Emmanuel Swedenborg: συνομιλίες με τους αγγέλους

Ο Swedenborg ήταν ένας διακεκριμένος επιστήμονας, εξειδικευμένος στη μεταλλειολογία, στην ανατομία και στην αστρονομία. Τα εγκατέλειψε όμως όλα από την ημέρα που του εμφανίστηκε ο Χριστός στο Λονδίνο και αφιέρωσε πλέον τη ζωή του στο να επισκέπτεται, μέσα από οράματα που είχε, διάφορες περιοχές του ουρανού και της γης.

Γεννήθηκε το 1688 στη Στοκχόλμη και πέθανε στο Λονδίνο το 1772. Μια αρκετά μεγάλη ζωή για την εποχή. Ο πατέρας του ήταν λουθηριανός επίσκοπος και μεγάλωσε το γιο του σύμφωνα με τις αρχές και τις παραδόσεις του λουθηριανισμού, μιας θρησκείας στην οποία η σωτηρία έρχεται μέσω της χάριτος, στην οποία όμως ο Swedenborg δεν πιστεύει. Στο θρησκευτικό σύστημα το οποίο ο Swedenborg θα διδάξει πολύ αργότερα, η σωτηρία έρχεται μέσα από τις πράξεις, όχι τις εκκλησιάσεις, τις τελετές και τα προσκυνήματα, αλλά τις αληθινές πράξεις του ανθρώπου, στις οποίες ο καθένας δίνει όλον του τον εαυτό, στις οποίες ο καθένας ενεργεί σύμφωνα με τις επιταγές της ψυχής του, αλλά και του μυαλού του.

Νεαρός, θα ξεκινήσει θεολογικές και στη συνέχεια επιστημονικές σπουδές. Κάνει μια σειρά από εφευρέσεις. Πολλές μάλιστα από τις μετέπειτα στους αιώνες εφευρέσεις έχουν περάσει όπως διαπιστώνει κανείς σήμερα από το μυαλό του. Όπως και ο Λεονάρδο ντε Βίντσι, ο Swedenborg σχεδίασε ένα σκάφος που θα κυκλοφορούσε στον αέρα. Ήξερε ότι το σκάφος αυτό δε θα μπορούσε τότε να κατασκευαστεί, έβλεπε όμως μακρύτερα, στους αιώνες που θα ακολουθούσαν, το όχημα αυτό να αποτελούσε τη βάση εκείνου που ονομάζουμε σήμερα αεροπλάνο. Σχεδίασε ομοίως σκάφη που θα κυκλοφορούσαν κάτω από το νερό. Ενδιαφέρεται για τη μεταλλειολογία και γίνεται στη Στοκχόλμη πάρεδρος στο βασιλικό Κολέγιο Μεταλλευμάτων. Ασχολείται με την ανατομία, και επιζητεί να μάθει μέχρι ποιο ακριβώς σημείο το πνεύμα επικοινωνεί με το σώμα.

Θα αρνηθεί να πάρει τη θέση διδάκτορα αστρονομίας στο πανεπιστήμιο της Ουψάλα, γιατί αποφεύγει οτιδήποτε το θεωρητικό. Είναι ένας άνθρωπος που τον ενδιαφέρει μόνο η πρακτική πλευρά των πραγμάτων. Θα διατελέσει στρατιωτικός μηχανικός του βασιλιά Καρόλου του 12ου, με τον οποίο διατηρεί φιλικές σχέσεις. Θα σχεδιάσει μια μηχανή για να μεταφερθεί μέσω ξηράς, κατά τη διάρκεια ενός πολέμου, πλήθος στρατιωτικών πλοίων, για μια απόσταση τριάντα περίπου χιλιομέτρων. Θα γράψει στη ζωή του πενήντα βιβλία, τα εικοσιπέντε εκ'' των οποίων είναι αφιερωμένα στα μαθηματικά, την αστρονομία και γενικά στις επιστήμες. Αργότερα θα εγκατασταθεί στο Λονδίνο, όπου και θα μελετήσει μια σειρά από τέχνες και επαγγέλματα όπως την επιπλοποιία, ξυλουργική, τυπογραφία, κατασκευή επιστημονικών οργάνων, κ.α., θα φτιάξει πολλούς χάρτες της γης, και γενικώς θα ασχοληθεί με πλήθος πρακτικών εφαρμογών της καθημερινότητας. Αξιοσημείωτο ότι θα διατελέσει και πολιτικός, καταλαμβάνοντας το αξίωμα του γερουσιαστή στο βασίλειο.

