμα της.
LSD: ΤΟ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΨΥΧΕΔΕΛΙΚΟ ΤΗΣ CIA
Το
LSD (Lysergic Acid Diethylamide)
ανακαλύφθηκε τυχαία το 1943 από τον Ελβετό χημικό δρ. ’λμπερτ Χόφμαν
(Albert Hofmann), έναν ερευνητή της φαρμακευτικής εταιρείας
Sandoz. Ο δρ. Χόφμαν έκανε αυτή την ανακάλυψη στη πόλη
Βασιλεία της Ελβετίας, 300 μόλις χιλιόμετρα από το ναζιστικό
στρατόπεδο συγκέντρωσης του Ντάχαου, όπου οι Ναζί γιατροί
πραγματοποιούσαν χωρίς καμία αναστολή πειράματα χορήγησης μεγάλων
ποσοτήτων μεσκαλίνης καθώς και εγχειρίσεις εγκεφαλικών
εμφυτευμάτων στους δύστυχους κρατουμένους τους, που ούτως ή άλλως ήταν
αναλώσιμοι. Αλλά δεν είχαν ακόμη ιδέα για τη δύναμη του
LSD.
Στο βιβλίο του LSD: Το Προβληματικό μου Παιδί
ο δρ. Χόφμαν αναφέρει πως την άνοιξη του 1943, καθώς έκανε πειράματα με
λυσεργικό οξύ, το οποίο προέρχεται από τον μύκητα ερυσιβώδη
όλυρα, απορρόφησε κατά λάθος μια μικρή ποσότητα της ουσίας κι
αμέσως κυριεύτηκε από παράξενες αισθήσεις φαντασιώσεις και
αλλόκοτες εικόνες, και, χάνοντας το ενδιαφέρον για το πείραμα,
εγκατέλειψε τρέχοντας το εργαστήριό του. Δεν άργησε όμως να
καταλάβει πως είχε ανακαλύψει μια πολύ ισχυρή παραισθησιογόνα
ουσία, η οποία και θα εγκαινίαζε την εποχή των τεχνητών
ψυχεδελικών και της υποκουλτούρας των ναρκωτικών.
Το
LSD έφτασε στις ΗΠΑ το 1949 μέσω του δρ. Μαξ Ρίνκελ (Max
Rinkel), που είχε έδρα τη Βοστόνη. Ο Ρίνκελ ήταν ένας
πρόσφυγας από την Ναζιστική Γερμανία. Μαζί με τον δρ. Ρόμπερτ
Χάιντ (Robert Hyde) έβαλαν τα θεμέλια του πρώτου
αμερικανικού προγράμματος έρευνας του LSD στο Ινστιτούτο
Ψυχοπαθολογίας της Βοστόνης, το οποίο συνδέονταν με το
Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ. Οι δυό τους πειραματίζονταν αρχικά στη χρήση
του LSD ως θεραπεία για τους σχιζοφρενείς. Μάλιστα ο δρ.
Χάιντ ήταν ο πρώτος Αμερικανός που δοκίμασε LSD,
λαμβάνοντας 100 μικρογραμμάρια της ουσίας, τη μισή δόση από εκείνη που
πρωτοδοκίμασε κατά λάθος ο δρ. Χόφμαν. Σύμφωνα με τους συνεργάτες
του ο δρ. Χάιντ έγινε ξαφνικά ανταγωνιστικός και προκλητικός, όσο
βρισκόταν υπό την επήρεια της ψυχεδελικής ουσίας. Το 1957 ο δρ.
Χάιντ μετέφερε την ερευνητική ομάδα και το εργαστήριό του στο
Πρόβιντενς, όπου έστησε ένα εργαστήριο πολυτελείας με μπαρ και
φλίπερς, όλα βεβαίως με τη χρηματοδότηση της CIA.
Το 1950 εμφανίστηκε το πρώτο επιστημονικό άρθρο για το LSD στη Αμερικανική Ψυχιατρική Επιθεώρηση (American Psychiatric Journal).
Το κοινό πληροφορήθηκε τότε πως το LSD ήταν μια
νέα ψυχιατρική θεραπεία, που θεράπευε από αλκοολισμό μέχρι
σχιζοφρένεια. Αργότερα το LSD έγινε επίκεντρο του
αντιπολεμικού κινήματος, της μουσικής ροκ 'ν' ρολ και μιας
ολόκληρης υποκουλτούρας, της ψυχεδέλιας.
