Το μυστήριο των ονείρων



Από τα αρχαία κιόλας χρόνια, τα όνειρα γοήτευαν τους ανθρώπους, με τη σχέση τους ανάμεσα στον σκιώδη κόσμο και τα γεγονότα που εισβάλλουν κατά τις ώρες του ύπνου, και στον χειροπιαστό κόσμο και τα ζωντανά γεγονότα των ωρών του ξύπνιου μας. κάποια εποχή, τα όνειρα θεωρήθηκαν ότι έχουν θεϊκή προέλευση. ακόμα και σήμερα, περιέχουν μέσα τους ένα στοιχείο μυστηρίου που τα διαχωρίζει απ'' τη συνηθισμένη ζωή μας.. .




Έτσι, δεν είναι περίεργο το ότι έχει επιβιώσει ως τις μέρες μας μια πίστη στη σημασία των ονείρων και, παρόλο που μπορεί να μην πιστεύουμε πια στη θεϊκή τους προέλευση, τα όνειρα εξακολουθούν να έχουν για μας σημαντική αξία. Δεν χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για ν'' αντιληφθούμε ότι τα όνειρα επηρεάζουν τη ζωή μας όταν είμαστε ξυπνητοί.

Παρατηρείστε π.χ. το σκύλο σας, εάν έχετε σκύλο φυσικά, καθώς ξυπνά από ένα όνειρο: αφού γαβγίσει και τιναχτεί για κάμποσα λεπτά, συχνά συμπεριφέρεται, ξυπνώντας, σα να ''χε μόλις τερματίσει ένα ζωηρό τρεχαλητό, κουνώντας χαρωπά την ουρά του, ή στην αντίθετη περίπτωση, βάζει την ουρά κάτω απ'' τα σκέλια του και δείχνει περίτρομος, σα να περιμένει να τιμωρηθεί για κάποια κουτσουκέλα που έκανε. Κατά παρόμοιο τρόπο, μπορούμε κι εμείς οι ίδιοι να ξυπνήσουμε το πρωί ευδιάθετοι από κάποιο ωραίο όνειρο που είδαμε, ή βαρύθυμοι από κάποιο όνειρο άσχημο. Υπάρχουν ενδείξεις που υποδηλώνουν ότι, όταν αισθανόμαστε παράλογα και αδικαιολόγητα βαρύθυμοι, αυτό μπορεί να είναι αποτέλεσμα ενός ονείρου που έχουμε ξεχάσει.

Όλοι οι άνθρωποι ονειρεύονται. Μια φυσιολογική νύχτα ύπνου περιλαμβάνει πάντοτε όχι μία αλλά πολλές περιόδους ονείρου. Αυτό έχει αποδειχθεί πειραματικά. πέρα από κάθε αμφιβολία. Μερικοί άνθρωποι ξεχνούν ολότελα κάθε όνειρο που βλέπουν και ισχυρίζονται ότι δεν ονειρεύονται καθόλου, μερικοί άλλοι θυμούνται σχεδόν με ακρίβεια τα όνειρά τους, οι περισσότεροι από μας θυμόμαστε κάποια στοιχεία απ'' τα όνειρά μας και, πότε-πότε, ανακαλούμε ως την τελευταία λεπτομέρεια ένα όνειρο που φαντάζει, για κάποιο λόγο, ιδιαίτερα εντυπωσιακό, ιδιαίτερα σπουδαίο. Και όλοι μας σχεδόν έχουμε την αίσθηση ότι κάποια όνειρα, τουλάχιστον, έχουν κάτι ενδιαφέρον να μας πουν.

Τα όνειρα δεν χρειάζεται να είναι προφητικά, μολονότι μερικά μοιάζουν να είναι, δεν είναι ανάγκη να μας προειδοποιούν για μια επερχόμενη ασθένεια, μολονότι ορισμένα το κάνουν, δεν συνδέονται αναγκαστικά με τα όποια πιεστικά προβλήματα που μπορούμε ίσως να έχουμε στον ξύπνιο μας, μολονότι συχνά αυτό αποδεικνύεται αληθινό. Εντούτοις, όλοι μας σχεδόν έχουμε την επίμονη αίσθηση ότι τα όνειρά μας πρέπει να σημαίνουν κάτι, φτάνει μόνο να ξέραμε τι. Έχει επιβιώσει μέχρι σήμερα η πίστη στη σημασία των ονείρων, πολύ πέρα από την εποχή όπου πίστευαν πως ήταν μηνύματα των θεών. Το έργο του Φρόιντ, του Γιουνγκ και άλλων έχει αναγάγει την ανάλυση των ονείρων σε σημαντικό στοιχείο της ψυχοθεραπείας για την κατανόηση του υποσυνειδήτου. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ζωή μας μπορεί να εμπλουτιστεί αν μπορούμε ν'' ανακαλούμε και να εξετάζουμε τα όνειρά μας και να μαθαίνουμε τελικά να υπολογίζουμε το τι θα μπορούσαν να σημαίνουν για μας, ως ατόμα, ξεχωριστά.