Εκεί λοιπόν, στο Λονδίνο, θα συμβεί εκείνο που θα τον σημαδέψει για πάντα και που θα αλλάξει εντελώς την πορεία της ζωής του. Θ ζήσει ένα όραμα, το οποίο κάποιοι θεώρησαν σαν κρίση τρέλας, κάτι που δε φαίνεται να ευσταθεί αφού σε καμιά στιγμή της ζωής του και μέχρι το τέλος ο Swedenborg δε μας έχει δείξει να έχει ξεφύγει από τη σαφήνεια και τη λογική που θεωρείται το σήμα κατατεθέν του.

Όπως ο ίδιος ο Swedenborg περιγράφει στο ημερολόγιό του, του οράματος προηγήθηκε μια σειρά από όνειρα, τα οποία ποτέ δεν εκδόθηκαν αλλά που έγινε γνωστό ότι ήταν ερωτικής φύσεως.

Ο Swedenborg θα περιγράψει το όραμα ως εξής: στο Λονδίνο, ένας άγνωστος τον παρακολουθεί στο δρόμο και στη συνέχεια μπαίνει στο σπίτι του. Του λέει ότι είναι ο Χριστός, του λέει ότι η Εκκλησία βρίσκεται σε πλήρη αποσύνθεση και ότι του αναθέτει την αποστολή να την ανανεώσει φτιάχνοντας μια τρίτη Εκκλησία, εκείνη της Ιερουσαλήμ. Για το λόγο αυτό θα του γίνει επιτρεπτό να επισκέπτεται τον άλλον κόσμο, τον κόσμο των πνευμάτων, με τους αναρίθμητους ουρανούς και τις αναρίθμητες κολάσεις.

Όλα αυτά μοιάζουν βεβαίως εντελώς παράλογα. Όμως ο Swedenborg τα γράφει και τα εκθέτει στα βιβλία του με ένα εντελώς ήρεμο και περιγραφικό στυλ, σαν να είναι κάτι για το οποίο δεν πασχίζει να πείσει τον οποιονδήποτε, δεν εκθέτει ούτε επιχειρήματα ούτε αποδείξεις, σα να λέει εγώ αυτά είδα, όποιος θέλει το πιστεύει, καλό θα ήταν όμως να το πιστέψουν όλοι.

Πριν καθίσει και γράψει το οτιδήποτε, αφιερώνει πολλά χρόνια στο να μάθει την εβραϊκή γλώσσα, γιατί θέλει να διαβάσει τα ιερά κείμενα από τα πρωτότυπα. Μέσα σ'' αυτά λοιπόν τα κείμενα θα βρει τις βάσεις για τις θέσεις που θα υπερασπίσει.

Σύμφωνα λοιπόν μ'' αυτές, τα πάντα στηρίζονται στην ελεύθερη βούληση. Ο καθένας επιλέγει εκείνο που θα είναι στον άλλον κόσμο. Κανείς δεν είναι καταδικασμένος στην κόλαση και κανείς δεν είναι προορισμένος για τους πράσινους κήπους του παραδείσου. Ο Swedenborg μας λέει ότι όταν κάποιος πεθαίνει δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι έχει πεθάνει γιατί τα πάντα γύρω του παραμένουν όπως ήταν και πριν. Εξακολουθεί να βρίσκεται στο σπίτι του, οι φίλοι του έρχονται να τον επισκεφθούν, συνεχίζει να κυκλοφορεί στους δρόμους της πόλης του, δεν ξέρει ότι είναι νεκρός. Όμως πολύ σύντομα συνειδητοποιεί ότι κάτι έχει αλλάξει γύρω του. Τα πάντα είναι πολύ πιο έντονα από πριν. Τα χρώματα, τα σχήματα, οι αισθήσεις, όλα πολύ πιο έντονα από το δικό μας κόσμο. Κάτι που έρχεται βέβαια σε αντίθεση μ'' εκείνο που πιστεύουμε για τον άλλο κόσμο, ότι δηλαδή όλα είναι πιο αχνά και πιο ήρεμα. Και συνεχίζει ο Swedenborg, όχι μόνο όλα είναι πιο έντονα, αλλά είναι και περισσότερα. Περισσότερα χρώματα, περισσότερες φόρμες. Δε θέλει και πολύ για να καταλάβει κανείς ότι ο Swedenborg μας μιλά για μια άλλη, ίσως την τέταρτη διάσταση. Σε σχέση με τον καινούργιο άλλο κόσμο, λέει, ο δικός μας είναι σα μια σκιά, είναι σαν να ζούμε όλη μας τη ζωή μέσα στη σκιά.