Πολύ
πριν όμως αυτό το «μαγικό χάπι» κάνει την εμφάνιση του ανάμεσα
στη νεολαία του Δυτικού κόσμου, και γίνει το σήμα κατατεθέν της
κουλτούρας των «παιδιών των λουλουδιών», η CIA
φρόντισε να το αξιοποιήσει δεόντως σε μια σειρά από ανορθόδοξες
επιχειρήσεις και πειράματα. Το λιγότερο ένας άνθρωπος αναγκάστηκε να
αυτοκτονήσει, αφού χρησιμοποιήθηκε εσκεμμένα ως πειραματόζωο σ' ένα
από τα πειράματα με LSD της CIA, πέφτοντας από ένα
παράθυρο ξενοδοχείου της Νέας Υόρκης μπροστά στα έκπληκτα μάτια
των πρακτόρων της μυστικής υπηρεσίας που τον παρακολουθούσαν.
Ένας μεγάλος αριθμός από άλλα ανυποψίαστα θύματα-πειραματόζωα,
έχασαν μονίμως την επαφή τους με την πραγματικότητα ή κατέληξαν
στη σχιζοφρένεια. Η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών των ΗΠΑ, σε μια
εποχή που μεσουρανούσε ο Ψυχρός Πόλεμος, φρόντισε να αξιοποιήσει αυτό
το νέο «θαυματουργό χάπι» σε μια σειρά από μυστικά πειράματα
ελέγχου του νου (Mind Control), κάτω από την κωδική
ονομασία MK-ULTRA.
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ MK-ULTRA: MIND CONTROL ΜΕ ΤΗ ΒΟΗΘΕΙΑ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ
Η
δεκαετία του 1950 υπήρξε αναμφίβολα η χρυσή εποχή της Αμερικής.
Ήταν η εποχή του αμερικανικού ονείρου. Το Χόλιγουντ γνώριζε τις
πρώτες μεγάλες του δόξες με τις καουμπόικες ταινίες του Τζον
Γουαίην, ενώ το μπέηζμπολ μεσουρανούσε. Οι αμερικανικές πόλεις
δεν είχαν ακόμη μολυνθεί και υποβαθμιστεί. Η εγκληματικότητα ήταν
περιορισμένη. Ο ιδεαλισμός κρατούσε καλά. Το ίδιο και το μοντέλο
της αμερικανικής οικογένειας. Υπήρχε εμπιστοσύνη στην πρόοδο και
μια αισιοδοξία για το μέλλον. Κι όμως, αυτή την φαινομενικά ειδυλλιακή
εποχή μπήκαν τα θεμέλια μιας μεγάλης συνωμοσίας, που βασίστηκε
στη διαπλοκή της CIA με μυστικά προγράμματα
Mind Control.
Το
Σεπτέμβριο του 1950 ο Έντουαρντ Χάντερ (Edward Hunter),
ένας πράκτορας της CIA που εργαζόταν ως δημοσιογράφος,
δημοσίευσε πληροφορίες ότι οι κομουνιστές Κινέζοι χρησιμοποιούσαν
τεχνικές «πλύσης εγκεφάλου» σε Αμερικανούς αιχμαλώτους του
πολέμου της Κορέας. Η CIA γοητεύτηκε από αυτή την ιδέα και
προσπάθησε να υποκλέψει τα μυστικά αυτής της τεχνικής από τους
Κινέζους κομμουνιστές.
O
τότε διευθυντής της CIA ’λεν Γ. Ντάλες (Allen Welsh
Dulles) ήταν ένθερμος υποστηρικτής της προώθησης
προγραμμάτων που αποσκοπούσαν στην ανάπτυξη τεχνικών «πλύσης
εγκεφάλου» και ελέγχου του νου. Στις 10 Απριλίου του 1953, κατά
τη διάρκεια μιας ομιλίας του στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον, ο
νεοδιορισθείς διευθυντής της CIA έκανε λόγο για το
«πόσο είχε προσχωρήσει η μάχη για το ανθρώπινο μυαλό στη Σοβιετική
Ένωση». Ο ίδιος προειδοποίησε πως το ανθρώπινο μυαλό είχε ήδη
καταντήσει ένα «εύπλαστο παιχνίδι» και πως οι κομουνιστές είχαν
αναπτύξει μυστικά «τεχνικές διαφθοράς του εγκεφάλου». Στη ίδια
ομιλία ο Ντάλες αναφέρθηκε στο πώς ο εγκέφαλος ορισμένων ατόμων,
που έχουν υποστεί τεχνικές «πλύσης εγκεφάλου», μπορεί να χάσει
την ικανότητα να ελέγχει τις σκέψεις του, να επαναλαμβάνει
σκέψεις που του έχουν σκόπιμα εμφυτευτεί και τελικά να υποταχθεί
στις επιθυμίες κάποιου καθοδηγητή.