Οι Βικτοριανοί είχαν τα δικά τους βιβλία περί ονείρων, που έλεγαν χωρίς περιστροφές ότι, το να ονειρευτεί κανείς μια μαύρη γάτα, αυτό σήμαινε καλή τύχη, ή το να ονειρευτεί μια βιολέτα σήμαινε αγάπη. Στο άλλο άκρο, ψυχολόγοι και ψυχίατροι, από τον Φρόιντ κιόλας και τον Γιουνγκ, χρησιμοποίησαν τα όνειρα ως ένα βοήθημα για να ψυχαναλύουν τους ασθενείς τους. Κανείς όμως σήμερα δεν δέχεται ότι τα όνειρα ενός ατόμου μπορεί να σημαίνουν το ίδιο πράγμα όπως και τα όνειρα ενός άλλου ατόμου, ενώ ελάχιστοι μόνον από μας έχουμε ανάγκη την ανάλυση. Υπάρχουν πολλά βιβλία πάνω στο θέμα αυτό, είτε πρόκειται για μοντέρνους ονειροκρίτες, είτε πρόκειται για πραγματείες γραμμένες από ψυχιάτρους.

Τα τελευταία 35 χρόνια έχει γίνει πολλή πειραματική δουλειά στα εργαστήρια ερμηνείας των ονείρων. Εδώ, η συχνότητα και το περιεχόμενο των ονείρων αυτού που τα βλέπει μελετώνται και συσχετίζονται επιστημονικά. Η διάρκεια και η ποιότητά τους αντιπαραβάλλονται με τις φυσικές σωματικές λειτουργίες που συντελούνται στη διάρκεια του ύπνου και του ονειροπολήματος. Πειράματα σ'' αυτή την περιοχή υποδεικνύουν επίσης νέες γραμμές στην ερμηνεία της σημασίας τους. Τι ακριβώς είναι ένα όνειρο; Αυτό είναι το μυστήριο και η απάντηση στο ερώτημα δύσκολη, εφόσον εξυπακούει τη λειτουργία του εγκεφάλου, όσο δύσκολο εξάλλου είναι να οριστεί και η βαρυθυμία, ή, πάλι, αυτό που ο κόσμος εννοεί με τη λέξη ψυχή. Στο ένα επίπεδο, ονειρευόμαστε όταν, σε κάποια φάση του ύπνου, το μυαλό μας πλάθει μια σειρά από εικόνες, συνήθως με τη μορφή γεγονότων που προβάλλονται πάνω στην ατομική οθόνη του νου μας, έχουμε επίγνωση των εικόνων αυτών σα να ήταν για μας αληθινές και μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις γνωρίζουμε ότι δεν είναι παρά μόνον όνειρα.

Είναι σημαντικό, εδώ, να σταθούμε για λίγο στο «διαυγές όνειρο» (Lucid Dream), το όνειρο στο οποίο έχουμε επίγνωση ότι ονειρευόμαστε: πηδούμε λόγου χάρη πανευτυχείς από την κορυφή ενός βουνού γνωρίζοντας ότι αυτό «δεν είναι παρά ένα όνειρο» μπορούμε μάλιστα να δίνουμε σχήμα στα όνειρά μας σα να γράφαμε ένα σενάριο για μια κινηματογραφική ταινία στην οποία πρωταγωνιστούμε. Το όλο ζήτημα της ψυχολογικής ερμηνείας ενός ονείρου είναι το ότι, σ'' αυτό, δεν είμαστε ο εαυτός μας , ή, με μια άλλη έννοια, όχι απόλυτα ο εαυτός μας, είμαστε απροστάτευτοι, χαλαρωμένοι και απαλλαγμένοι από τους πειθαναγκασμούς που μας επιβάλλει η ζωή όταν είμαστε ξύπνοι. Παρεμβαίνοντας σ'' ένα διαυγές όνειρο, μπορεί ίσως να καταστρέψουμε τη χρησιμότητά του, να υποτιμήσουμε το όνειρό μας ως μέσον αποκάλυψης του εαυτού μας στον εαυτό μας.