Στη συνέχεια, ο νεκρός άνθρωπος βρίσκεται σε μια ενδιάμεση περιοχή. Κάποιοι άγνωστοι τον πλησιάζουν και αρχίζουν να μιλούν μαζί του. Οι άγνωστοι είναι οι άγγελοι και οι δαίμονες. Ο Swedenborg λέει ότι οι άγγελοι δε φτιάχτηκαν από το Θεό αλλά ήταν άνθρωποι που "ανέβηκαν" σε τέτοιο σημείο που πήραν αγγελική μορφή. Το ίδιο και οι δαίμονες, ήταν άνθρωποι που ξέπεσαν τόσο πολύ που πήραν δαιμονική μορφή. Ο πληθυσμός λοιπόν του παραδείσου και της κόλασης είναι φτιαγμένος από ανθρώπους που έγιναν άγγελοι ή δαίμονες.

Ο νεκρός λοιπός μιλά με τους αγγέλους και τους δαίμονες, αλλά δε γνωρίζει την ιδιότητα του καθενός. Ο Θεός θα ήθελε όλοι οι άνθρωποι να σωθούν αλλά αφήνει στον άνθρωπο την ελεύθερη βούληση. Να σημειώσουμε εδώ ότι το θέμα της ελεύθερης βούλησης ακολουθεί εδώ τον άνθρωπο ενώ αυτός έχει ήδη πεθάνει, σ'' αυτόν τον ενδιάμεσο κόσμο των πνευμάτων, σε αντίθεση με την ορθόδοξή μας θρησκεία, όπου η ελεύθερη βούληση ακολουθεί τα έργα του ανθρώπου όσο αυτός ζει, αλλά παύει να ισχύει μόλις αυτός πεθάνει.

Η συζήτηση κρατά μέρες, ίσως και εβδομάδες, ίσως και μήνες, ο χρόνος άλλωστε έχει πάρει εκεί άλλες διαστάσεις. Ο νεκρός προχωρά σε διάφορες τοποθεσίες, συναντά κι άλλους "αγνώστους", πιάνει κουβέντα μ'' αυτούς. Πάνω σ'' αυτή την κουβέντα λοιπόν, αποφασίζει, χωρίς να το ξέρει, αν θέλει να είναι άγγελος ή δαίμονας. Αναλόγως του χαρακτήρα του έλκεται από τους μεν ή από τους δε. Και σιγά σιγά τους ακολουθεί γιατί μαζί τους νιώθει άνετα και όμορφα. Έχει κάνει την εκλογή του. Ο Θεός δεν καταδικάζει κανέναν. Αν ο νεκρός νιώθει ευτυχισμένος εκεί που πάει τόσο το καλύτερο. Η κόλαση για μας (και για τους αγγέλους) μπορεί να μοιάζει με κατεστραμμένα, πυρπολημένα και άγονα τοπία, όμως για εκείνους που τελικά κατευθύνονται εκεί, είναι κάτι "σαν το σπίτι τους", διότι είναι μια περιοχή όπου κυριαρχεί η κακία, το μίσος και οι συνομωσίες, πράγματα δηλαδή που ο νεκρός που θα βρεθεί εκεί καλλιέργησε κατά τη διάρκεια της ζωής του και που κατά κάποιον τρόπο τον εκφράζουν απόλυτα. Σ'' αυτόν τον άνθρωπο, οι περιοχές του παραδείσου θα τον έκαναν να νιώθει την απόλυτη ανία, το απόλυτο κενό και την απόλυτη φρίκη.