Τρεις
μέρες αργότερα, στις 13 Απριλίου του 1953, ο Ντάλες ενέκρινε τη
δημιουργία του MK-ULTRA, μιας αλυσίδας προγραμμάτων
Mind Control, στα οποία ενεπλάκησαν πράκτορες και ειδικευμένο
τεχνικό προσωπικό της CIA. Το MK-ULTRA είναι η
κωδική ονομασία ενός μεγάλου προγράμματος Mind Control,
που σύμφωνα με τα έγγραφα της CIA, ήταν ένα
πρόγραμμα-ομπρέλα που κάλυπτε τη χρηματοδότηση μιας σειράς από
άλλα ευαίσθητα προγράμματα «διαχείρισης συμπεριφοράς», τα οποία
ανέπτυσσε η μυστική υπηρεσία των ΗΠΑ σε συνεργασία με τις
μυστικές υπηρεσίες της Βρετανίας, τους Σκοτσέζους τέκτονες ακόμη
και με τους πρώην Ναζί επιστήμονες.
Όλα
υποτίθεται πως ξεκίνησαν ως αντίδραση στα επιτεύγματα των
κομουνιστών πάνω στις τεχνικές «πλύσης εγκεφάλου». Ωστόσο, λίγα
χρόνια αργότερα, όταν ο Ρίτσαρντ Χελμς (Richard Helms)
ανέλαβε διευθυντής της CIA, οι έρευνες και οι γνώσεις των
Αμερικανών πάνω στο Mind Control προχώρησαν πολύ
περισσότερο από τις αντίστοιχες των κομμουνιστών αντιπάλων τους. Ο
Ρίτσαρντ Χελμς ήταν Ο ’νθρωπος Που Κρατούσε τα Μυστικά,
σύμφωνα με τον χαρακτηριστικό τίτλο που έδωσε στην βιογραφία του
ο αμερικανός συγγραφέας Thomas Power. Ο Χελμς ήταν
ουσιαστικά αυτός που επένδυσε πολλά στο MK-ULTRA, ένα
μυστικό πρόγραμμα που στόχευε στον έλεγχο της ανθρώπινης συμπεριφοράς
με τη βοήθεια της χρήσης «χημικών και βιολογικών ουσιών»,
δικαιολογώντας μάλιστα κάποιες σημαντικές ανήθικες πλευρές του
προγράμματος με τη «λογική» του στυλ «εμείς δεν είμαστε
πρόσκοποι»!
Δεν
είναι τυχαίο άλλωστε πως η ονομασία αυτού του προγράμματος
αποτελεί παραλλαγή του ULTRA, που ήταν ένα πρόγραμμα
κατασκοπείας στη ναζιστική Γερμανία κατά τη διάρκεια του Β'
Παγκοσμίου Πολέμου, για την επιτυχία του οποίου οι βετεράνοι
κατάσκοποι των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ δίκαια αισθάνονταν
περήφανοι.
Το
μυστικό πρόγραμμα ελέγχου της ανθρώπινης συμπεριφοράς της CIA,
ξεκίνησε λοιπόν στις αρχές της δεκαετίας του 1950, ακολουθώντας
αρχικά μεθόδους που είχαν πρωτοχρησιμοποιήσει οι Σοβιετικοί και
οι Κινέζοι. Το ΜΚ-ULTRA, που ξεκίνησε τυπικά στις 13 Απριλίου του
1953, ενέπλεξε τη CIA σ' έναν μεγάλο αριθμό από πειράματα, που
έγιναν πάνω σε ανυποψίαστους ανθρώπους. Μετά ωστόσο τον
απροσδόκητο θάνατο ενός από τους επιστήμονες που συμμετείχαν στο
πρόγραμμα (ο δρ. Φρανκ Ολσεν αυτοκτόνησε μια βδομάδα μετά τη δοκιμή
ποσότητας LSD), οι Εσωτερικοί Ερευνητές της CIA προειδοποίησαν για
τους κινδύνους των πειραμάτων, τα οποία φαίνεται ότι διεξήχθησαν
τουλάχιστον έως το 1963, οπότε και υποτίθεται πως διακόπηκαν.