Οι εικόνες σ'' ένα κανονικό όνειρο συνδέονται καμιά φορά μεταξύ τους μ'' έναν απίθανο, υπερρεαλιστικό, εξωπραγματικό τρόπο. Από την άλλη, μπορεί μερικές φορές να αφηγούνται μια ευθύγραμμη, εύκολα κατανοήσιμη ιστορία, ή να υπάρχουν απλώς σαν ασύνδετα κομμάτια, ως σκηνές που μοιάζουν ολότελα άσχετες η μία με την άλλη, ή με την πραγματική μας ζωή στον ξύπνο. Η γενική άποψη την οποία υποστηρίζουν όσοι, από τον Φρόιντ κι έπειτα, μελέτησαν τα όνειρα, είναι το ότι ενώ ορισμένα απ'' αυτά δεν έχουν άλλο νόημα παρά μόνον ως παραμορφωμένες αναμνήσεις περιστατικών που δοκιμάζουμε στον ξύπνο μας, πολλά απ'' αυτά μπορεί ν'' αποτελούν μηνύματα, διαμηνύσεις, από το υποσυνείδητο, από τα έγκατα του είναι μας, από βάθη με τα οποία δεν επικοινωνούμε συνειδητά. Μπορεί στην πραγματικότητα ν'' αποτελούν τη βασική πηγή τής εύκολα διαθέσιμης πληροφορίας για το τι στ'' αληθινά είμαστε, κάτω απ'' την επιφανειακή επίστρωση παιδείας, περιβάλλοντος, κοινωνικής συνείδησης, γιατί τα όνειρα είναι εντελώς ανεπηρέαστα από κοινωνικές θεωρήσεις.

Οι παμπάλαιες ιστορικές καταγραφές τής ζωής του ανθρώπου φανερώνουν ότι τα όνειρα θεωρήθηκαν ανέκαθεν σημαδιακά. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι πίστευαν πως ήταν μηνύματα απ'' τους θεούς και δημιούργησαν, το 1300 ΠΧ περίπου, τον παλαιότερο ονειροκρίτη με 200 ερμηνείες αυτών των μηνυμάτων. Είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε πως οι Αιγύπτιοι ερμηνευτές διατύπωσαν τη θεωρία των αντιθέτων: το ότι, π.χ., ένα όνειρο θανάτου ήταν οιωνός μακρόχρονης ζωής. Ο Φρόιντ, προώθησε κι αυτός το θεώρημα ότι τα σύμβολα των ονείρων στηρίζονται συχνά σ’ ένα σύστημα αντιθέτων συμβόλων. Στην αρχαία Αίγυπτο τα όνειρα είχαν το δικό τους Θεό, τον Μπες και ο αρχαιότερος ονειροκρίτης, που γράφτηκε από ιερείς του Ώρου πριν από 4.000 χρόνια περίπου, είναι ένα από τα παλιότερα ντοκουμέντα που υπάρχουν. Οι Ασσύριοι είχαν κι αυτοί τους δικούς τους ονειροκρίτες. Η βιβλιοθήκη του Ασσύριου βασιλιά Ασουρμπανιπάλ (669-626ΠΧ) πιστεύεται ότι περιελάμβανε ονειροκρίτες με ερμηνείες ονείρων που χρονολογούνταν από το 2000 ΠΧ, και ο προσωπικός του ονειροκρίτης λέγεται ότι υπήρξε μια από τις βασικές πηγές που χρησιμοποίησε ο Έλληνα Αρτεμίδωρος, ο οποίος έγραψε τον πιο ξακουστό ονειροκρίτη του αρχαίου κόσμου. Η Παλαιά Διαθήκη είναι γεμάτη όνειρα, ίσως τα πιο παλιά όνειρα που γνωρίζουν οι περισσότεροι άνθρωποι, όπως είναι το όνειρο του Δανιήλ και του Ιακώβ, του Ναβουχοδονόσορ και του Σολομώντα. Οι Αρχαίοι Έλληνες, με το πάθος τους για την εκλογίκευση της γνώσης, χρησιμοποίησαν θεωρίες ονείρων από την Αίγυπτο, Ασσυρία, Ιουδαία, Βαβυλώνα και Περσία. Η ερμηνεία τους των ονειρικών συμβόλων διέφερε σε πολύ μεγάλο βαθμό, π.χ., ενώ οι Έλληνες πίστευαν ότι το όνειρο ενός φιδιού σήμαινε αρρώστια και έχθρα, οι Ασσύριοι πίστευαν πως το να πιάσεις ένα φίδι σήμαινε πως θα λάβαινες την ειδική προστασία ενός αγγέλου. Οι Εβραίοι πίστευαν πως το δάγκωμα ενός φιδιού στο όνειρο σήμαινε διπλασιασμό του εισοδήματος, ενώ για έναν Αιγύπτιο, το φίδι σ’ ένα όνειρο σήμαινε τη διευθέτηση μαις έριδας. Αυτές οι πεποιθήσεις απηχούνται, ακόμα και σήμερα, στα επονομαζόμενα «βιβλία ονείρων» ή «ονειροκρίτες», που υποδηλώνουν πως αν ονειρευτείς ας πούμε, ένα μαύρο πουλί, αυτό είναι προμήνυμα κακού. Η ιδέα των ονείρων ως αποκάλυψη της πραγματικής φύσης του ανθρώπου, η μοντέρνα άποψη, είχε κι αυτή ρίζα Ελληνική. Ο Πλάτωνας, στην Πολιτεία, υποστήριζε ότι η πραγματική φύση του ανθρώπου φανερωνόταν στα όνειρα.