Ο παράδεισος είναι μια κοινωνία αγγέλων και ο Θεός βρίσκεται εκεί μαζί τους. Ο Θεός αντιπροσωπεύεται από τον ήλιο. Εφόσον λοιπόν ο Θεός είναι ο ήλιος, οι χειρότερες περιοχές της κόλασης είναι οι δυτικές και οι βόρειες. Αντίθετα, τα ανατολικά και τα νότια της κόλασης είναι πιο χαλαρά. Κάθε νεκρός της κόλασης έχει την πολυτέλεια να επιλέξει πάλι πια περιοχή του αρέσει περισσότερο, δεν υπάρχει η παραμικρή πίεση. Όλα είναι φτιαγμένα έτσι ώστε ο καθένας να είναι πάντα ικανοποιημένος με την ζωή του.

Στον παράδεισο τώρα, εκείνοι που θα φτάσουν εκεί κάνουν άλλα πράγματα από εκείνα που πρέπει. Αρχίζουν να προσεύχονται, αλλά μετά από κάποιον καιρό το αφήνουν. Αρχίζουν να λατρεύουν το Θεό, αλλά ο Θεός δε θέλει να τον λατρεύουν. Καταλαβαίνουν στο τέλος ότι ο παράδεισος είναι κάτι εντελώς ξεχωριστό. Ο παράδεισος είναι ο τόπος της αγάπης αλλά και της διανόησης. Ο Swedenborg πηγαίνει λοιπόν πιο μακριά από τα λόγια του Χριστού, για τον οποίο η σωτηρία του ανθρώπου είναι ηθική. Για τον Swedenborg η ηθική δεν αρκεί. Η σωτηρία πρέπει να είναι και νοητική. Ένας ασκητής που περνά τη ζωή του στην έρημο, που από το πρωί μέχρι το βράδυ προσεύχεται και τίποτ'' άλλο, στον παράδεισο είναι χαμένος. Δε θα μπορεί να ακολουθήσει τις συνομιλίες με τους αγγέλους, δε θα μπορεί να καταλάβει τίποτα στον παράδεισο. Θα είναι ένας άνθρωπος δίκαιος, αλλά νοητικά φτωχός. Ο ίδιος ο Χριστός δε δίδασκε με απλές λέξεις αλλά με παραβολές, δηλαδή με ανεπτυγμένες νοητικά εκφράσεις. Ο ασκητής θα πρέπει να ζήσει κατά κάποιον τρόπο μόνος του, γεγονός που δεν ταιριάζει με τη ζωή στον παράδεισο, που είναι μια κατ'' εξοχήν αλτρουιστική ζωή. Ο Swedenborg καλεί λοιπόν τον άνθρωπο να επιδιώξει τη σωτηρία του μέσα από μια ζωή πιο πλούσια. Μέσα από την εκδήλωση της δικαιοσύνης και της αρετής, αλλά επίσης και μέσα από την εξάσκηση της σκέψης του.

Ο Swedenborg δε διδάσκει τις ιδέες του. Αντί γι αυτό εκδίδει ανώνυμα τα βιβλία που γράφει σε άπταιστα κι επιβλητικά λατινικά. Έτσι θα περάσει τα τριάντα τελευταία χρόνια της ζωής του. Έχοντας συνομιλίες με τους αγγέλους και γράφοντας βιβλία. Ζει μια ήρεμη ζωή στο Λονδίνο και τρέφεται με γάλα, ψωμί και λαχανικά. Όταν έρχεται κάποιος φίλος του από τη Σουηδία, το ρίχνει που και που λίγο έξω, διασκεδάζοντας στις ταβέρνες και στις μπυραρίες του Λονδίνου. Του άρεσε πολύ η ποίηση και η μουσική. Όταν ταξίδευε στο εξωτερικό (Σουηδία, Αγγλία, Ιταλία, Αυστρία, Γερμανία) επισκεπτόταν τα εργοστάσια και τις φτωχογειτονιές. Ήταν ένας άνθρωπος αγαπητός και σεβαστός απ'' όλους.

Στο σπίτι του στο Λονδίνο, οι υπηρέτες του τον άκουγαν να συνομιλεί με τους αγγέλους ή με τους δαίμονες. Όταν μιλούσε σε κάποιον για τα οράματά του, δεν περίμενε να είναι πιστευτός. Δεν περίμενε ανταπόκριση, και όταν κάποιος άρχιζε να αμφιβάλει κοροϊδευτικά για τα οράματά του, προτιμούσε να γυρίζει αλλού την κουβέντα από το να τον πείσει για τις ιδέες του.


alitoteam

Delete this element to display blogger navbar

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
 
Powered by alito v2 2013