Το
1955 ένα μνημόνιο συνόψιζε ως εξής τους βασικούς στόχους του
ΜΚ-ULTRA, που χρησιμοποιούσε ως βασικό εργαλείο του το LSD και
άλλες ψυχότροπες ουσίες:
-
Αύξηση των διανοητικών δραστηριοτήτων και αντιλήψεων.
-
Προώθηση παράλογων σκέψεων και παρορμήσεων σε σημείο ώστε ο αποδοχέας τους να καταστεί αναξιόπιστος στο κοινό.
-
Πρόληψη του φαινομένου τοξικότητας του αλκοόλ (μέθη).
-
Παραγωγή
συμπτωμάτων γνωστών ασθενειών, που ωστόσο μπορούν να
αντιστραφούν, ώστε να γίνει δυνατή η προσποίηση μιας ασθένειας.
-
Αύξηση
της ικανότητας ενός ατόμου να αντέχει τις στερήσεις, τα
βασανιστήρια και τους καταναγκασμούς κατά τη διάρκεια της
επώδυνης διαδικασίας που αποκαλείται «πλύση εγκεφάλου».
-
Δημιουργία αμνησίας, σοκ και σύγχυσης για συγκεκριμένη χρονική διάρκεια.
-
Δημιουργία καταστάσεων συνεχόμενης ευφορίας.
-
Πρόκληση διανοητικής σύγχυσης, το θύμα της οποίας να μην μπορεί να αποκαλύψει την αιτία της.
-
Ελάττωση της επιθυμίας και της αποτελεσματικότητας της εργασίας ενός ατόμου.
-
Εξασθένιση της ικανότητας οπτικής και ακουστικής αντίληψης, κατά προτίμηση χωρίς μόνιμες βλάβες.
Όλα
αυτά αποτελούσαν ασφαλώς αποτελέσματα της επίδρασης του LSD στον
εγκέφαλο των ανθρώπινων-πειραματόζωων του προγράμματος
ΜΚ-ULTRA.
Ο
’μπι Χόφμαν (Abbie Hofmman), ένας φημισμένος ακτιβιστής
της δεκαετίας του 1960, αναφέρει στην αυτοβιογραφία του Soon to be a Major Motion Picture
(1980) πως δοκίμασε για πρώτη φορά LSD μέσω ενός φίλου
του που εργαζόταν ως ψυχολόγος στον αμερικανικό στρατό και
συμμετείχε σε «μυστικά πειράματα LSD». Ο ψυχολόγος είχε
αποκαλύψει στον Χόφμαν πως εργάζονταν σε «ένα μυστικό κυβερνητικό
πρόγραμμα» και ότι «μόνον ελάχιστοι άνθρωποι γνώριζαν σε τι
αποσκοπούσε». Αυτός ο παλιός φίλος εφοδίαζε τον Χόφμαν με ψυχεδελικές
ουσίες, που προέρχονταν από τα μυστικά προγράμματα της CIA.
«Λέγε ό,τι θέλεις για τη CIA, αλλά το σίγουρο είναι
πως έχει τα πιο απίθανα ναρκωτικά!» παραδέχτηκε στο βιβλίο του ο
Χόφμαν.