Πιο συγκεκριμένα έγραφε ο Πλάτωνας: «Όταν αποκοιμιέται η ήρεμη πλευρά της ψυχής και αμβλύνεται ο έλεγχος της λογικής, τότε ορθώνεται το κτήνος μέσα μας, ξέχειλο από φαγοπότι και αποσείει τον ύπνο για να ριχτεί στην αναζήτηση αυτού που θα χορτάσει τα ένστικτά του. Όπως γνωρίζετε, απεκδύεται από κάθε ντροπή και σύνεση σε τέτοιες στιγμές και δεν ορρωδεί μπροστά σε τίποτε. Σ’ ένα όργιο φαντασίωσης δε θα διστάσει να συνουσιαστεί με μια μητέρα, ή με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, άνδρα, θεό, ζώο, ή να γευθεί μια απαγορευμένη τροφή, ή να επιτελέσει οποιαδήποτε αιματηρή πράξη. Με δυο λόγια, εκτείνεται ως το απεριόριστο της αδιαντροπιάς και της τρέλας.» Ο Αριστοτέλης, από την άλλη, προσπάθησε να εξηγήσει τα όνειρα ως παράγωγα καθαρά σωματικών λειτουργιών. Με τέτοιες αντιλήψεις, ειδικά μ’ εκείνες του Πλάτωνα, βρισκόμαστε σχεδόν με ένα άλμα στον κόσμο του Φρόιντ και είναι εκπληκτικά μικρό το πρωτότυπο έργο πάνω στα όνειρα στους αιώνες που μεσολάβησαν. Το πρώτο σημαντικό δημοσιευμένο έργο πάνω στα όνειρα, η Ονειροκριτική, ένα πεντάτομο έργο του Έλληνα Αρτεμίδωρου (2ος αιώνας μ.Χ.), υποστήριζε πως ένα όνειρο ήταν αυστηρά ατομικό για εκείνον που το έβλεπε.