Μέχρι
το 1963 το πρόγραμμα ΜΚ-ULTRA καταπιάστηκε με τη χορήγηση LSD σε
στρατιώτες και πολίτες των ΗΠΑ. Μάλιστα λέγεται ότι στα πλαίσια
του ΜΚ ULTRA έγιναν πειράματα ακόμη και σε παιδιά, τα οποία
προέρχονταν από το Μεξικό και τη Νότιο Αμερική, με σκοπό την
παραγωγή σούπερπρακτόρων! Το LSD και τα άλλα ισχυρά ναρκωτικά,
που χορηγούνταν κάτω από πίεση στα θύματα των πειραμάτων, είχαν ως στόχο
την «πλύση εγκεφάλου» τους, μέθοδο που έχει σχέση και με το
γνωστό «ορό της αλήθειας». Το πρόγραμμα αυτό βοηθήθηκε σημαντικά
με την ανακάλυψη νέων χημικών ουσιών, οι οποίες καθιστούσαν πολύ
ελκυστική την προοπτική να «καθαριστεί» το μυαλό του θύματος και
να επαναπρογραμματιστεί στη συνέχεια, ώστε να γίνει τέλειος
«ρομποτικός πράκτορας»! Ένα από τα υποπρογράμματα του ΜΚ ULTRA
ήταν και το σχέδιο ARTICHOKE (Αγκινάρα), που
στόχευε στην «κατασκευή» ανθρώπων με «πλυμένο μυαλό», χωρίς
συναισθήματα, ηθικούς φραγμούς κι ενοχές, κοντολογίς ιδανικούς
δολοφόνους, οι οποίοι θα σκότωναν με μια απλή διαταγή. Τέτοιους
κατασκευασμένους δολοφόνους τούς χρησιμοποιούσαν μονάχα μια φορά.
Αφού εκτελούσε την αποστολή του ο «δολοφόνος μιας χρήσης»
εξολοθρευόταν από κάποιον άλλο «δολοφόνο μιας χρήσης». Αυτό
φαίνεται πως συνέβη και στην περίπτωση της δολοφονίας του
προέδρου Κένεντι.
ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΜΕΝΟΙ «ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ ΜΙΑΣ ΧΡΗΣΗΣ» ΕΝΑΝΤΙΟΝ JFK
Στις
22 Νοεμβρίου του 1963 η Αμερική πάγωσε. Ο Τζον. Φ. Κένεντι (John
F. Kennedy), ο πρώτος καθολικός πρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ,
έπεσε νεκρός στο Ντάλας από σφαίρες ελεύθερου σκοπευτή. Μαζί με
τον πρόεδρο κάτι πέθανε μέσα στον αμερικανικό λαό. Πέθανε ο
ιδεαλισμός και η αθωότητα των Αμερικανών δίνοντας έτσι τροφή
στους συνομωσιολόγους να κάνουν λόγο για κάτι παραπάνω από μια πολιτική
δολοφονία, να αναφέρονται ακόμη και σε τελετουργική θυσία.
Έχουν
γραφτεί πάρα πολλά βιβλία τα οποία παρουσιάζουν τη δολοφονία του
Τζον. Φ. Κένεντι ως αποτέλεσμα συνωμοσίας και για ν' αναφερθούμε
και μόνο στο καθένα από αυτά θα έπρεπε να αφιερώσουμε ένα
ολόκληρο βιβλίο. Σύμφωνα με τις επικρατούσες θεωρίες συνωμοσίας ο
Λη Χάρβεϊ Όσβαλντ (Lee Harvey Oswald) πυροβόλησε τον Τζον
Κένεντι μόνος του ή σε συνεργασία με άλλους σκοπευτές ή απλώς υπήρξε
έναν κοροΐδο, στο οποίο φόρτωσαν την ευθύνη της δολοφονίας του
αμερικανού προέδρου οι πραγματικοί δολοφόνοι. Εδώ και σαράντα
χρόνια δεν έχουν σταματήσει στιγμή να υφαίνονται θεωρίες
συνωμοσίας γύρω από την δολοφονία του Κένεντι και μάλλον θα
συνεχίσουν για πολύ ακόμη. Μερικά πάντως γεγονότα είναι
αναμφισβήτητα: η πλειοψηφία των μαρτύρων ανέφεραν πως οι
πυροβολισμοί έρχονταν από έναν λοφίσκο και όχι από το παράθυρο του
Όσβαλντ στο Texas School Book Depository.
Ο
Όσβαλντ ήταν ένας μέτριος σκοπευτής κι όμως, σύμφωνα με την
επίσημη θεωρία, πυροβόλησε εύστοχα τρεις φορές μέσα σε δύο μόλις
δευτερόλεπτα! Η τελευταία κυβερνητική έρευνα, δεν συμφώνησε με το
πόρισμα της Επιτροπής Γουόρεν, καθώς συμπέρανε πως υπήρχαν
τουλάχιστον δύο σκοπευτές εκείνη την ημέρα στην Dealy
Plaza του Ντάλας. Κι ακόμη, με την υπόθεση αυτή ποτέ δεν
ασχολήθηκε σοβαρά το αμερικανικό νομικό σύστημα κυρίως από
έλλειψη σοβαρών στοιχείων. Έτσι η υπόθεση της δολοφονίας του
προέδρου Κένεντι παραμένει ουσιαστικά ανοικτή.
Η
CIA έκρυψε ή κατέστρεψε κανείς δεν ξέρει πόσα έγγραφα, που θα
έριχναν φως στο υπόβαθρο της δολοφονίας του προέδρου Κένεντι.
Ορισμένα από αυτά τα «χαμένα» έγγραφα είχαν σχέση με την απόλυτα
μυστική συμμαχία της με τον Φιντέλ Κάστρο. Ο πρώην διευθυντής της
CIA Ρίτσαρντ Χελμς, «Ο Άνθρωπος που Κρατούσε τα Μυστικά»,
είπε ψέματα στην Επιτροπή Γουόρεν (Warren Commission),
όπου κατέθεσε πως η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών ποτέ δεν
επιχείρησε να χρησιμοποιήσει τον Λη Χάρβεϊ Όσβαλντ ως επαφή. Στην
πραγματικότητα το 1960, σύμφωνα μ' ένα εσωτερικό μνημόνιο της
CIA, η αμερικανική υπηρεσία πληροφοριών έδειξε ιδιαίτερο
ενδιαφέρον για τον «μυστηριώδη» Όσβαλντ.
Η
CIA είχε στη διάθεσή της μια κασέτα από τη περιβόητη επίσκεψη
του Όσβαλντ στην Πόλη του Μεξικού το καλοκαίρι του 1963, λίγους
μόλις μήνες πριν από τη δολοφονία του προέδρου Κένεντι. Ο
Όσβαλντ, ή κάποιος που προσποιούνταν τον Όσβαλντ ή κάποιος που
αναγνωρίστηκε ως Όσβαλντ, πήγε στις πρεσβείες της Κούβας και της
Σοβιετικής Ένωσης στην Πόλη του Μεξικού, για να ζητήσει βίζα
προκειμένου να ταξιδέψει στην Κούβα του Κάστρο. Αναφέρθηκε πως ο Όσβαλντ
συναντήθηκε με Σοβιετικούς πράκτορες και προσπάθησε να πάρει μια
βίζα για να επιστρέψει στη Σοβιετική Ένωση, απ' όπου ως γνωστόν
είχε αυτομολήσει (και επέστρεψε στις ΗΠΑ με την Ρωσίδα σύζυγό του
χωρίς ουσιαστικά εμπόδια εκ μέρους των Σοβιετικών). Γιατί άραγε;
Πάνω
σ' αυτό υπάρχουν πολλές θεωρίες. Ίσως ο Όσβαλντ να είχε
αποξενωθεί από την «τρέλα» που τον είχε κτυπήσει στα νιάτα του
για το μεγαλείο του μαρξισμού. Ίσως να εργάζονταν για λογαριασμό
κάποιας μυστικής υπηρεσίας, που συντόνιζε τις επιχειρήσεις κατά
της Κούβας του Κάστρο ,και υπήρχαν αρκετές την περίοδο εκείνη. Ή
ίσως κάποιος προσπαθούσε να κάνει τον Όσβαλντ να φαίνεται σαν
ένας κομουνιστής, και ως τέτοιος, θα ενέπλεκε τους Σοβιετικούς στη
δολοφονία του αμερικανού προέδρου. Μάλιστα μετά τη δολοφονία υπήρξε
μια προσπάθεια της CIA να δείξει ως ηθικούς αυτουργούς της
δολοφονίας του Κένεντι τον Κάστρο ή και τον Χρουστσόφ.
Σε
κάθε περίπτωση πάντως η φωνή του Όσβαλντ είχε καταγραφεί στην
Πόλη του Μεξικού. Βέβαια, μέχρι το 1976, η CIA αρνούνταν την
ύπαρξη αυτής της κασέτας. Αξιωματούχοι της δήλωσαν πως όλες οι
σχετικές κασέτες είχαν καταστραφεί πριν τη δολοφονία του Κένεντι.