Το βιβλίο, που είχε τεράστια επίδραση (δημοσιεύτηκε στην Αγγλία για πρώτη φορά στα 1644 και τον επόμενο αιώνα πραγματοποίησε 24 εκδόσεις), είναι από πολλές απόψεις εξαιρετικά μοντέρνο. Ίσως το πιο σημαντικό είναι το ότι υπογράμμιζε το στοιχείο του συνειρμού, το γεγονός δηλαδή ότι μια ονειρική εικόνα προκαλεί κατά κανόνα και με τρόπο συνειρμικό κάποια άλλη εικόνα στο μυαλό (μολονότι ο Αρτεμίδωρος στηριζόταν στο συνειρμό μέσα στο νου αυτού που ερμήνευε το όνειρο, κι όχι αυτού που το έβλεπε, πράγμα που μοιάζει παράλογο). Ο Αρτεμίδωρος έγραφε, με πειστικότητα, ότι τα όνειρα «εμφυσώνται στους ανθρώπους για δικό τους καλό και καθοδήγηση». Πίστευε πως ήταν μηνύματα εκ θεών, αλλά η στάση του ήταν και πάλι μοντέρνα. Καταδίκασε τις αυθαίρετες και υπέρ το δέον κυριολεκτικές ερμηνείες, μελέτησε τα «περιοδικά» όνειρα και, όπως ο Γιουνγκ δυο χιλιετίες αργότερα, πίστευε στην ιδέα του «μεγάλου ονείρου», του σπερματικά σημαντικού ονείρου, που πίστευε πως ήταν πολύ δύσκολο να ερμηνευθεί. Ερμηνεύοντας ένα όνειρο, ο Αρτεμίδωρος υποδείκνυε έξι σημαντικά πράγματα που έπρεπε να ληφθούν υπόψη.

Το ένα ήταν απλώς το όνομα αυτού που έβλεπε το όνειρο, τα άλλα όμως, ήταν η εργασία του, οι συνθήκες κάτω απ'' τις οποίες είχε έρθει το όνειρο και αν ήταν φυσιολογικό, νόμιμο και συνηθισμένο. Είχε συναίσθηση του πλήθους των τεχνασμάτων που μπορούν να μεταχειριστούν τα όνειρα -μέσα σ'' αυτά και η χρησιμοποίηση λογοπαιγνίων- και μερικές από τις ερμηνείες του φαίνεται να προανήγγειλαν το είδος προσέγγισης που χρησιμοποιούν οι σύγχρονοι ψυχίατροι. Το όνειρο ενός στόματος, λόγου χάρη, το ερμηνεύει ότι αντιπροσωπεύει ίσως ένα σπίτι και τα δόντια τους ένοικους, έτσι, η απώλεια ενός δοντιού συμβόλιζε γι'' αυτόν το θάνατο ενός μέλους της οικογένειας. Ο Χριστιανισμός αναβίωσε την πεποίθηση, που δεν απορρίφθηκε ποτέ, ότι τα όνειρα τα έστελναν οι θεοί για να διαμηνύσουν τις εντολές τους στους υπηκόους τους (στην περίπτωση αυτή, φυσικά, ο διαμηνυτής ήταν ο Χριστιανικός Θεός). Η Βίβλος είναι γεμάτη από τέτοια όνειρα, το ίδιο και τα κείμενα του Άγιου Κλημέντιου, του Άγιου Ιωάννη του Χρυσόστομου, του Άγιου Αυγουστίνου και πολλών ακόμη πατέρων της Εκκλησίας των πρώτων χρόνων. Ο Άγιος Ιερώνυμος, σχεδόν μόνος του, ανέτρεψε αυτή την τάση.

Αναστατωνόταν με τα «δύσκολα» όνειρα, που του φαίνονταν ότι αντιστρατεύονται την τρέχουσα «χριστιανική ηθική», διαβεβαίωνε ότι προέρχονταν από το διάβολο και τα καταδίκαζε. Από εκεί και έπειτα, η Εκκλησία υιοθέτησε την άποψη ότι τα όνειρα δεν ήταν εκ Θεού και έπρεπε να αγνοούνται. Ο Μαρτίνος Λούθηρος υποστήριζε ότι τα όνειρα θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν φανερώνοντας μας τις αμαρτίες μας. Στην Ευρώπη και στη σύγχρονη ιστορία, ο Διαφωτισμός του 18ου αιώνα άρχισε ν’ αμφισβητεί την αντίληψη ότι τα όνειρα ήταν απλώς προβλεπτικά σύμβολα. Όπως το διατύπωσε επιγραμματικά ο Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ (1875-1961), ένας από τους πλέον επιφανείς ερμηνευτές των ονείρων στην εποχή μας: «Κανένα ονειρικό σύμβολο δεν μπορεί να διαχωριστεί από το άτομο που το βλέπει και δεν υπάρχει οριστική ή άμεση ερμηνεία κανενός ονείρου». Με άλλα λόγια, το όνειρό σου ανήκει σ’ εσένα. Ακόμα κι’ αν κάποιος άλλος είδε το ίδιο όνειρο, η σημασία του θα ήταν διαφορετική.

Delete this element to display blogger navbar

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
 
Powered by alito v2 2013