Για θολώσει ακόμη περισσότερο τα νερά το FBI, που δεν
μπορούσε να αρνηθεί την ύπαρξη της κασέτας, δήλωσε πως η φωνή που
μαγνητοφωνήθηκε δεν ήταν του Όσβαλντ. Μήπως τελικά κάποιος προσπάθησε
να κατασκευάσει την ενοχή του Όσβαλντ στη δολοφονία του Κένεντι;
Αυτό
είναι το περίφημο «σενάριο της Πόλης του Μεξικού», που αποτέλεσε
αφετηρία έρευνας για πολλούς αμερικανούς συνωμοσιολόγους της
δολοφονίας του Κένεντι. Σ' αυτό εμπλέκεται κι ο Αντόνιο Βετσιάνα
(Antonio Veciana) αρχηγός της Alpha 66, μιας
αντι-καστρικής κουβανέζικης οργάνωσης, με τον οποίο φέρεται να
είχε επαφές ο Όσβαλντ. Ο Βετσιάνα δήλωσε σε δημοσιογράφο πως ο Όσβαλντ
συναντήθηκε στην Πόλη του Μεξικό με τον «επίσκοπο» (Βishop),
ο οποίος υπηρετούσε στη CIA. Σύμφωνα με μια εκδοχή το
πρόσωπο αυτό ήταν ο Maurice Bishop, που ήταν και ο επόπτης
της CIA στην αντι-καστρική κουβανέζικη οργάνωση
Alpha 66. Σύμφωνα όμως με μια άλλη εκδοχή ο «Βishop» ήταν ο
ίδιος ο διευθυντής της CIA.
Δεν
υπάρχει θεωρία συνωμοσίας για την οποία να έχουν γραφτεί τόσο
πολλά όσο για τη δολοφονία του Τζον Φ. Κένεντι. Και δεν υπάρχει
θεωρία συνωμοσίας η οποία να έχει δεχθεί τόσες επιθέσεις, όσο
αυτή. Η αξιοπιστία των επιθέσεων αυτών σχετίζονται κυρίως με την
αναξιοπιστία του Χάρβεϊ Λη Όσβαλντ, μια διεστραμμένη και
ταυτόχρονα αξιολύπητη προσωπικότητα. Ενδεικτικό στοιχείο αποτελεί
και το βιβλίο Υπόθεση Κλειστή του αμερικανού συγγραφέα
Τζέραλντ Πόσνερ (Gerald Posner). Στα κεφάλαια του βιβλίου
που αναφέρονται στον Όσβαλντ έχουν τους χαρακτηριστικούς τίτλους
«Έμοιαζε Με Μανιακό», «Η Διάθεσή του Ήταν ’σχημη» κ.α.
Ο συγγραφέας Ντικ Ράσελ (Dick Russel) στο βιβλίο του Ο ’νθρωπος που Ήξερε Τόσα Πολλά
κάνει λόγο για τρία σχέδια δολοφονίας του Κένεντι το 1963.
Βασική πηγή του αποτέλεσε ο Ρίτσαρντ Κ. Νάγκελ (Richard Case
Nagell), ο οποίος ισχυρίστηκε πως προσέφερε τις υπηρεσίες του σε
αρκετές μυστικές υπηρεσίες. Το πρώτο σχέδιο ήταν μια βομβιστική
επίθεση κατά του Κένεντι στο Orange Bowl του Μαϊάμι. Το
δεύτερο σχέδιο είχε προγραμματιστεί για το Λος ’ντζελες και σ'
αυτό εμπλέκονταν ο Vaughn Marlowe, ένας αριστερός τον
οποίο παρακολουθούσε στενά κι εκβίαζε η CIA. Τέλος στο
τρίτο σχέδιο εμπλέκονταν η KGB, που όμως ήθελε τη ματαίωσή
του με την εξουδετέρωση του Όσβαλντ. Για να αποφύγει την εμπλοκή
του στη δολοφονία του Κένεντι ο ίδιος ο Νάγκελ προτίμησε να
συλληφθεί στις 20 Σεπτεμβρίου του 1963 από την αστυνομία του Ελ
Πάσο, με πρόσχημα την απόπειρα ληστείας μιας τράπεζας. Στον αστυνομικό
που τον συνέλαβε ο Νάγκελ είπε: «Χαίρομαι που με πιάσατε.
Ειλικρινά δεν θα ήθελα να είμαι στο Ντάλας». «Τι εννοείς μ'
αυτό;» τον ρώτησε αμήχανα ο αστυνομικός. «Θα δεις σύντομα», του
απάντησε σιβυλλικά ο Νάγκελ. Δύο μήνες και δύο μέρες αργότερα ο
πρόεδρος Κένεντι έπεφτε νεκρός από σφαίρες σκοπευτή στο Ντάλας.
Αν
απ' όλες τις θεωρίες συνωμοσίας για τη δολοφονία του Κένεντι
αποδεχθούμε τελικά την πιο προφανή, δηλαδή εκείνη που εμπλέκει
τον Όσβαλντ, τότε είναι ολοφάνερο πως αυτή αποτελεί την πιο
γνωστή περίπτωση χρησιμοποίησης «δολοφόνου μιας χρήσης»,
κατασκευασμένο κατά πάσα πιθανότητα μέσα από το πρόγραμμα
MK-ULTRA. Ο δολοφόνος του JFK, Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ αποδείχτηκε ότι
δεν είχε συνείδηση της εγκληματικής του πράξης. Τα στοιχεία που
κατατέθηκαν στο δικαστήριο απέδειξαν ότι ο Όσβαλντ, ναι μεν είχε
τραβήξει τη σκανδάλη, αλλά δεν το θυμόταν! Όταν φυσικά άρχισε να
θυμάται και κινδύνευε έτσι να αποκαλυφθεί η ανάμειξη της CIA στην
υπόθεση, έξω από το αστυνομικό τμήμα όπου κρατούνταν, τον
περίμενε ο Τζακ Ρούμπι, ο οποίος και τον σκότωσε εν ψυχρώ.
Ενδιαφέρον είναι ότι ο Τζακ Ρούμπι δεν μπόρεσε να εξηγήσει τους λόγους
της πράξης του. Στο τέλος ωστόσο ισχυρίστηκε ότι το έκανε, για να
εκδικηθεί το θάνατο του Προέδρου. Ο ερευνητής της υπόθεσης, που
μίλησε μαζί του, είχε την εντύπωση ότι ο Ρούμπι είχε πολλά
διανοητικά κενά, συχνό φαινόμενο σε θύματα που έχουν υποστεί
«πλύση εγκεφάλου»...
Ενδιαφέρον
έχει επίσης πως ο τότε διευθυντής της CIA
Ρίτσαρντ Χελμς είχε αναφέρει στην Επιτροπή Γουόρεν, η οποία
ερευνούσε τη δολοφονία του JFK, τα εξής σχετικά με τη χρήση της
Κυβερνητικής στους ανθρώπους: «Η Κυβερνητική μπορεί να
χρησιμοποιηθεί στη διαμόρφωση του παιδικού χαρακτήρα και στην
έγχυση πληροφοριών στο ανθρώπινο μυαλό. Πρόκειται για μια απίστευτα
αποτελεσματική μέθοδο για την κατασκευή κοινωνικών προτύπων
συμπεριφοράς. Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε όλες τις
λειτουργίες, τις οποίες αποκαλούμε "διαδικασίες ελέγχου της
ανάπτυξης κι εξέλιξης" του ατόμου».
Τελικά
ποιος σκότωσε τον πρόεδρο Κένεντι; Ένας «δολοφόνος μιας χρήσης»
που κατασκεύασε η CIA; Οι φανατικοί αντι-καστρικοί; Η
μαφία; Ο στρατός; Μια μυστική ομάδα πλούσιων δεξιών εξτρεμιστών; Ή
μια διαπλοκή όλων αυτών; Υπάρχουν άλλωστε στοιχεία που
ενοχοποιούν κάθε μια από τις προηγούμενες ομάδες. Ίσως να υπήρχε
μια πολυεπίπεδη συνωμοσία κατά του Κένεντι, που δεν ανακαλύφθηκε
χάρη σε μια γιγαντιαία επιχείρηση συγκάλυψης. Μήπως τελικά όλα
συνδέονται σε μια ασύλληπτη «ψυχεδελική συνωμοσία», που είχε ως
στόχο τον πρόεδρο Κένεντι; Το σίγουρο είναι πως ακόμη και τα πιο
καλοφυλαγμένα μυστικά δεν μπορούν να αντέξουν στο χρόνο.